Αrt2666 Παρασκευή 10 Μαρτίου 2017
Τρεις μεγάλοι αρχαίοι δρόμοι διέσχιζαν τις συνοικίες του Μεταξουργείου, του Κεραμεικού και του Βοτανικού συγκλίνοντας στον Κεραμεικό: η οδός Πειραιώς που ένωνε τον Πειραιά με την Αθήνα, η Ιερά Οδός που ένωνε την Ελευσίνα με την Αθήνα και ο λεγόμενος «δρόμος», που συνέδεε την Ακαδημία Πλάτωνος με τον Κεραμεικό. Η αρχαιότητα ζει σε πολλά σημερινά τοπωνύμια, δρόμους, διάσπαρτες αρχαιότητες και, βεβαίως, στο πρώτο δημόσιο νεκροταφείο της Αθήνας, στον Έξω Κεραμεικό, ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της πόλης. Ο Έσω Κεραμεικός ήταν στην αρχαιότητα η συνοικία των τεχνιτών κεραμέων –αγγειοπλαστών και αγγειογράφων– που είχαν εδώ τα εργαστήριά τους. Της Ελένης Πορτάλιου
Μετά το 1821 και το πρώτο σχέδιο της Αθήνας των Κλεάνθη-Σάουμπερτ, τροποποιημένο από τον Κλέντσε, διαμορφώνεται το σημερινό ιστορικό κέντρο, που για αρκετές δεκαετίες του 19ου αιώνα συμπίπτει σε μεγάλο βαθμό με την ίδια την πόλη. Αν τα Ανάκτορα είχαν τοποθετηθεί στην Ομόνοια και το Δίπυλο, η εξέλιξη των τριών συνοικιών θα ήταν διαφορετική. Όμως, η τοποθέτησή τους στην πλατεία Συντάγματος και η ταυτότητα που αυτή αποκτά ως φυσικός και συμβολικός χώρος της εξουσίας και της πολιτικής, περιορίζουν την Ομόνοια στον ρόλο ενός δεύτερου πόλου με μέγαρα και επιβλητικά ξενοδοχεία, ενώ στα θέατρα και τα cafès της στεγάζεται η αστική δημόσια σφαίρα. Στα τέλη του 19ου αιώνα, η Ομόνοια αποτελεί χώρο συγχρωτισμού των κοινωνικών τάξεων, που περιστρέφονται γύρω από τα εμπορικά καταστήματα, ψυχαγωγούνται από τις μουσικές εκδηλώσεις και δημιουργούν στα καφενεία και την πλατεία ένα χώρο καθημερινής πολιτικής, ο οποίος αποτελεί, μαζί με την Κλαυθμώνος και το Σύνταγμα, τον άξονα της ιστορικά επαναλαμβανόμενης συγκρουσιακής παρουσίας των λαϊκών τάξεων στο κέντρο της πόλης. Αργότερα, κυρίως μετά τον Πόλεμο, η Ομόνοια θα αποτελέσει τη λαϊκή καρδιά της Αθήνας, από την οποία διαβαίνει κανείς για να εισέλθει στις τρεις λαϊκές συνοικίες που μας ενδιαφέρουν.
Η σημερινή πλατεία Ελευθερίας (πρώην Λουδοβίκου και αργότερα Κουμουνδούρου), αναπτύσσεται στα μέσα του 19ου αιώνα, στα όρια μεταξύ παλιάς πόλης και της νεότερης οθωνικής προς το Μεταξουργείο, στην άκρη του τείχους του 18ουαιώνα που περιτείχιζε τη μέχρι τότε κατοικημένη περιοχή της Αθήνας. Η πλατεία συγκεντρώνει αρχικά, μετά την Αιόλου, τα περισσότερα και καλύτερα εμπορικά καταστήματα και κέντρα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, ξενοδοχεία, εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία. Σταδιακά έρχεται πιο κοντά στο λαϊκό δυτικό κομμάτι της πόλης, αποτελώντας σήμερα, μετά την ανάπλασή της, ένα σημαντικό ποιοτικά δημόσιο χώρο.
Αφήνοντας την πλατεία Ελευθερίας, που αποτελεί και είσοδο στην περιοχή του Ψυρρή, εισερχόμαστε, προς την απέναντι δυτική πλευρά της Πειραιώς, στη συνοικία του Μεταξουργείου. Η σημερινή πλατεία Αυδή είναι το κέντρο της συνοικίας και χαρακτηρίζεται από το εργοστάσιο της «Σηρικής Εταιρείας της Ελλάδος, Αθανάσιος Δουρούτης & Σία», το γνωστό Μεταξουργείο, από το οποίο πήρε το όνομά της η γειτονιά. Έκλεισε το 1875 και σήμερα στεγάζει πολιτιστικές δραστηριότητες του δήμου Αθηναίων στη νέα δημοτική Πινακοθήκη, ελκύοντας συναφείς χρήσεις σε μια ευρύτερη περιβάλλουσα περιοχή. Ιστορικά, η συνοικία του Μεταξουργείου αποτέλεσε περιοχή θεάτρων και καφενείων με έντονη καλλιτεχνική ζωή.
Η περιοχή εντάσσεται στην παραγωγική ζώνη της πρωτεύουσας με την ίδρυση του εργοστασίου του Μεταξουργείου. Όπως αναφέρει η Χριστίνα Αγριαντώνη, μαζί με τα εργαστήρια που ίδρυσε το Ορφανοτροφείο Χατζηκώνστα και το εργοστάσιο Φωταερίου, που εγκαθίσταται στη σημερινή περιοχή του Γκαζιού το 1859-1861, αποτελούν το πρώτο βήμα για τη μεταμόρφωση της οδού Αθηνών-Πειραιώς στον μεγάλο άξονα παραγωγικών αλλά οχλουσών χρήσεων. Η παραγωγική ζώνη της Αθήνας διαμορφώνεται σταδιακά, είναι εκτεταμένη και χαρακτηρίζεται, πλην των δύο παραπάνω μεγάλων εργοστασίων, από μικρές βιοτεχνίες και εργαστήρια. Το εργοστάσιο Φωταερίου μετά το κλείσιμό του μετατρέπεται σε νεότερο βιομηχανικό μνημείο, ανοιχτό μουσείο, που σήμερα στεγάζει την «Τεχνόπολι» του Δήμου Αθηναίων.
Γύρω από τα εργοστάσια και τους παραγωγικούς χώρους αναπτύσσεται τον 19ο αιώνα η κατοικία των λαϊκών τάξεων που απασχολούνται στην περιοχή, πραγματικότητα που ορίζει τόσο τη συνοικία του Κεραμεικού όσο και του Μεταξουργείου και του Γκαζιού ως περιοχές μικτών χρήσεων παραγωγής, κατοικίας αλλά και εμπορίου και αναψυχής. Αργότερα, η κοινωνική γεωγραφία της κατοίκησης διευρύνεται και μετασχηματίζεται, στον βαθμό που μεταλλάσσεται ή συρρικνώνεται ο παραγωγικός της χαρακτήρας. Σήμερα η κοινωνική σύνθεση των κατοίκων είναι διαταξική και πολυφυλετική, ενώ ο χαρακτήρας των περιοχών, μετά την απομάκρυνση των οχλουσών χρήσεων, παραμένει πολυλειτουργικός.
Μεταξουργείο και Κεραμεικός διαθέτουν επαρκές οικιστικό απόθεμα σε σύγχρονες πολυκατοικίες αλλά και κτίρια λαϊκής και αστικής κατοικίας από την εποχή του νεοκλασικισμού και του μοντέρνου κινήματος. Πολλά, μαζί με την κατοικία, περιλαμβάνουν καταστήματα και εργαστήρια. Οι δύο συνοικίες διαθέτουν χώρους κατάλληλους για μικρή παραγωγή, εμπόριο και άλλες δραστηριότητες του τριτογενούς τομέα. Καθώς γειτνιάζουν ή περιλαμβάνουν σημαντικά ιστορικά μνημεία μπορούν να φιλοξενήσουν στους χώρους που διαθέτουνυπηρεσίες πολιτιστικού τουρισμού, συμβατού με το πνεύμα του τόπου.
Ο Βοτανικός αναπτύσσεται ως βιομηχανική περιοχή, της οποίας η παραγωγική βάση πλήττεται σταδιακά με την κρίση αποβιομηχάνισης στη δεκαετία του 1980. Ορίζεται, πλην της Ιεράς Οδού, από τη λεωφόρο Κωνσταντινουπόλεως, τη λεωφόρο Πέτρου Ράλλη και φτάνει μέχρι το Ρουφ. Η ονομασία της προέρχεται από τον «Βοτανικό Κήπο Αθηνών», στον χώρο του Γεωπονικού Πανεπιστημίου, στον οποίο διατηρείται και σήμερα τμήμα του ιστορικού Βοτανικού Κήπου. Ένας αριθμός από τα μεγάλα κτίρια που έμειναν αδρανή στέγασε και στεγάζει τα γνωστά διασκεδαστήρια υψηλής όχλησης, που σε ορισμένες περιπτώσεις ελέγχονται από τη μαφία της νύχτας. Η ίδια πραγματικότητα έχει φτάσει κοντά στο Γκάζι και η οχλούσα διασκέδαση έχει αναπτυχθεί γύρω από τη νέα πλατεία με το μετρό του Κεραμεικού.. Οι ιστορικές παραγωγικές χρήσεις δεν εκτόπισαν την κατοικία, η σημερινή μορφή και πυκνότητα της αναψυχής όμως λειτουργεί ανταγωνιστικά, συμπιέζει τη γειτονιά και εκτοπίζει την κατοικία.
Ο Βοτανικός διαθέτει μεγάλες ανενεργές εκτάσεις που μπορούν να ενεργοποιηθούν για την ανάπλαση της περιοχής, θέση που διατυπώθηκε έμπρακτα στον αγώνα για τη δημιουργία Μητροπολιτικού Πάρκου Αθήνας/Αττικής στον Ελαιώνα, στους αγώνες για να σταματήσουμε το Mall Βωβού και τις συναφείς τριτογενείς χρήσεις του δήμου Αθηναίων. Στον άξονα της Κωνσταντινουπόλεως και τους παρακείμενους δρόμους έχουν αναπτυχθεί χώροι πολιτισμού, συμβατοί με την επιθυμητή κλίμακα και την πολυλειτουργικότητα της συνοικίας. Η υπογειοποίηση του προαστιακού, στα τμήματα που οι προτάσεις των συλλογικών φορέων και των κινημάτων των κατοίκων έγιναν αποδεκτές, θα λειτουργήσει ενοποιητικά για τα ασύνδετα μεταξύ τους τμήματα της συνοικίας, που διαχωρίζουν οι σημερινές γραμμές του τρένου.
Συνοψίζοντας, οι τρεις συνοικίες διαθέτουν σημαντικές χωρικές προϋποθέσεις ανασυγκρότησης. Πρώτ’ απ’ όλα, το κτιριακό τους απόθεμα μπορεί να περιλάβει πολλές χρήσεις, στηρίζοντας την επιθυμητή πολυλειτουργικότητα. Επιπλέον, οι συνοικίες έχουν διαχρονική ταυτότητα, την οποία συνθέτουν αρχαία και νεότερα μνημεία, χώροι παραγωγής και κατοικίας. Εγκλείουν ελεύθερους χώρους μεγάλης και μικρής κλίμακας που αποτελούν σημαντικά αποθέματα για αναπλάσεις και συνδέονται με τρεις σταθμούς του μετρό με άλλες περιοχές. Η ανασυγκρότησή τους, όμως, πρέπει να βασιστεί σε συνολικού χαρακτήρα δημόσιες παρεμβάσεις. Από τη μια, σε πολεοδομικά σχέδια και μελέτες και, από την άλλη, σε επενδύσεις από τον δημόσιο προϋπολογισμό, το ΕΣΠΑ ή άλλη αποδεκτή χρηματοδοτική πηγή. Έτσι θα δημιουργηθεί ένα πλαίσιο, βασισμένο στο δημόσιο συμφέρον και τις κοινωνικές ανάγκες, που θα ορίζει και τους κανόνες λειτουργίας της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Η ανασύσταση των κοινωνικών υποδομών της πόλης, η ανάπλαση του οικιστικού αποθέματος και των δημόσιων χώρων, δεν αναβαθμίζουν μόνο τους χώρους της καθημερινής ζωής και τα μέσα συλλογικής κατανάλωσης. Αποτελούν ταυτόχρονα μια από τις πλευρές της παραγωγικής ανασυγκρότησης, η οποία δημιουργεί κοινωνικά χρήσιμες θέσεις εργασίας. Η άλλη πλευρά αφορά την ανασυγκρότηση της μικρής παραγωγής, του λιανικού εμπορίου και του πολιτιστικού τομέα, που ιστορικά αναπτύχθηκαν στις τρεις συνοικίες.
Σήμερα ένα τέτοιο σχέδιο φαίνεται μακρινό. Γιατί η Αθήνα και ιδιαίτερα οι λαϊκές γειτονιές ζουν σε συνθήκες ανθρωπιστικής κρίσης. Γιατί η επιβίωση είναι δύσκολη για χιλιάδες συμπολίτες μας. Γιατί το 60% των νέων, με εξαιρετικά προσόντα και δυνατότητες, φυτοζωούν με κομμένα φτερά. Γιατί οι κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου Αθηναίων (βρεφονηπιακοί σταθμοί, σχολική μέριμνα, δημοτικά ιατρεία, ΚΑΠΗ, πολιτισμός, αθλητισμός, δομές αλληλεγγύης κ.λπ.) συρρικνώνονται, ενώ οι ανάγκες πολλαπλασιάζονται. Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει καταρχάς μία ρήξη: ένα τέλος στα μνημόνια που καταστρέφουν τη ζωή μας. Ταυτόχρονα όμως χρειάζεται ένα σχέδιο για την πόλη και τους ανθρώπους της, που θα στηριχθεί σε υπαρκτούς υλικούς πόρους και ανθρώπινες δυνάμεις, ένα σχέδιο που θα αναπτυχθεί σε διάρκεια χρόνου.
Μπορούμε να καταθέσουμε, για τη δημιουργία αυτού του σχεδίου, καταρχάς, τα αιτήματα που έχουν αναδείξει συλλογικοί φορείς και κοινωνικές ομάδες των τριών συνοικιών. Εδώ έχουν γίνει αγώνες που αποδείχθηκαν νικηφόροι, έχουν περιγραφεί βασικές κοινωνικές προτεραιότητες για την πόλη και τη ζωή των κατοίκων, έχει διαμορφωθεί ένα συλλογικό όραμα, που αποτελεί και την απάντηση στο thereisnoalternative της δημοτικής και της κεντρικής μνημονιακής εξουσίας.
www.fotavgeia.blogspot.com
Τρεις μεγάλοι αρχαίοι δρόμοι διέσχιζαν τις συνοικίες του Μεταξουργείου, του Κεραμεικού και του Βοτανικού συγκλίνοντας στον Κεραμεικό: η οδός Πειραιώς που ένωνε τον Πειραιά με την Αθήνα, η Ιερά Οδός που ένωνε την Ελευσίνα με την Αθήνα και ο λεγόμενος «δρόμος», που συνέδεε την Ακαδημία Πλάτωνος με τον Κεραμεικό. Η αρχαιότητα ζει σε πολλά σημερινά τοπωνύμια, δρόμους, διάσπαρτες αρχαιότητες και, βεβαίως, στο πρώτο δημόσιο νεκροταφείο της Αθήνας, στον Έξω Κεραμεικό, ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της πόλης. Ο Έσω Κεραμεικός ήταν στην αρχαιότητα η συνοικία των τεχνιτών κεραμέων –αγγειοπλαστών και αγγειογράφων– που είχαν εδώ τα εργαστήριά τους. Της Ελένης Πορτάλιου
Μετά το 1821 και το πρώτο σχέδιο της Αθήνας των Κλεάνθη-Σάουμπερτ, τροποποιημένο από τον Κλέντσε, διαμορφώνεται το σημερινό ιστορικό κέντρο, που για αρκετές δεκαετίες του 19ου αιώνα συμπίπτει σε μεγάλο βαθμό με την ίδια την πόλη. Αν τα Ανάκτορα είχαν τοποθετηθεί στην Ομόνοια και το Δίπυλο, η εξέλιξη των τριών συνοικιών θα ήταν διαφορετική. Όμως, η τοποθέτησή τους στην πλατεία Συντάγματος και η ταυτότητα που αυτή αποκτά ως φυσικός και συμβολικός χώρος της εξουσίας και της πολιτικής, περιορίζουν την Ομόνοια στον ρόλο ενός δεύτερου πόλου με μέγαρα και επιβλητικά ξενοδοχεία, ενώ στα θέατρα και τα cafès της στεγάζεται η αστική δημόσια σφαίρα. Στα τέλη του 19ου αιώνα, η Ομόνοια αποτελεί χώρο συγχρωτισμού των κοινωνικών τάξεων, που περιστρέφονται γύρω από τα εμπορικά καταστήματα, ψυχαγωγούνται από τις μουσικές εκδηλώσεις και δημιουργούν στα καφενεία και την πλατεία ένα χώρο καθημερινής πολιτικής, ο οποίος αποτελεί, μαζί με την Κλαυθμώνος και το Σύνταγμα, τον άξονα της ιστορικά επαναλαμβανόμενης συγκρουσιακής παρουσίας των λαϊκών τάξεων στο κέντρο της πόλης. Αργότερα, κυρίως μετά τον Πόλεμο, η Ομόνοια θα αποτελέσει τη λαϊκή καρδιά της Αθήνας, από την οποία διαβαίνει κανείς για να εισέλθει στις τρεις λαϊκές συνοικίες που μας ενδιαφέρουν.
Η σημερινή πλατεία Ελευθερίας (πρώην Λουδοβίκου και αργότερα Κουμουνδούρου), αναπτύσσεται στα μέσα του 19ου αιώνα, στα όρια μεταξύ παλιάς πόλης και της νεότερης οθωνικής προς το Μεταξουργείο, στην άκρη του τείχους του 18ουαιώνα που περιτείχιζε τη μέχρι τότε κατοικημένη περιοχή της Αθήνας. Η πλατεία συγκεντρώνει αρχικά, μετά την Αιόλου, τα περισσότερα και καλύτερα εμπορικά καταστήματα και κέντρα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, ξενοδοχεία, εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία. Σταδιακά έρχεται πιο κοντά στο λαϊκό δυτικό κομμάτι της πόλης, αποτελώντας σήμερα, μετά την ανάπλασή της, ένα σημαντικό ποιοτικά δημόσιο χώρο.
Αφήνοντας την πλατεία Ελευθερίας, που αποτελεί και είσοδο στην περιοχή του Ψυρρή, εισερχόμαστε, προς την απέναντι δυτική πλευρά της Πειραιώς, στη συνοικία του Μεταξουργείου. Η σημερινή πλατεία Αυδή είναι το κέντρο της συνοικίας και χαρακτηρίζεται από το εργοστάσιο της «Σηρικής Εταιρείας της Ελλάδος, Αθανάσιος Δουρούτης & Σία», το γνωστό Μεταξουργείο, από το οποίο πήρε το όνομά της η γειτονιά. Έκλεισε το 1875 και σήμερα στεγάζει πολιτιστικές δραστηριότητες του δήμου Αθηναίων στη νέα δημοτική Πινακοθήκη, ελκύοντας συναφείς χρήσεις σε μια ευρύτερη περιβάλλουσα περιοχή. Ιστορικά, η συνοικία του Μεταξουργείου αποτέλεσε περιοχή θεάτρων και καφενείων με έντονη καλλιτεχνική ζωή.
Η περιοχή εντάσσεται στην παραγωγική ζώνη της πρωτεύουσας με την ίδρυση του εργοστασίου του Μεταξουργείου. Όπως αναφέρει η Χριστίνα Αγριαντώνη, μαζί με τα εργαστήρια που ίδρυσε το Ορφανοτροφείο Χατζηκώνστα και το εργοστάσιο Φωταερίου, που εγκαθίσταται στη σημερινή περιοχή του Γκαζιού το 1859-1861, αποτελούν το πρώτο βήμα για τη μεταμόρφωση της οδού Αθηνών-Πειραιώς στον μεγάλο άξονα παραγωγικών αλλά οχλουσών χρήσεων. Η παραγωγική ζώνη της Αθήνας διαμορφώνεται σταδιακά, είναι εκτεταμένη και χαρακτηρίζεται, πλην των δύο παραπάνω μεγάλων εργοστασίων, από μικρές βιοτεχνίες και εργαστήρια. Το εργοστάσιο Φωταερίου μετά το κλείσιμό του μετατρέπεται σε νεότερο βιομηχανικό μνημείο, ανοιχτό μουσείο, που σήμερα στεγάζει την «Τεχνόπολι» του Δήμου Αθηναίων.
Γύρω από τα εργοστάσια και τους παραγωγικούς χώρους αναπτύσσεται τον 19ο αιώνα η κατοικία των λαϊκών τάξεων που απασχολούνται στην περιοχή, πραγματικότητα που ορίζει τόσο τη συνοικία του Κεραμεικού όσο και του Μεταξουργείου και του Γκαζιού ως περιοχές μικτών χρήσεων παραγωγής, κατοικίας αλλά και εμπορίου και αναψυχής. Αργότερα, η κοινωνική γεωγραφία της κατοίκησης διευρύνεται και μετασχηματίζεται, στον βαθμό που μεταλλάσσεται ή συρρικνώνεται ο παραγωγικός της χαρακτήρας. Σήμερα η κοινωνική σύνθεση των κατοίκων είναι διαταξική και πολυφυλετική, ενώ ο χαρακτήρας των περιοχών, μετά την απομάκρυνση των οχλουσών χρήσεων, παραμένει πολυλειτουργικός.
Μεταξουργείο και Κεραμεικός διαθέτουν επαρκές οικιστικό απόθεμα σε σύγχρονες πολυκατοικίες αλλά και κτίρια λαϊκής και αστικής κατοικίας από την εποχή του νεοκλασικισμού και του μοντέρνου κινήματος. Πολλά, μαζί με την κατοικία, περιλαμβάνουν καταστήματα και εργαστήρια. Οι δύο συνοικίες διαθέτουν χώρους κατάλληλους για μικρή παραγωγή, εμπόριο και άλλες δραστηριότητες του τριτογενούς τομέα. Καθώς γειτνιάζουν ή περιλαμβάνουν σημαντικά ιστορικά μνημεία μπορούν να φιλοξενήσουν στους χώρους που διαθέτουνυπηρεσίες πολιτιστικού τουρισμού, συμβατού με το πνεύμα του τόπου.
Ο Βοτανικός αναπτύσσεται ως βιομηχανική περιοχή, της οποίας η παραγωγική βάση πλήττεται σταδιακά με την κρίση αποβιομηχάνισης στη δεκαετία του 1980. Ορίζεται, πλην της Ιεράς Οδού, από τη λεωφόρο Κωνσταντινουπόλεως, τη λεωφόρο Πέτρου Ράλλη και φτάνει μέχρι το Ρουφ. Η ονομασία της προέρχεται από τον «Βοτανικό Κήπο Αθηνών», στον χώρο του Γεωπονικού Πανεπιστημίου, στον οποίο διατηρείται και σήμερα τμήμα του ιστορικού Βοτανικού Κήπου. Ένας αριθμός από τα μεγάλα κτίρια που έμειναν αδρανή στέγασε και στεγάζει τα γνωστά διασκεδαστήρια υψηλής όχλησης, που σε ορισμένες περιπτώσεις ελέγχονται από τη μαφία της νύχτας. Η ίδια πραγματικότητα έχει φτάσει κοντά στο Γκάζι και η οχλούσα διασκέδαση έχει αναπτυχθεί γύρω από τη νέα πλατεία με το μετρό του Κεραμεικού.. Οι ιστορικές παραγωγικές χρήσεις δεν εκτόπισαν την κατοικία, η σημερινή μορφή και πυκνότητα της αναψυχής όμως λειτουργεί ανταγωνιστικά, συμπιέζει τη γειτονιά και εκτοπίζει την κατοικία.
Ο Βοτανικός διαθέτει μεγάλες ανενεργές εκτάσεις που μπορούν να ενεργοποιηθούν για την ανάπλαση της περιοχής, θέση που διατυπώθηκε έμπρακτα στον αγώνα για τη δημιουργία Μητροπολιτικού Πάρκου Αθήνας/Αττικής στον Ελαιώνα, στους αγώνες για να σταματήσουμε το Mall Βωβού και τις συναφείς τριτογενείς χρήσεις του δήμου Αθηναίων. Στον άξονα της Κωνσταντινουπόλεως και τους παρακείμενους δρόμους έχουν αναπτυχθεί χώροι πολιτισμού, συμβατοί με την επιθυμητή κλίμακα και την πολυλειτουργικότητα της συνοικίας. Η υπογειοποίηση του προαστιακού, στα τμήματα που οι προτάσεις των συλλογικών φορέων και των κινημάτων των κατοίκων έγιναν αποδεκτές, θα λειτουργήσει ενοποιητικά για τα ασύνδετα μεταξύ τους τμήματα της συνοικίας, που διαχωρίζουν οι σημερινές γραμμές του τρένου.
Συνοψίζοντας, οι τρεις συνοικίες διαθέτουν σημαντικές χωρικές προϋποθέσεις ανασυγκρότησης. Πρώτ’ απ’ όλα, το κτιριακό τους απόθεμα μπορεί να περιλάβει πολλές χρήσεις, στηρίζοντας την επιθυμητή πολυλειτουργικότητα. Επιπλέον, οι συνοικίες έχουν διαχρονική ταυτότητα, την οποία συνθέτουν αρχαία και νεότερα μνημεία, χώροι παραγωγής και κατοικίας. Εγκλείουν ελεύθερους χώρους μεγάλης και μικρής κλίμακας που αποτελούν σημαντικά αποθέματα για αναπλάσεις και συνδέονται με τρεις σταθμούς του μετρό με άλλες περιοχές. Η ανασυγκρότησή τους, όμως, πρέπει να βασιστεί σε συνολικού χαρακτήρα δημόσιες παρεμβάσεις. Από τη μια, σε πολεοδομικά σχέδια και μελέτες και, από την άλλη, σε επενδύσεις από τον δημόσιο προϋπολογισμό, το ΕΣΠΑ ή άλλη αποδεκτή χρηματοδοτική πηγή. Έτσι θα δημιουργηθεί ένα πλαίσιο, βασισμένο στο δημόσιο συμφέρον και τις κοινωνικές ανάγκες, που θα ορίζει και τους κανόνες λειτουργίας της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Η ανασύσταση των κοινωνικών υποδομών της πόλης, η ανάπλαση του οικιστικού αποθέματος και των δημόσιων χώρων, δεν αναβαθμίζουν μόνο τους χώρους της καθημερινής ζωής και τα μέσα συλλογικής κατανάλωσης. Αποτελούν ταυτόχρονα μια από τις πλευρές της παραγωγικής ανασυγκρότησης, η οποία δημιουργεί κοινωνικά χρήσιμες θέσεις εργασίας. Η άλλη πλευρά αφορά την ανασυγκρότηση της μικρής παραγωγής, του λιανικού εμπορίου και του πολιτιστικού τομέα, που ιστορικά αναπτύχθηκαν στις τρεις συνοικίες.
Σήμερα ένα τέτοιο σχέδιο φαίνεται μακρινό. Γιατί η Αθήνα και ιδιαίτερα οι λαϊκές γειτονιές ζουν σε συνθήκες ανθρωπιστικής κρίσης. Γιατί η επιβίωση είναι δύσκολη για χιλιάδες συμπολίτες μας. Γιατί το 60% των νέων, με εξαιρετικά προσόντα και δυνατότητες, φυτοζωούν με κομμένα φτερά. Γιατί οι κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου Αθηναίων (βρεφονηπιακοί σταθμοί, σχολική μέριμνα, δημοτικά ιατρεία, ΚΑΠΗ, πολιτισμός, αθλητισμός, δομές αλληλεγγύης κ.λπ.) συρρικνώνονται, ενώ οι ανάγκες πολλαπλασιάζονται. Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει καταρχάς μία ρήξη: ένα τέλος στα μνημόνια που καταστρέφουν τη ζωή μας. Ταυτόχρονα όμως χρειάζεται ένα σχέδιο για την πόλη και τους ανθρώπους της, που θα στηριχθεί σε υπαρκτούς υλικούς πόρους και ανθρώπινες δυνάμεις, ένα σχέδιο που θα αναπτυχθεί σε διάρκεια χρόνου.
Μπορούμε να καταθέσουμε, για τη δημιουργία αυτού του σχεδίου, καταρχάς, τα αιτήματα που έχουν αναδείξει συλλογικοί φορείς και κοινωνικές ομάδες των τριών συνοικιών. Εδώ έχουν γίνει αγώνες που αποδείχθηκαν νικηφόροι, έχουν περιγραφεί βασικές κοινωνικές προτεραιότητες για την πόλη και τη ζωή των κατοίκων, έχει διαμορφωθεί ένα συλλογικό όραμα, που αποτελεί και την απάντηση στο thereisnoalternative της δημοτικής και της κεντρικής μνημονιακής εξουσίας.
www.fotavgeia.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου