Τρίτη 22 Μαρτίου 2016

Στα όριά της η πολιτική «τιτλοποίησης» της ΕΚΤ.

Στα όριά της η πολιτική «τιτλοποίησης» της ΕΚΤ.
Του Γ. ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ
Αrt1625 Τρίτη 22 Μαρτίου 2016
Ανάπτυξη και παραγωγική ανασυγκρότηση απαιτούν ανατροπή της λιτότητας.

Μετά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, οι υψηλές αποδόσεις των κρατικών ομολόγων χαρακτήριζαν το επενδυτικό κλίμα, καθώς η αύξηση του επενδυτικού κινδύνου ανέβασε το κόστος δανεισμού. Μετά την υιοθέτηση των μνημονίων σε Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ελλάδα, η εμπιστοσύνη στην ευρωζώνη επανήλθε μερικώς
. Ομως μετά το 2012, με την αναζωπύρωση της αβεβαιότητας με αφορμή την ελληνική κρίση, ο δανεισμός χωρών σαν την Ιταλία, Πορτογαλία αλλά και την Γαλλία, άρχισε να εμφανίζει δυσκολίες εξυπηρέτησής του. Το γεγονός αυτό περιόρισε τις προοπτικές ανάκαμψης και επανέφερε τον κίνδυνο κρίσης δανεισμού στην ευρωζώνη. 
Η λύση που επελέγη ήταν νομισματική και όχι δημοσιονομική. Η ΕΚΤ με την παροχή άφθονης ρευστότητας έσωσε την κατάσταση, εξασφαλίζοντας χρόνο και μέσα για την στήριξη του τραπεζικού συστήματος και των επενδύσεων.

Ταυτόχρονα μειώθηκε ο κίνδυνος διάσπασης της ευρωζώνης, καθώς οι επενδυτές άρχισαν να ‘ξεχνούν’ ότι τα ομόλογα των χωρών του ευρωπαικού ‘νότου’ -εκτός της Ελλάδος- έχουν υψηλό ρίσκο. Η ΕΚΤ τους έπεισε ότι θα κάνει «ο,τι χρεισθεί».

 Παρακολουθήσαμε την την επέκταση του ισολογισμού της ΕΚΤ και παράλληλα την δημιουργία Ταμείου Διάσωσης και την εμπλοκή του ΔΝΤ. Η ποσοτική χαλάρωση έπεισε τους επενδυτές ότι η αγορά ομολόγων υπερχρεωμένων χωρών είναι ‘ακίνδυνη’. Και όμως η εντύπωση αυτή είναι μόνο προσωρινή.
Η χρηματοπιστωτική κρίση απέδειξε ότι υπήρχε υπερεκτίμηση της μακροχρόνιας ασφάλειας της ευρωζώνης.

 Ετσι την στιγμή που η Γερμανία αμφισβήτησε έντονα την ακεραιότητά της, αρνούμενη να εγγυηθεί την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, εκείνη την στιγμή τα επιτόκια των ομολόγων των χωρών της ευρωπαικής «περιφέρειας» αυξήθηκαν δραματικά. 

Μετά το δεύτερο Μνημόνιο, η ‘μετάδοση’ της κρίσης από την ελλάδα ξεχάστηκε, καθώς η εκθεση των ευρωπαικών τραπεζών στα ελληνικά ομόλογα εχει μηδενισθεί. Τώρα όμως άλλοι παράγοντες αποτελούν κινδυνο για την ευρωζώνη, όπως η υφεση, ο αποπληθωρισμός, οι αναταραχές στις διεθνείς αγορές και ο ανταγωνισμός μείωσης των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών. 

Ολοι αυτοί οι παράγοντες έχουν στη βάση τους την υπερχρέωση, η αντιμετώπιση της οποίας με δημοσιονομικά μέτρα εκκρεμεί.

Η ΕΚΤ στις 10 Μαρτίου συνέχισε να παρουσιάζει την δύναμη πυρός του νομισματικού της οπλοστασίου. Αύξησε την παροχή ρευστότητας, μείωσε τα ήδη αρνητικά επιτόκια και άνοιξε την πόρτα σε αγορές επιχειρηματικών ομολόγων και τετραετές δανειακό προγραμμα.
 Αμέσως μειώθηκαν οι διαφορές επιτοκίων των ιταλικών και ισπανικών ομολόγων με τα γερμανικά. Η Ελλάδα βέβαια, δεν μπορεί να επωφεληθεί από αυτή την ευνοική κατάσταση, καθώς οι όροι του μνημονίου δεν το επιτρέπουν. 

Με το δεύτερο μνημόνιο, έχουν χαμηλώσει τα επιτόκια του ΕΦΣΦ/ΕΣΜ, αλλά η κατάσταση δεν έχει επικαιροποιηθεί ώστε να λαμβάνει υπόψη το πρόσφατο καθεστώς αρνητικών επιτοκίων. Το κόστος δανεισμού της Ιταλίας π.χ. είναι πλέον πολύ χαμηλό, μικρότερο από το ελληνικό και δεν απαιτείται να μπεί η χώρα σε μνημόνιο, παρά το τεράστιο χρέος της και τον μεγάλο όγκο μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών της.

 Ενώ δηλαδή η Ιταλία στηρίζεται με νομισματικά μέτρα, η Ελλάδα υφίσταται δημοσιονομική σύνθλιψη.

ΔΝΤ και ΕΕ υπόσχονται ότι με τα μνημόνια θα καταστήσουν την Ελλάδα «κανονική χώρᨻ δηλαδή επενδυτικά ασφαλή.
 Βέβαια αυτή η διαβεβαίωση, δεν θα καταστήσει τις επενδύσεις στα ελληνικά ομόλογα απαλλαγμένες κινδύνου, όσο αυτή βαρύνεται από μη εξυπηρετήσιμο χρέος
Διότι το μάθημα από την ευρωπαική κρίση είναι ότι τά κρατικά ομόλογα, ακόμη και των οικονομικά ισχυρών χωρών της ευρωζώνης, δεν θα έπρεπε εξ αρχής να θεωρούνται ασφαλή. 

Είναι πλέον φανερό ότι η νομισματική επέκταση, διευκόλυνε μεν την διάσωση των τραπεζών, αλλά και την διατήρηση μεγάλου τμήματος του παραγωγικού δυναμικού σε κατάσταση υπερχρέωσης (κόκκινα δάνεια). 
Ετσι, την επενδυτική στασιμότητα συνοδεύει η απο-επένδυση. Επομένως η νομισματική πολιτική έχει φθάσει στα όριά της και η υπερχρέωση απαιτεί δημοσιονομικά μέτρα και όχι μόνο τιτλοποιήσεις. 

Χωρίς ανατροπή της λιτότητας και δημοσιονομική επέκταση, με την συντονισμένη δράση των μεγάλων ευρωπαικών χωρών που διαθέτουν πλεονάσματα, το πρόβλημα χρέους θα παραμείνει κρυμμένο στα κόκκινα δάνεια, τους τραπεζικούς ισολογισμούς, την ύφεση και την απουσία ζήτησης στην αγορά προιόντων και υπηρεσιών.

Η λύση για την αναθέρμανσηση της οικονομίας και την υπέρβαση της υπερχρέωσης, είναι αναδιάρθρωση χρέους, επενδύσεις και ανάπτυξη.

 Η διατήρηση της συνοχής της ευρωζώνης κάνει πλέον απαραίτητη την αλλαγή πολιτικής. 

Πρός το παρόν όμως η Γερμανία, εξακολουθεί να αρνείται την αμοιβαιοποίηση του χρέους και την χρήση των πλεονασμάτων της ως επενδυτικό μοχλό για την ανάκαμψη. 

Πιθανότατα θα επανέλθουμε στην συζήτηση του «πακέτου Γιούνκερ» που όμως, καθώς βασίζεται σε ιδιωτική μόχλευση και δημοσιονομική ευρωστία, θα επιτρέψει στην ισχυρότερη οικονομία που διαθέτει δημοσιονομικο πλεόνασμα, να επεκτείνει την οικονομική της ηγεμονία. 

Θα είναι νεοελληνική τραγωδία, αν η αλλαγή πολιτικής διατηρήσει την χώρα σε ‘καραντίνα’ λιτότητας και καταστροφή του ενδογενούς δυναμικού παραγωγικής ανασυγκρότησης. Το θέμα των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων θα προσφέρει μια πρώτη ένδειξη.

www.fotavgeia .blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: