Δευτέρα 11 Ιουλίου 2022

Περί εμπιστοσύνης και δυσπιστίας στην ελληνική κοινωνία της (επιλεκτικής;) ευπιστίας



Marina Skoumpou

Περί εμπιστοσύνης και δυσπιστίας στην ελληνική κοινωνία της (επιλεκτικής;) ευπιστίας
Στο ευσύνοπτο και περιεκτικό βιβλίο «Δυσπιστία. Η αξία μιας μη αξίας» ο Florian Mühlfried τεκμηριώνει το θετικό πρόσημο της δυσπιστίας, η παραδοσιακή θεώρηση της οποίας μάλλον απλουστευτικά την «υποβιβάζει στο αντίθετο της εμπιστοσύνης, σε αυτό που επικρατεί όταν ελλείπει η εμπιστοσύνη – δηλαδή στην απουσία ενός πράγματος και άρα σε πρόβλημα» (Βλ. Φλόριαν Μύλφριντ, Δυσπιστία. Η αξία μιας μη αξίας, εκδ. νήσος, 2021, μτφ. Ι. Μεϊτάνη, σελ. 19). Το αρνητικό πρόσημο της δυσπιστίας που συνάπτεται με την «διαλεκτική πλαισίωσή της ως απουσίας και ως προβλήματος» ευνοώντας την ολοκληρωτική πρόσληψη αυτής με όρους «εργαλειοποίησής της σε μια στρατηγική στιγματισμού» και ανάπτυξης μίας «δυσπιστίας στη δυσπιστία», αποτρέπει την κατανόησή της «ως δυναμικής και βάσης για κινητοποίηση»• γι΄ αυτό και είναι απαραίτητη, κατά τον συγγραφέα, μία «επαναξιολόγηση».

Στο πλαίσιο αυτής της επαναξιολόγησης επισημαίνεται το μάλλον κοινότοπο, πλην όχι τόσο αυτονόητο στις μέρες μας, ότι «η δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρχει όχι μόνο χωρίς εμπιστοσύνη αλλά και χωρίς δυσπιστία» καθώς αυτή «προηγείται και δεν αποκλείει την κινητοποίηση στο πλαίσιο της κοινωνίας των πολιτών». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανάλυση του εύρους της δυσπιστίας, η οποία προκύπτει, κατά τον συγγραφέα, από την αρχική οριοθέτησή της μεταξύ δύο ακραίων σημείων αναφοράς ως «φυγόκεντρης και κεντρομόλου»:

«Η κεντρομόλος δυσπιστία φανερώνεται στην κοινωνική κινητοποίηση με στόχο τον έλεγχο κρατικών ή οικονομικών ενεργειών [….] Αντίθετα η φυγόκεντρος δυσπιστία δεν θέλει να βελτιώσει την κοινωνία, αλλά να αποκοπεί από αυτήν […] (Βλ. όπ.π. σελ. 22)

Και συνεχίζει:

«Η δυσπιστία καταγράφεται ως κεντρομόλος δύναμη γερά ενσωματωμένη στη λειτουργία των δημοκρατικών κοινωνιών. Δρα ρυθμιστικά ως προς την εξουσία και απαιτεί συμμετοχή στα πολιτικά πράγματα. Ο εκτοπισμός της αποτελεί ευαίσθητο δείκτη για την ανάπτυξη συνθηκών ολοκληρωτισμού. Η δυσπιστία τότε δεν μπορεί πια να δρα εποικοδομητικά με κατεύθυνση προς το εσωτερικό, αλλά παράγει την παραίτηση και την εχθρότητα προς το σύστημα. Η δυσπιστία μετατρέπεται έτσι από κεντρομόλο σε φυγόκεντρο δύναμη» (Βλ. όπ.π. σελ. 45).

Παρατηρώ ότι τις τελευταίες μέρες επανήλθε στην επικαιρότητα το δημοψήφισμα του 2015 και έφερε ξανά μαζί του νέες «επιδόσεις» στο εθνικό μας «σπορ» της… μοιρολογίστρας δημοτικού τραγουδιού με δακρύβρεχτες αναλύσεις για τον διχασμό του «ΝΑΙ ή ΟΧΙ» και (ορθά) ανοικτά εκπεφρασμένη δυσπιστία -για ακόμη μια φορά- για την κυβέρνηση του τότε.
Επειδή γνωρίζω ότι θα μου καταλογιστεί για πολλοστή φορά «αντιπολιτευτικό» κίνητρο (μολονότι περιττό καθότι γνωστός ο...έρωτάς μου με την παρούσα κυβέρνηση), σπεύδω να ξεκαθαρίσω ότι ουδέποτε είδα με καλό μάτι το αναποδογύρισμα του ΟΧΙ σε ΝΑΙ εξ επόψεως, φυσικά, αξιοπιστίας των κυβερνώντων. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι επρόκειτο μάλλον για ένα ακόμη παράδειγμα δικαίωσης του Σ. Καργάκου ο οποίος το 2001 έγραψε ότι στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης «ο ρόλος των κρατών -άρα και των πολιτών- φαίνεται σαν να έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. […] Σήμερα ζούμε το requiem των κρατών και την ανάδυση και ανάδειξη νέων εξουσιών. Οι νέες αυτοκρατορίες δεν θα έχουν πολιτικό αλλά οικονομικό –και δευτερευόντως πνευματικό- χαρακτήρα» (Βλ. Σ. Καργάκου, Παγκοσμιοποίηση. Προς ένα παγκόσμιο ολοκληρωτικό σύστημα εξουσίας, εκδ. Κάκτος, Αθήνα, 2001, σελ. 40) Εύλογη και αναμενόμενη κατά τούτο η δυσπιστία, η αυστηρή κριτική και η αποστροφή για έναν άνευ ουσιαστικού αντικρίσματος διχασμό του λαού καθώς επίσης και για όσους ευθύνονται για αυτόν.

Περιέργως, βέβαια, η ευαισθησία είναι επιλεκτική καθώς δεν είδα να επιδεικνύεται με τον ίδιο ζήλο για έναν όχι απλά εξίσου άθλιο αλλά αθλιότερο διχασμό που μας επεφύλαξε η διαχείριση της πανδημίας του κορωνοϊού μεταξύ εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων πολιτών. Κι είναι αναμφισβήτητα αθλιότερος γιατί σχετίζεται με τα απώτατα όρια δράσης και επέμβασης του κράτους σε ένα ζήτημα, όπως ο εμβολιασμός, που άπτεται της αυτοδιαχείρισης επί του σώματος και όχι απλά και μόνον επί της τσέπης. Κι είναι έτι περαιτέρω αξιοκατάκριτη η επιλεκτική ευαισθησία, ιδίως μερίδας του νομικού κόσμου που είχε πρωτίστως υποχρέωση έναντι της επιστήμης να ανοίξει σοβαρό διάλογο επί της διαχείρισης κι όχι να αρκεσθεί σε "ακρόαση" ενός... "μονόλογου", διότι ο διχασμός της πανδημίας συνοδεύτηκε από έναν άνευ προηγουμένου «εκτοπισμό» και στιγματισμό των διαφωνούντων, οδηγώντας σε αυτό το φαινόμενο που ο Florian Mühlfried περιγράφει ως «βιοπολιτικό πρόγραμμα της απόλυτης οικειοποίησης»:

«[…] Οι κρίσεις εμπιστοσύνης για τις οποίες πολύς λόγος γίνεται, είναι τελικά κρίσεις δυσπιστίας, κατά τις οποίες η δυσπιστία οφείλει να εκτοπιστεί. Εκεί όπου δεν είναι πλέον εφικτή η δυσπιστία απομένει μόνο ένας ολοκληρωτικός χώρος πολιτικής εξουσίας. Ο χώρος αυτός δεν είναι ολοκληρωτικός με την πολιτική-περιγραφική έννοια (δηλαδή ως εξίσωση της πολιτικής εξουσίας του φασισμού και του κομμουνισμού) αλλά μάλλον ως βιοπολιτικό πρόγραμμα της απόλυτης οικειοποίησης. Δεν αρκεί πια να πορεύονται στοιχισμένοι οι πολίτες, πρέπει να είναι και τα συναισθήματά τους στοιχισμένα. Πρέπει να εμπιστεύονται, και μέσω της εμπιστοσύνης αυτής να δεσμεύονται, τόσο συναισθηματικά όσο και νομικά, όπως και στον γάμο, όπου προσδοκάται η πίστη –συναφής ετυμολογικά με την εμπιστοσύνη […]» (Βλ. Φλόριαν Μύλφριντ, όπ.π. σελ. 46).

Περίεργοι καιροί… Δύσπιστοι για δύσπιστους, αξιόπιστοι για επιλεκτικά εύπιστους…


www.fotavgeia.blogspot.com


Δεν υπάρχουν σχόλια: