Σάββατο 4 Ιουλίου 2015

Το δημοψήφισμα ως μέσο διαπραγμάτευσης εντός ευρώ.

Το δημοψήφισμα ως μέσο διαπραγμάτευσης εντός ευρώ.
Του Γ. ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ

Την θέση της κυβέρνησης ενισχύει το ‘όχι’ και το ΔΝΤ.
Το βασικό πρόβλημα της χώρας, είναι η προσπάθεια να εξευρεθεί λύση που να προσφέρει στην ελληνική οικονομία την δυνατότητα να επανέλθει στο χαμένο επίπεδο του 2009, με παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη. Πολλοί δίνουν την απάντηση πως με βάση τους ισχύοντες κανόνες, αυτό απλά δεν είναι δυνατόν και υποστηρίζουν την αποχώρηση από το ευρώ. Αυτό όμως δεν είναι επιδίωξη της κυβέρνησης ούτε αντικείμενο του δημοψηφίσματος.
Από την άλλη πλευρά, οι εταίροι είναι επίσης ενάντιοι σε μια αποχώρηση της Ελλάδας, καθώς είναι πρακτικά αντίδικοι στο θέμα του χρέους. Στην περίπτωση εξόδου, η ελλάδα δεν θα πλήρωνε το χρέος και το πρόβλημα θα άλλαζε χέρια. Οι δανειστές δηλαδή δεν θα υποδεχθούν φιλικά μια απόφαση εθελοντικής εξόδου της χώρας από το ευρώ.

Βασική παράμετρος του προβλήματος, είναι η τεράστια προσπάθεια αύξησης της ανταγωνιστικότητας που απαιτεί η αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης, όπως έχει προωθηθεί από την Γερμανική ελίτ. Είναι φανερό πως επιθυμία των δανειστών είναι να μην υποστούν καμμία απώλεια για την μεταφορά χρέους από τις γαλλογερμανικές τράπεζες στον δημόσιο τομέα (2010) και αργότερα, από την επιβολή της λιτότητας που επέφερε σημαντικές καταστροφές στο παραγωγικο δυναμικό της χώρας. Ομως, η ελληνική οικονομία, χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους, είναι καταδικασμένη να περάσει μια μεγάλη χρονική περίοδο στασιμότητας και διαδοχικών υφέσεων, συνοδευόμενη από υψηλή ανεργία και αποπληθωρισμό.

Η χαμένη ανταγωνιστικότητα που προκλήθηκε κατά την πρώτη οκταετία της ΟΝΕ, δημιουργεί ένα μακρύ τούνελ δυσμενών συνθηκών υπό καθεστώς μνημονίων. Αυτό είναι τόσο οδυνηρό, που δείχνει ότι μπορεί να προσεγγίσει το κόστος της εξόδου απο το ευρώ, αν δεν γίνει αναδιάρθρωση του χρέους. Αυτό βέβαια, δεν μπορεί να εκτιμηθεί παρά μόνο πολιτικά, δηλαδή σε σχέση με την στάση που επιθυμεί να κρατήσει κανείς απέναντι στην απειλή που δημιουργεί για την κοινωνική συνοχή και την μεσαία τάξη, η λιτότητα που θα επιβληθεί για την αποπληρωμή του χρέους.

Το βασικό πρόβλημα των διαπραγματεύσεων είναι πλέον η - προς το παρόν – άρνηση των δανειστών να αναδιαρθρώσουν το χρέος, που δεν είναι δυνατόν να πληρωθεί χωρίς κοινωνική εξαθλίωση. Διότι το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων που απαιτούν, έχει σε μεγάλο βαθμό ικανοποιηθεί από την πρόταση Τσίπρα πρός τους «θεσμούς».

Ποιοί όμως είναι αυτοί που θα έπρεπε να αναγνωρίσουν απώλειες με βάση την συνυπευθυνότητά τους στον χειρισμό του ελληνικού ζητήματος ; Είναι γνωστό πως η ΕΚΤ (Τρισέ) το 2010, εξ αρχής αρνήθηκε την διαγραφή μέρους του ελληνικού χρέους, με την άμεση συνηγορία του γαλογερμανικού άξονα. Το γεγονός αυτό, οδήγησε στην εμπροσθοβαρή και βίαιη λιτότητα στην Ελλάδα με τραγικά αποτελέσματα για την οικονομία και κοινωνία.

Τον Μάιο του 2010, το ΔΝΤ δεν μπορούσε να πιστοποιήσει πως το χρέος ήταν βιώσιμο και αναγκάστηκε να αλλάξει τον κανονισμό του - με αιτιολογία τον συστημικό κίνδυνο - για να μπορέσει να γίνει μέλος της Τρόικα. Η ελλάδα θυσιάστηκε εν ονόματι αυτού του κινδύνου, υποχρεωνόμενη να δεχθεί δάνεια για να πληρώνει τα τραπεζικά ιδρύματα των δανειστών, συμβάλοντας στην σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ευρωζώνης και οχι μόνον.

Το θεσμικό παράπτωμα της ΕΚΤ, είναι η συμμετοχή της στην Τρόικα, καθώς θα έπρεπε κανονικά να είναι στο πλευρό της Ελλάδος στην διαπραγμάτευση με το ΔΝΤ. Επί πλέον καμμία άλλη Κεντρική τράπεζα στον πλανήτη δεν επιβάλει σε κυβέρνηση όρους, για το είδος των μεταρρυθμίσεων που πρέπει να εφαρμόσει. Την περασμένη εβδομάδα, με το πάγωμα του ELA υπό την πίεση του γερμανικού λόμπι, η ΕΚΤ ενίσχυσε προσεκτικά την ‘πολιτική’ λειτουργία της, αφού δεν νομιμοποιείται να πιέζει χώρες-μέλη να υιοθετούν υφεσιακές μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν τις κοινωνικές ανισότητες.

Το δημοψήφισμα της Κυριακής, δεν θέτει ζήτημα συμμετοχής της χώρας στην ευρωζώνη. Αποτελεί ένα διαπραγματευτικό μοχλό για επίτευξη συμφωνίας με διόρθωση των αποφάσεων του 2010, δηλαδή αναδιάρθρωση του χρέους, για την διαχείριση του οποίου οι δανειστές έχουν συνυπευθυνότητα.

Το δίλημμα είναι ξεκάθαρο.Το ‘ναι’ σημαίνει συνέχιση της μνημονιακής λιτότητας άνευ όρων, γιαυτό το προτιμούν οι ευρωπαίοι δανειστές. Το ‘όχι’ αυξάνει την διαπραγματευτική ισχύ της κυβέρνησης, να συνεχίσει την συζήτηση για επίτευξη συμφωνίας -με βάση την επιστολή του Α. Τσίπρα προς τον ΕΣΜ -για εφαρμογή προγράμματος προσαρμογής, που περιλαμβάνει αναδιάρθρωση του χρέους εντός της ευρωζώνης. Προς την κατεύθυνση αυτή, παρεμβαίνει πλέον καθαρά και το ΔΝΤ, προτείνοντας “αναδιάρθρωση χρέους έναντι μεταρρυθμίσεων”.

www.fotavgeia.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: