Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2023

«Το τζιχάντ της ηρωίνης»


Αφγανιστάν - Στο διάβα των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και της Ιστορίας
του Ελισαίου Βαγενά
Διεθνή

Με τη συμπλήρωση της επετείου των 20 χρόνων από την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης, που έγινε την 11η Σεπτέμβρη του 2001, και την επάνοδο των Ταλιμπάν1 στη διακυβέρνηση του Αφγανιστάν, «έκλεισε» το «κεφάλαιο» της στρατιωτικής επέμβασης του αμερικανοΝΑΤΟϊκού ιμπεριαλισμού στη χώρα αυτή.

Αξίζει να σημειώσουμε πως ο λαός του Αφγανιστάν βίωσε την ιμπεριαλιστική επέμβαση αμέσως μετά την Επανάσταση του Απρίλη το 1978, που είχε κλονίσει τα θεμέλια του προηγούμενου αστικού καθεστώς. Η πολύπλευρη επέμβαση των ιμπεριαλιστών είχε τότε οδηγήσει στη σοβιετική στρατιωτική βοήθεια στο επαναστατημένο Αφγανιστάν το 1979. Η διάλυση της ΕΣΣΔ και η πλήρης ανατροπή των κατακτήσεων της Επανάστασης του Απρίλη επανέφερε στη χώρα το αστικό καθεστώς, στο οποίο επικράτησαν οι ένοπλες αντιδραστικές ισλαμιστικές οργανώσεις. Ακολούθησε η στρατιωτική επέμβαση, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, πριν 20 χρόνια. Τότε η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης, για την οποία ακόμη και σήμερα εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά ερωτηματικά για το ρόλο των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και άλλων χωρών, αξιολογήθηκε από το ΝΑΤΟ ως «επίθεση εναντίον ενός κράτους-μέλους» του –των ΗΠΑ– με αποτέλεσμα την ενεργοποίηση του άρθρου 5 και την έναρξη της ιμπεριαλιστικής επέμβασης των ΑμερικανοΝΑΤΟϊκών στο Αφγανιστάν. Η αρνητική απάντηση του ένοπλου αντιδραστικού κινήματος των Ταλιμπάν, που είχε την αστική διακυβέρνηση στο Αφγανιστάν, να παραδώσει τον Μπιν Λάντεν, επικεφαλής της επίσης αντιδραστικής ισλαμιστικής οργάνωσης Αλ Κάιντα η οποία ανέλαβε την ευθύνη για τις επιθέσεις στις ΗΠΑ, αποτέλεσε το πρόσχημα της αμερικανοΝΑΤΟϊκής επέμβασης.

ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, με τη συνδρομή και πολλών άλλων χωρών, προχώρησαν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν. Είναι χαρακτηριστικό πως συνέδραμαν ακόμη και χώρες που βρίσκονται σε αντιπαλότητα με το ΝΑΤΟ, όπως π.χ. η Ρωσία, η οποία επέτρεψε τη χρήση του εναέριου χώρου της και βάσεων στο έδαφός της για την υλοποίηση αυτών των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Ακόμη και το Ιράν, που έχει καταγραφεί από τις ΗΠΑ στο λεγόμενο «άξονα του κακού», στήριξε με τον τρόπο του αυτήν τη στρατιωτική επιχείρηση, ενισχύοντας την ένοπλη εξέγερση των σιιτών Χαζάρων ενάντια στους Ταλιμπάν. Η συνολική εξέλιξη βοήθησε τη λεγόμενη «Βόρεια Συμμαχία», των ισλαμιστών «πολέμαρχων», που από το 1996 βρίσκονταν σε ένοπλη σύγκρουση με τους Ταλιμπάν. Επρόκειτο για «εμφύλια» σύγκρουση των δυνάμεων που είχαν επικρατήσει μετά την οριστική ανατροπή της Επανάστασης του Απρίλη του 1978. Έτσι, το 2001 ανατράπηκε η πρώτη περίοδος της διακυβέρνησης των Ταλιμπάν (1996-2001) και εγκαθιδρύθηκε με τις «λόγχες» του ΝΑΤΟ ένα αστικό καθεστώς στο οποίο βρέθηκαν θέσεις για τους εκπροσώπους εκείνου του τμήματος της αστικής τάξης του Αφγανιστάν που συνέδεε τις επιδιώξεις του με τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή, μεταξύ αυτών και του πρώην βασιλιά Μοχάμεντ Ζαχίρ Σαχ και των αυλικών του.

«Τίτλοι τέλους» γι’ αυτό το καθεστώς και τη στρατιωτική επέμβαση των ΑμερικανοΝΑΤΟϊκών ιμπεριαλιστών στο Αφγανιστάν έπεσαν με τη συμφωνία της Ντόχα, την οποία υπέγραψε η προηγούμενη αμερικανική ηγεσία (με τον Τραμπ) και εφάρμοσε η σημερινή (με τον Μπάιντεν), ολοκληρώνοντας την αποχώρηση των ΑμερικανοΝΑΤΟϊκών και την ανάληψη εκ νέου της διακυβέρνησης από το ένοπλο αντιδραστικό κίνημα των Ταλιμπάν. Η αποχώρηση των στρατιωτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ ανέδειξε, μεταξύ άλλων, πως ακόμη και η ισχυρότερη πολιτικοστρατιωτική δύναμη του πλανήτη δεν είναι παντοδύναμη, όπως προσπαθούν να μας την παρουσιάσουν τα αστικά κόμματα στη χώρα μας, αλλά είναι αναγκασμένη να λαμβάνει υπόψη της αλλαγές στο συσχετισμό δύναμης που μπορεί να υπάρξουν σε μία χώρα, σε μία περιφέρεια χωρών και παγκόσμια.



Ορισμένα στοιχεία για το Αφγανιστάν


Δεν μπορούμε να αποφύγουμε την αναφορά καταρχάς σε ορισμένα γεωγραφικά στοιχεία, απαραίτητα για την κατανόηση των παλιότερων και σύγχρονων πολιτικών εξελίξεων. Έτσι, είναι ανάγκη να αναφέρουμε πως το Αφγανιστάν, που είναι μια χώρα εξολοκλήρου ορεινή και περίκλειστη, δηλαδή δεν έχει πρόσβαση στη θάλασσα, έχει έκταση 652.864 τετ. χλμ. και ο πληθυσμός της χώρας υπολογίζεται από 32 έως και σχεδόν 40 εκατομμύρια κατοίκους. Οι διαφορετικοί υπολογισμοί προκύπτουν από το γεγονός της μετανάστευσης πολλών εκατομμυρίων. Ακόμη και σε ειρηνικές περιόδους εκτιμιόταν πως κάθε χρόνο 2-3 εκατομμύρια κάτοικοι της χώρας περνούσαν τα έτσι κι αλλιώς ανύπαρκτα σύνορα με το Πακιστάν.

Το Αφγανιστάν συνορεύει βόρεια με το Τατζικιστάν, το Τουρκμενιστάν και το Ουζμπεκιστάν. Οι πρώην αυτές Σοβιετικές Δημοκρατίες έχουν μια τεράστια συνοριακή γραμμή, συνολικού μήκους 2.400 χλμ., με το Αφγανιστάν. Επιπλέον, στα βορειοανατολικά, μια στενή λωρίδα γης συνδέει τη χώρα αυτή με την περιοχή Σιντζιάνγκ Ουιγκούρ της Κίνας, με μήκος συνόρων 80 χλμ., καθώς και με το κρατίδιο Τζαμού και Κασμίρ (που τα διεκδικούν το Πακιστάν και η Ινδία) με μήκος συνόρων 320 χλμ. Στα ανατολικά και νότια συνορεύει με το Πακιστάν με συνολικό μήκος συνόρων 1.810 χλμ. και δυτικά με το Ιράν, με μήκος συνόρων 820 χλμ.

Το Αφγανιστάν είναι μια ορεινή χώρα, με μέσο υψόμετρο 2.500 μέτρα που φτάνει έως και τα 7.600 μέτρα, και με την πρωτεύουσα Καμπούλ να βρίσκεται στα 1.700 μέτρα από το ύψος της θάλασσας.




Σύνθετη είναι και η εθνολογική σύνθεση της χώρας, μια και μιλάμε για ένα «μωσαϊκό» εθνών και εθνοτήτων, με κύρια δύναμη τους Παστούν, που σύμφωνα με εκτιμήσεις αποτελούν σχεδόν το 50% του λαού του Αφγανιστάν (και έχουν και την ηγεσία των Ταλιμπάν). Επιπλέον, πρέπει να αναφέρουμε πως οι Παστούν είναι μια ισχυρή μειονότητα (15%) στο γειτονικό Πακιστάν, όπου ζούνε πάνω από 43 εκατομμύρια Παστούν, δηλαδή διπλάσιοι απ’ ό,τι στο Αφγανιστάν. Επίσης στο Αφγανιστάν υπάρχουν Τατζίκοι (25%), Ουζμπέκοι (10%), Χαζάροι (10%, που διαφέρουν και στο θρήσκευμα, αφού, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους που είναι σουνίτες, ακολουθούν το σιιτικό θρησκευτικό δόγμα και προσεγγίζουν έτσι το Ιράν) και άλλες εθνικές μειονότητες. Το γεγονός πως για πολλές δεκαετίες δεν έχει γίνει καταγραφή του πληθυσμού οδηγεί σε αμφισβήτηση των παραπάνω εκτιμήσεων. Έτσι, μιλώντας από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ο Πρόεδρος του Τατζικιστάν, Εμομαλί Ραχμόν, υποστήριξε το Σεπτέμβρη του 2021 πως οι Τατζίκοι αποτελούν το 46% του πληθυσμού του Αφγανιστάν.2




Καθόλου λοιπόν τυχαία, οι ΑμερικανοΝΑΤΟϊκοί ιμπεριαλιστές επιδίωξαν με τις λεγόμενες Συμφωνίες της Βόννης, την ίδια κιόλας χρονιά της επέμβασής τους στο Αφγανιστάν (2001), να διευθετήσουν ακόμη και τεχνικές λεπτομέρειες της εκπροσώπησης των εθνικών ομάδων στο νέο αστικό πολιτικό σύστημα που επιβλήθηκε με την ισχύ των όπλων του ΝΑΤΟ και την άτακτη (τότε) υποχώρηση των Ταλιμπάν προς το Πακιστάν και τα βουνά.3 Όπως θα δούμε παρακάτω, το γεγονός πως η νέα διακυβέρνηση των Ταλιμπάν δεν έχει κρατήσει σχετικές ισορροπίες αποτελεί ζήτημα τριβής με γειτονικές χώρες, αλλά και πιθανής μελλοντικής πολιτικής αστάθειας.

Το Αφγανιστάν δεν έχει ιδιαίτερα ανεπτυγμένες παραγωγικές δυνάμεις και είναι μια φτωχή, αγροτική χώρα, γεγονός που οξύνθηκε στις συνθήκες της ιμπεριαλιστικής επέμβασης. Πριν ακόμα ξεκινήσει η πανδημία του Covid-19, υπολογιζόταν ότι το 47,3% του πληθυσμού ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας. Το 2020, το αφγανικό ΑΕΠ έφτανε μόλις τα 19,81 δισ. δολάρια, με το 42,9% να καλύπτεται από την «ξένη βοήθεια».4



Οι σύγχρονες εξελίξεις


ΘΕΣΗ «ΜΑΓΝΗΤΗΣ» ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

Ας δούμε όμως γιατί το Αφγανιστάν, μια τόσο φτωχή και ορεινή χώρα, ενδιαφέρει τόσο πολύ τις διάφορες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.

Σαφώς και τα προσχήματα του λεγόμενου «πολέμου με την τρομοκρατία», που αξιοποίησαν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και στα οποία επιμένει και ο σημερινός Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, είναι ανεπαρκέστατα στην ερμηνεία των γεγονότων. Ανυπόστατη είναι και η ερμηνεία άλλων αστών πολιτικών, όπως του Εμμ. Μακρόν, Προέδρου της Γαλλίας, περί επιδίωξης «εξαγωγής της δημοκρατίας» που απέτυχε. Στην ίδια ρότα, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δ. Παπαδημούλης, «ξεπλένοντας» για άλλη μια φορά τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, ταύτισε την ιμπεριαλιστική επέμβαση με τη σοβιετική διεθνιστική βοήθεια λέγοντας πως «η δημοκρατία και η επανάσταση δεν εξάγονται». Ούτε βέβαια οι αιτίες της ιμπεριαλιστικής επέμβασης μπορούν να βασιστούν σε αναλύσεις από τη σφαίρα της ψυχοδιαγνωστικής, περί «έπαρσης» της υπερδύναμης.5

Η μεγάλη σημασία του Αφγανιστάν βρίσκεται στη δεδομένη στρατηγική γεωγραφική θέση του, ανάμεσα στην Κεντρική Ασία, στον Περσικό Κόλπο και τον Ινδικό Ωκεανό ή, όπως έχει χαρακτηριστεί, στο «μαλακό υπογάστριο» της Ρωσίας και της Κίνας, καθώς και στο σημαντικό ορυκτό πλούτο του.



ΟΡΥΚΤΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ

Ο ορυκτός πλούτος της περιοχής ενδιαφέρει τα μονοπώλια, ιδιαίτερα στη σημερινή περίοδο της «πράσινης ανάπτυξης». Το Αφγανιστάν διαθέτει πλούσια ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα ορυκτών πρώτων υλών, η αξία των οποίων εκτιμάται από 1 έως 3 τρισ. δολάρια, στο 30% των εξερευνημένων εδαφών. Ειδικότερα, διαθέτει τεράστια αποθέματα μεταλλευμάτων, κυρίως χαλκού, σιδήρου, χρυσού, μολύβδου και λιθίου. Στην εποχή της «πράσινης ανάπτυξης» το λίθιο χαρακτηρίζεται ως η «νέα βενζίνη», αφού είναι βασικό συστατικό στην κατασκευή μπαταριών που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία της ηλεκτροκίνησης και όχι μόνο. Στον τομέα αυτό επενδύουν τεράστια ποσά η Κίνα και οι ΗΠΑ, αλλά και ισχυρές δυνάμεις της ΕΕ όπως η Γερμανία. Υπολογίζεται πως μια αύξηση της τάξης του 1% στην παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων παγκοσμίως θα αυξήσει τη ζήτησή του περισσότερο από 40%. Είναι φανερό επομένως ότι η δέσμευση μεγάλων κοιτασμάτων λιθίου ανά τον κόσμο δίνει ισχυρό προβάδισμα στον ανταγωνισμό.6



ΔΥΝΗΤΙΚΟΣ ΚΟΜΒΟΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ

Η στρατηγική γεωγραφική θέση που κατέχει το Αφγανιστάν το καθιστά πιθανό «κόμβο» ενεργειακών και μεταφορικών δρόμων. Τον έλεγχό του είχαν για 20 χρόνια οι ΗΠΑ, εμποδίζοντας την κατασκευή μιας σειράς αγωγών ενέργειας, δρόμων μεταφοράς εμπορευμάτων, π.χ. από την Κίνα προς το Ιράν.

Το Αφγανιστάν, όπως και άλλες περιοχές στις οποίες σήμερα οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, βρίσκεται σε σημείο κομβικό για να περάσουν αγωγοί και μεταφορικοί δρόμοι.

Τα μονοπώλια δεν ενδιαφέρονται μόνο για την εκμετάλλευση των πηγών ενέργειας, αλλά και για το πώς αυτός ο ορυκτός πλούτος θα φτάσει στις αγορές. Έτσι, τα μονοπώλια που έχουν την παραγωγή των εμπορευμάτων τους στην Κίνα, στην Ινδία, στο Πακιστάν, εκμεταλλευόμενα το φθηνό εργατικό δυναμικό σε αυτές τις χώρες, δεν παύει να τα ενδιαφέρει επιπλέον και το πώς αυτά τα προϊόντα θα φτάσουν το ταχύτερο δυνατό στις αγορές, π.χ. της Ευρώπης, μειώνοντας το κόστος των θαλάσσιων μεταφορών, χαράζοντας και χερσαίους δρόμους, αυτοκινητόδρομους, σιδηρόδρομους κ.ο.κ.

Ο Μαρξ σημειώνει για τη σημασία των μεταφορών: «…η ανάπτυξη των μέσων μεταφοράς και επικοινωνίας συντομεύει το χρόνο κυκλοφορίας για μια δοσμένη ποσότητα εμπορευμάτων, αντίστροφα, η ίδια η πρόοδος και η δυνατότητα που διαμορφώνεται με την ανάπτυξη των μέσων μεταφοράς και επικοινωνίας δημιουργούν την ανάγκη να εργάζονται για όλο και πιο απομακρυσμένες αγορές, κοντολογίς για την παγκόσμια αγορά. Η μάζα των εμπορευμάτων που βρίσκονται στο δρόμο και ταξιδεύουν προς μακρινά σημεία αυξάνει τεράστια, γι’ αυτό αυξάνει απόλυτα και σχετικά και το μέρος του κοινωνικού κεφαλαίου που βρίσκεται διαρκώς για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα στο στάδιο του εμπορευματικού κεφαλαίου, στην περίοδο της κυκλοφορίας. Έτσι αυξάνει ταυτόχρονα και το μέρος του κοινωνικού πλούτου που, αντί να χρησιμεύει σαν άμεσο μέσο παραγωγής, δαπανιέται για μέσα μεταφοράς και επικοινωνίας και για το πάγιο και κυκλοφοριακό κεφάλαιο που απαιτείται για τη λειτουργία τους (…) Είναι αυτονόητο πως όταν είναι μεγαλύτερος ο χρόνος κυκλοφορίας των εμπορευμάτων μεγαλώνει ο κίνδυνος μιας αλλαγής των τιμών στην αγορά πούλησης, επειδή μεγαλώνει η περίοδος, που στη διάρκειά της μπορεί να επέλθουν αλλαγές στις τιμές.»7 Κάτι που σημαίνει πως τα μονοπώλια βρίσκονται σε μια διαρκή προσπάθεια αναζήτησης και χάραξης νέων δρόμων για την όσο γίνεται ταχύτερη μεταφορά των εμπορευμάτων.

Υπάρχουν μια σειρά σχέδια για δρόμους μεταφοράς μέσω του Αφγανιστάν. Πρόκειται για αγωγούς φυσικού αερίου, σιδηροδρομικά δίκτυα, δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αυτοκινητόδρομους.




Βασικό σχέδιο αγωγού φυσικού αερίου στην περιοχή είναι ο TAPI (που θα διέρχεται από το Τουρκμενιστάν, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και την Ινδία), 1.735 χλμ., που σχεδιάζεται να μεταφέρει 33 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως, όπως και η παραλλαγή του, ο TAP (συντομογραφία από τα αρχικά των Τουρκμενιστάν, Αφγανιστάν, Πακιστάν και χωρίς την Ινδία). Ο συγκεκριμένος αγωγός αρχικά ενδιέφερε τους Αμερικανούς, που θεωρούσαν πως θα πετύχουν μακροχρόνια την απεξάρτηση της περιοχής από το ιρανικό αέριο, αλλά και θα αδυνατίσουν αυτά που παίρνει σήμερα η Κίνα από το Τουρκμενιστάν. Στην πορεία όμως ο αγωγός άρχισε να ενδιαφέρει και το ρωσικό κεφάλαιο, διότι, εάν κάποτε κατασκευαστεί, ακόμη και αν στην αρχή δε μεταφέρει ρωσικό αέριο, προοπτικά και λαμβάνοντας υπόψη ότι από τη σοβιετική εποχή το δίκτυο του Τουρκμενιστάν συνδέεται με αυτό της Ρωσίας, θα μπορούσε η Ρωσία να βρει διέξοδο στις αγορές του Πακιστάν και της Ινδίας. Να σημειωθεί πως το ρωσικό κεφάλαιο πριμοδοτεί και την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου «Pakistan Stream», από το Καράτσι προς την ενδοχώρα του Πακιστάν, που θα μπορεί να μεταφέρει 12,4 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως, κυρίως από υγροποιημένο αέριο, αλλά και με τη διασύνδεσή του με τον TAPΙ.

Η στάση των Ταλιμπάν απέναντι στην κατασκευή αυτού του αγωγού είχε διακυμάνσεις όλα αυτά τα χρόνια. Έτσι, αρχικά εκφράστηκαν θετικά και μάλιστα δήλωσαν πως μπορούν να αναλάβουν την ασφάλεια του αγωγού. Στην πορεία, ωστόσο, εκτίμησαν πως, όσο διαρκεί η κατοχή, δεν μπορεί να προχωρήσει η κατασκευή του. Σήμερα εμφανίζονται πάλι θετικοί.

Αντίθετη με τον παραπάνω αγωγό είναι σίγουρα η Τουρκία, αφού επιδιώκει να γίνει αυτή «κόμβος» ενέργειας για το αέριο του Τουρκμενιστάν. Ούτε το Ιράν ενδιαφέρεται, μια και αυτό ήδη κατασκεύασε αγωγό φυσικού αερίου που φτάνει έως τα σύνορα του Πακιστάν και φιλοδοξεί να επικρατήσει το δικό του σχέδιο μεταφοράς αερίου μέσω Πακιστάν προς την Ινδία. Πιθανότατα και η Κίνα να μην ενδιαφέρεται, αφού σήμερα αυτή λαμβάνει μεγάλες ποσότητες αερίου από το Τουρκμενιστάν και τη Ρωσία, που στην περίπτωση κατασκευής του TAPI θα πρέπει να τις διαπραγματευτεί με άλλους όρους. Ωστόσο, σε περίπτωση που δεν μπορέσει να εμποδίσει την κατασκευή του, φέρεται να δουλεύει την κατασκευή επιπλέον «γραμμής» που, αντί για την Ινδία, θα κατευθύνει το φυσικό αέριο προς τα εδάφη της.

Βασικοί μεταφορικοί δρόμοι είναι αυτοί που σχεδιάζει η Κίνα (με κατεύθυνση προς Πακιστάν, προς τα λιμάνια του, αλλά και παραπέρα στο Ιράν). Τους βλέπει σαν κομμάτι του «Δρόμου του μεταξιού». Αλλά και η Τουρκία θέλει το δικό της δρόμο (Αζερμπαϊτζάν, Γεωργία, Κασπία, Τουρκμενιστάν, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Ινδία), που μάλιστα τον έχει «βαφτίσει» δρόμο του «Λάπις Λάζουλι», από την ονομασία ενός ημιπολύτιμου πετρώματος του Αφγανιστάν.

Υπάρχουν επίσης σχέδια μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας από υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις στο Κιργιστάν και στο Τατζικιστάν προς το Πακιστάν μέσω του Αφγανιστάν.



ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ

Την ίδια ώρα, πρέπει να σημειώσουμε πως η αμερικανοΝΑΤΟϊκή κατοχή επέδρασε ενισχυτικά και για την παραγωγή και το εμπόριο των ναρκωτικών, που «ανθεί» στο σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο. Έτσι, εξαιτίας της ιμπεριαλιστικής κατοχής, το Αφγανιστάν αναδείχτηκε στην 1η θέση της παραγωγής οπίου παγκοσμίως. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, την περίοδο 2015-2020 το Αφγανιστάν παρήγαγε το 83% της παγκόσμιας παραγωγής οπίου, διπλασιάζοντας το ποσοστό που κάλυπτε στην παγκόσμια παραγωγή επί της πρώτης διακυβέρνησης των Ταλιμπάν. Οι υπηρεσίες του ΟΗΕ υπολογίζουν τα «έσοδα» από αυτήν την παραγωγή –που γίνεται κυρίως στις νότιες περιοχές τις οποίες έλεγχαν οι Ταλιμπάν– στα 6,6 δισ. δολάρια.8 Σε πάνω από 2 εκατομμύρια εκτιμώνται οι εξαρτημένοι από την ηρωίνη στο ίδιο το Αφγανιστάν, ενώ η βασική «ροή» της ηρωίνης –έως και το 95%– κατευθύνεται προς τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες, τη Ρωσία, τις χώρες της Ευρώπης, και μόνο το 1% φτάνει στις ΗΠΑ.



Η ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΝΑΤΟΪΚΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ

Γι’ αυτούς λοιπόν τους λόγους έγινε η ιμπεριαλιστική επέμβαση το 2001. Στόχος των ΗΠΑ δεν ήταν ούτε ο λεγόμενος «πόλεμος με την τρομοκρατία», ούτε η «δημοκρατία», αλλά ο έλεγχος της στρατηγικής θέσης που καταλαμβάνει το Αφγανιστάν, που βρίσκεται στο «τρίγωνο» μεγάλων ανταγωνιστών τους (Κίνα, Ρωσία, Ινδία), αλλά και σημαντικών «περιφερειακών» δυνάμεων, όπως του Ιράν και του Πακιστάν, και μπορεί να αποτελέσει κρίσιμο «σημείο» στη χάραξη νέων ενεργειακών, μεταφορικών δρόμων. Πριν 20 χρόνια το Κόμμα μας αποκάλυψε αυτά τα ζητήματα, όπως και το ζήτημα του μεγάλου ορυκτού πλούτου, καταρρίπτοντας τα προσχήματα των ιμπεριαλιστών που αναπαρήγαγαν τα υπόλοιπα ελληνικά κόμματα.

Για 20 χρόνια οι ΗΠΑ εμπόδισαν την κατασκευή μιας σειράς αγωγών ενέργειας, δρόμων μεταφοράς εμπορευμάτων, π.χ. από την Κίνα προς το Ιράν. Χάρη στη ΝΑΤΟϊκή κατοχή τα κινεζικά και ρωσικά μονοπώλια έμειναν μακριά από τις πρώτες ύλες που διαθέτει το Αφγανιστάν. Για παράδειγμα, κινεζικές εταιρίες αναγκάστηκαν να σταματήσουν την εξόρυξη χρυσού που είχαν ξεκινήσει.

Σήμερα οι αμερικανικές προτεραιότητες μετατοπίζονται προς τον Ειρηνικό Ωκεανό, στην αντιπαράθεσή τους με την Κίνα για την πρωτοκαθεδρία στο καπιταλιστικό σύστημα. Αυτό τις οδηγεί σε ανασχεδιασμό των στρατιωτικών τους εγκαταστάσεων.

Η επικράτηση των Ταλιμπάν έγινε με αρκετά γρήγορους ρυθμούς και συνδέθηκε με την αποχώρηση των αμερικανικών και ΝΑΤΟϊκών ενόπλων δυνάμεων, μετά από τη συμφωνία της Ντόχα (2020) στην οποία κατέληξαν ΗΠΑ-Ταλιμπάν. Υπάρχουν ερωτηματικά, αλλά όλα δείχνουν πως δε μιλάμε για αμερικανική στρατιωτική ήττα και στρατιωτική νίκη των Ταλιμπάν στα πεδία των μαχών, αλλά για παράδοση της διακυβέρνησης από τους Αμερικανούς στους Ταλιμπάν.

Για τις ΗΠΑ, ήταν φανερή η οικονομική «αιμορραγία» πολλών δισεκατομμυρίων που είχαν αυτά τα χρόνια για να διατηρήσουν με στρατιωτικά μέσα μια μορφή ενός αστικού καθεστώτος που είχαν «πλάσει», όπως είδαμε, χωρίς ιδιαίτερη αντοχή.

Σήμερα, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ αποχώρησαν στρατιωτικά από το Αφγανιστάν, αλλά αυτό δε σημαίνει πως αποχώρησαν και τα συμφέροντά τους.

Προσδοκούν πως τα υπαρκτά και διαφορετικά συμφέροντα ντόπιων φυλάρχων-καπιταλιστών και ξένων δυνάμεων (Κίνα, Ρωσία, Πακιστάν, Ινδία, Τουρκία, Ιράν, Κατάρ κ.ο.κ.) θα δράσουν ως νέα «εύφλεκτη ύλη» για τη δημιουργία γενικότερου κλίματος «αποσταθεροποίησης», εμποδίζοντας την προώθηση συμφερόντων που είναι ανταγωνιστικά με αυτά των ΗΠΑ και χαράζοντας προοπτικά νέους δρόμους στην περιοχή για τα αμερικανικά μονοπώλια.

Ο σχεδιασμός του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, σε ό,τι αφορά το Αφγανιστάν, εξακολουθεί να υπάρχει, ωστόσο αυτός λαμβάνει υπόψη του τις αλλαγές στο τοπικό, περιφερειακό και διεθνές πεδίο και αλλάζει μέσα και τρόπους με τους οποίους θα προωθηθεί.

Η αστική κυβέρνηση των Ταλιμπάν θα κριθεί το επόμενο διάστημα τόσο για τη δυνατότητά της να διαχειριστεί την αστική εξουσία, προσαρμόζοντάς την σε ορισμένες οπισθοδρομικές πολιτισμικές νόρμες που επιδιώκει να επιβάλει, όσο και στη διαμόρφωση των διεθνών συμμαχιών της. Τα δύο αυτά ζητήματα δε θα είναι καθόλου εύκολα στη διαχείρισή τους.



Η ΣΤΑΣΗ ΑΛΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ

Μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τους Ταλιμπάν, με πρωτοβουλία του Πακιστάν έγινε συνάντηση των επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών Ρωσίας, Τατζικιστάν, Ουζμπεκιστάν, Καζακστάν, Τουρκμενιστάν, Ιράν, Κίνας και Πακιστάν.9 Ωστόσο μπορούμε να παρατηρήσουμε πως η στάση αυτών των γειτονικών χωρών (συμπεριλαμβανομένης και της Ινδίας, που δε συμμετείχε στη συγκεκριμένη συνάντηση), έχει μεγάλες διακυμάνσεις, αφού τα συμφέροντα των αστικών τάξεων της περιοχής διαφέρουν.

Η Κίνα ήδη φέρεται να άνοιξε τη χρηματοδότηση για την κυβέρνηση των Ταλιμπάν, ενώ πιέζει και για το ξεπάγωμα των αποθεματικών στο εξωτερικό. Πληροφορίες αναφέρουν πως οι κινεζικές ένοπλες δυνάμεις ήδη αξιοποιούν την πρώην αμερικανική αεροπορική βάση στο Μπαγκράμ.10

Η Κίνα έχει παρουσιάσει στις άλλες χώρες ένα σχέδιο 5 σημείων για την υιοθέτηση μιας κοινής γραμμής.11 Σε αυτό προβλέπεται: 1) Η απαίτηση προς τις ΗΠΑ να αναλάβουν το κύριο βάρος της οικονομικής «ανασυγκρότησης» του Αφγανιστάν. 2) Αποκατάσταση επαφών με την κυβέρνηση των Ταλιμπάν, αναγνώριση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας και δημιουργία οικουμενικής κυβέρνησης. 3) Οι Ταλιμπάν να προβούν σε πλήρη διαχωρισμό από τρομοκρατικές οργανώσεις που στρέφονται κατά γειτονικών χωρών. 4) Έκτακτη ανθρωπιστική βοήθεια στο λαό του Αφγανιστάν. 5) Διευκόλυνση της περιφερειακής ανάπτυξης κι ενσωμάτωσης του Αφγανιστάν.

Ορισμένες χώρες κινούνται ήδη σε αυτήν την κατεύθυνση. Έτσι, Ουζμπεκιστάν και Τουρκμενιστάν προχώρησαν στην προμήθεια καυσίμων και το Καζακστάν προχώρησε στην προμήθεια σιτηρών.

Η Ρωσία, χωρίς να αναγνωρίζει ακόμη την κυβέρνηση των Ταλιμπάν, τους θεωρεί μια «πραγματικότητα» με την οποία πρέπει να δουλέψει, αλλά την ίδια ώρα προχώρησε σε προειδοποιητικά στρατιωτικά γυμνάσια της Οργάνωσης του Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας στην Κεντρική Ασία.

Εχθρικό προς τους Ταλιμπάν εμφανίζεται το Τατζικιστάν, που η αστική τάξη του πιστεύει πως απειλείται από τις εξελίξεις, ενώ όλο και πιο έντονα εμφανίζεται ως «υπερασπιστής» των δικαιωμάτων της μειονότητας των Τατζίκων.

Το Ιράν συγκλίνει με το Τατζικιστάν και έχει σοβαρές ανησυχίες για τη σύνθεση της νέας αφγανικής κυβέρνησης, όπως και για την καταστολή των δυνάμεων της λεγόμενης «Βόρειας Συμμαχίας» στο Παντσίρ, με τη στρατιωτική στήριξη του Πακιστάν. Το Ιράν δεν επιθυμεί να παίζει το 
Πακιστάν το ρόλο που έπαιζαν ως τώρα οι ΗΠΑ στο Αφγανιστάν κι επιπλέον ενισχύει τις οικονομικές και πολιτικές σχέσεις του με το Τατζικιστάν.

Το δε Πακιστάν, που είναι ο «μεγάλος αδελφός» των Ταλιμπάν, τους στηρίζει πολύπλευρα, ενώ συμμετείχε στρατιωτικά στην καταστολή των δυνάμεων της «Βόρειας Συμμαχίας» και έχει προτείνει στους Ταλιμπάν τη βοήθειά του για την έκδοση νέου χρήματος, όπως και για τη συγκρότηση τακτικού στρατού.12 Την ίδια ώρα δείχνει την ανησυχία του για το ενδεχόμενο διάσπασης των Ταλιμπάν, διαμόρφωσης γενικότερης αποσταθεροποίησης, που θα επηρεάσει και το ίδιο. Στην κατεύθυνση της σταθεροποίησης των εξελίξεων στο Αφγανιστάν και επίδειξης των δυνατοτήτων του, κινητοποιεί και άλλες δυνάμεις, όπως την Τουρκία και το Κατάρ. Ήδη το Κατάρ συνδράμει ουσιαστικά στην επαναλειτουργία του αεροδρομίου της Καμπούλ και των αφγανικών αεροπορικών αερογραμμών. Στις 12-19 Σεπτέμβρη πραγματοποιήθηκαν στην Κασπία Θάλασσα στρατιωτικά γυμνάσια του Αζερμπαϊτζάν, της Τουρκίας και του Πακιστάν, με την επωνυμία «3 αδέλφια», προκαλώντας τη σοβαρή αντίδραση του Ιράν που θεωρεί παράνομα αυτά τα γυμνάσια με τη συμμετοχή χωρών που δε βρέχονται από την Κασπία. Το Ιράν στις αρχές Οκτώβρη πραγματοποίησε μεγάλα στρατιωτικά γυμνάσια στα σύνορα με το Αζερμπαϊτζάν. Βέβαια, οι εξελίξεις αυτές συνδέονται και με αυτές στην περιοχή του Καυκάσου, τη σύγκρουση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, τους μεταφορικούς διαύλους του Ιράν με την Αρμενία κ.ά.

Η Ινδία, που ήταν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της προηγούμενης κυβέρνησης του Αφγανιστάν και συμπερασματικά η αστική τάξη της έχει ζημιωθεί από την αναρρίχηση των Ταλιμπάν, κρατάει εχθρική στάση απέναντι στους τελευταίους. Η στάση της «φρενάρει» τη ρωσική αστική τάξη απέναντι στη νέα αφγανική διακυβέρνηση, μια και η Ρωσία ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το πώς θα διαμορφωθεί η στάση της Ινδίας στην ευρύτερη περιοχή του Ινδοειρηνικού.

Συμπερασματικά, ενώ η νέα διακυβέρνηση των Ταλιμπάν έχει μοιράσει διαβεβαιώσεις πως θα σεβαστεί την εδαφική ακεραιότητα των γειτονικών χωρών και των μειονοτήτων, προσδοκώντας να πετύχει την αναγκαία διεθνή αναγνώριση, μέχρι στιγμής έχει πετύχει μικρά βήματα σε αυτήν την κατεύθυνση. Αντίθετα, η στρατιωτική αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν «ανανεώνει» τον περιφερειακό συσχετισμό δύναμης και δημιουργεί νέες λυκοσυμμαχίες και έχθρες ανάμεσα στις αστικές τάξεις των γειτονικών χωρών.



Προσέγγιση ορισμένων ιδεολογικοπολιτικών ζητημάτων




ΓΙΑ ΤΑ ΠΕΡΙ «ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΥ ΤΩΝ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΩΝ»

Σήμερα αστοί αναλυτές ισχυρίζονται πως το Αφγανιστάν αποδείχτηκε το «νεκροταφείο των αυτοκρατοριών» γιατί, όπως λένε, «ο αφγανικός λαός νίκησε τη βρετανική αυτοκρατορία, τη Σοβιετική Ένωση και τώρα τις ΗΠΑ».

Έτσι, στο «μίξερ» των αστικών προσεγγίσεων για την κατάσταση στο Αφγανιστάν μπαίνουν 3 διαφορετικές περίοδοι, 3 διαφορετικές καταστάσεις, με στόχο τη διαστρέβλωση των γεγονότων.

Η Βρετανική Αυτοκρατορία ήταν μια αυτοκρατορία, αφού θεωρούσε πως είχε στην κατοχή της μέχρι τις αρχές του περασμένου αιώνα το 22% των εκτάσεων του πλανήτη. Με τη βία κρατούσε «κάτω από την μπότα της» εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, που την περίοδο των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και αγώνων ξεσηκώθηκαν. Μια τέτοια περίπτωση ήταν και το Αφγανιστάν, που ο λαός του έκανε 3 πολέμους εναντίον της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, την οποία νίκησε το 1919.

Η Σοβιετική Ρωσία όχι μόνο χαιρέτισε, αλλά και στήριξε την πάλη του αφγανικού λαού ενάντια στους Βρετανούς αποικιοκράτες. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως το Αφγανιστάν ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε τη Σοβιετική Σοσιαλιστική Ρωσία13, η οποία το 1921 υπέγραψε με το Εμιράτο και αργότερα Βασίλειο του Αφγανιστάν «Σύμφωνο φιλίας». Για δεκαετίες η Σοβιετική Ρωσία είχε οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με το Αφγανιστάν, έστελνε ειδικούς σε διάφορους τομείς, κατασκευαστικά έργα, έδινε αεροπλάνα, βοηθούσε στις τηλεπικοινωνίες, έδινε τη δυνατότητα σπουδών στην ΕΣΣΔ σε φοιτητές από το Αφγανιστάν, όπως και από πολλές ακόμη «αναπτυσσόμενες» χώρες. Η ΕΣΣΔ δεν είχε κανένα συμφέρον να εισβάλει και να πολεμήσει εναντίον του λαού του Αφγανιστάν, το αστικό καθεστώς του οποίου στην εξωτερική πολιτική του ακολουθούσε μια πολιτική «ουδετερότητας».

Το 1973 ανατράπηκε η μοναρχία από τον Μ. Νταούντ (τότε πρωθυπουργό και ξάδελφο του μονάρχη), που ανακηρύχτηκε Πρόεδρος κι επιδίωξε να προβεί σε αστικούς εκσυγχρονισμούς. Μάλιστα, μία από τις δύο φράξιες που είχε το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα του Αφγανιστάν14, η φράξια «Παρτσάμ»15, φέρεται να συμμετείχε αρχικά στην αστική κυβέρνηση επιδιώκοντας να συμβάλει στον αστικό εκσυγχρονισμό. Η άλλη φράξια, η φράξια «Χαλκ»16, κράτησε αντιπολιτευτική στάση. Στη συνέχεια και οι δυνάμεις του «Παρτσάμ» πέρασαν στην αντιπολίτευση, έγινε συγχώνευση των οργανώσεων των δύο φραξιών, όχι όμως και των πυρήνων τους που υπήρχαν μέσα στον αστικό στρατό. Το καθεστώς Νταούντ προχώρησε σε καταστολή, φυλακίσεις και δολοφονίες των πολιτικών αντιπάλων του. Η δολοφονία του Μιρ Ακμπάρ Καϊμπάρ, γνωστού στελέχους του ΛΔΚΑ, τον Απρίλη του 1978 επιτάχυνε την πτώση του, με τη λαϊκή εξέγερση που ακολούθησε και η οποία είχε τη συνδρομή τμήματος του στρατού. Ακολούθησε η συγκρότηση Επαναστατικού Συμβουλίου από το ΛΔΚΑ. Η λαϊκή διακυβέρνηση προώθησε σημαντικές αλλαγές υπέρ του λαού, μπήκαν οι βάσεις για τη μόρφωση των παιδιών, αγοριών και κοριτσιών, δημιουργήθηκαν σχολεία και πανεπιστήμια, ξεκίνησε η οικοδόμηση λαϊκού συστήματος υγείας, δόθηκαν δικαιώματα στις γυναίκες, άνοιξε ένας δρόμος προόδου.

Οι αλλαγές αυτές πολεμήθηκαν από τους Αφγανούς καπιταλιστές και τσιφλικάδες, από τις ΗΠΑ και άλλες ισχυρές καπιταλιστικές χώρες. Οι ΗΠΑ και οι μηχανισμοί τους δημιούργησαν τους Μουτζαχεντίν17, τους «προγόνους» των Ταλιμπάν, τους χρηματοδότησαν με δισεκατομμύρια δολάρια και στρατιωτικό εξοπλισμό για να ανατρέψουν τη λαϊκή κυβέρνηση και να πλήξουν τη Σοβιετική Ένωση, ενώ αξιοποίησαν γι’ αυτό και το Πακιστάν, τη Σαουδική Αραβία και άλλες μοναρχίες.

Η λαϊκή κυβέρνηση του Αφγανιστάν, για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στην ξένη επέμβαση που στήριζε την εσωτερική Αντίδραση, ζήτησε πάνω από 20 φορές τη στρατιωτική βοήθεια της ΕΣΣΔ, κάτι που έγινε το 1979.

Δε στέκει καμία σύγκριση της ΕΣΣΔ με τις επιδιώξεις της Βρετανικής Αυτοκρατορίας ή σήμερα των ΗΠΑ, που μπορεί να είναι η ισχυρότερη καπιταλιστική δύναμη στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας, αλλά δεν είναι αυτοκρατορία, οικοδομούν τις σχέσεις τους με τις άλλες καπιταλιστικές χώρες με διαφορετικά μέσα και τρόπους απ’ ό,τι η Βρετανική Αυτοκρατορία. Οι ΗΠΑ έδρασαν στο Αφγανιστάν για να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα των μονοπωλίων, σε κόντρα με άλλες ισχυρές καπιταλιστικές δυνάμεις. Αυτά αναδείξαμε παραπάνω, όπως και το γεγονός της συμφωνίας τους με τους Ταλιμπάν, που οδήγησε στην αποχώρησή τους.



Η «ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ» ΚΑΙ Η ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ

Σήμερα πολλά από τα παραπάνω γεγονότα είτε αποσιωπούνται είτε διαστρεβλώνονται από τους παραμορφωτικούς «φακούς» των αστικών ΜΜΕ και τους οπορτουνιστές. Αξίζει λοιπόν να αναφερθούμε αναλυτικά σε κάποια σημαντικά γεγονότα, χωρίς να μπορούμε εδώ να εξαντλήσουμε το θέμα, που έτσι κι αλλιώς απαιτεί περαιτέρω μελέτη.



Για την «Επανάσταση του Απρίλη»

Ορισμένα στοιχεία, που περιγράφουν την κατάσταση στη χώρα πριν τον Απρίλη του 1978, είναι χαρακτηριστικά για τη βαθιά καθυστέρηση των παραγωγικών δυνάμεων και τις προκλήσεις που έμπαιναν μπροστά στη νέα επαναστατική ηγεσία της χώρας: Το ετήσιο κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα ήταν στα 100$, το 85% του πληθυσμού απασχολούνταν στον αγροτικό τομέα, απ’ όπου και προέκυπταν τα 3/4 του εθνικού εισοδήματος, ενώ 40.000 γαιοκτήμονες είχαν στα χέρια τους το 70% της καλλιεργήσιμης γης, την ώρα που το 36% των αγροτών δεν είχε καθόλου γη, ήταν ακτήμονες. Ο μέσος όρος προσδόκιμης ζωής ήταν 39,9 χρόνια για τους άντρες και 40,7 για τις γυναίκες18. Αν και το 85% του πληθυσμού ζούσε από τη γη, μόνο το 12% αυτής ήταν κατάλληλο για καλλιέργεια. Το 0,2% ήταν μεγάλοι γαιοκτήμονες και κατείχαν το 50% της γόνιμης γης.19 Το 99% των γυναικών και το 90% των αντρών ήταν αναλφάβητοι.

Η νέα λαϊκή διακυβέρνηση, που επικράτησε στη χώρα, στην πραγματικότητα είχε γερές βάσεις μονάχα στην Καμπούλ και στις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας, στηριζόμενη κυρίως στη μικρή εργατική τάξη, σε τμήμα της διανόησης και των μικρεμπόρων, καθώς και σε τμήμα του στρατού.

Πάνω στο τελευταίο στηρίζονται ορισμένοι για να μιλήσουν για στρατιωτικό πραξικόπημα. Προφανώς δεν υπάρχει αμφιβολία και από πολλές πηγές σημειώνεται ότι οι δυνάμεις του ΛΔΚΑ στο στρατό ήταν αυτές που σε τελική φάση «έγειραν την πλάστιγγα» της λαϊκής εξέγερσης και ανέτρεψαν το καθεστώς του Νταούντ, παίζοντας καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις.

Αυτό όμως δεν μπορεί να επισκιάσει το γεγονός ότι κινητοποιήθηκαν εργατικές-λαϊκές δυνάμεις και αναδείχτηκε το κύριο ζήτημα. Ο Β. Ι. Λένιν σημειώνει σχετικά: «Το πέρασμα της κρατικής εξουσίας από τα χέρια μιας τάξης στα χέρια της άλλης είναι το πρώτο, το κύριο, το βασικό γνώρισμα της επανάστασης, τόσο με την αυστηρά επιστημονική όσο και με την πρακτικά πολιτική σημασία αυτής της έννοιας.»20 Ποιος λοιπόν είχε και έχασε την εξουσία στο Αφγανιστάν, ως αποτέλεσμα αυτής της ανατροπής του Απρίλη του 1978; Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ήταν οι καπιταλιστές, που είδαν τις επιχειρήσεις τους να κοινωνικοποιούνται, οι φεουδάρχες, που είδαν τα τσιφλίκια τους να μοιράζονται στους αγρότες. Αυτοί, οι καπιταλιστές και τσιφλικάδες και οι πολιτικοί εκφραστές τους, ήταν που από την πρώτη στιγμή τάχτηκαν ενάντια στη νέα εξουσία η οποία επιδίωξε να οικοδομήσει στη θέση των αστικών θεσμών και των οπισθοδρομικών κατάλοιπων νέους λαϊκούς θεσμούς. Εξαιτίας αυτής της φανατικής αντίδρασης, που ντύθηκε και με το ιδεολόγημα της «πάλης ενάντια στους απίστους», σε σημαντικό μέρος της χώρας οι νέοι θεσμοί λαϊκής εξουσίας δεν μπόρεσαν να σταθεροποιηθούν ή υπολειτουργούσαν.

Η επαναστατική κυβέρνηση στηρίχτηκε στην ένοπλη πάλη δεκάδων χιλιάδων αγωνιστών, πρώτ’ απ’ όλα της μικρής ποσοτικά εργατικής τάξης, και προώθησε σημαντικές αλλαγές υπέρ του λαού, απάλλαξε τους αγρότες από τα χρέη σε γαιοκτήμονες και τοκογλύφους, μπήκαν οι βάσεις για τη μόρφωση των παιδιών, αγοριών και κοριτσιών, δημιουργήθηκαν σχολεία (900 χτίστηκαν μόνο τα 2 πρώτα χρόνια της επανάστασης) και πανεπιστήμια, τεχνικές σχολές. Ξεκίνησε η οικοδόμηση λαϊκού συστήματος υγείας, δόθηκαν δικαιώματα στις γυναίκες, καταργήθηκαν οι διακρίσεις σε βάρος των εθνικών μειονοτήτων του Αφγανιστάν, επιδιώχτηκε ο διαχωρισμός του Ισλάμ και των λειτουργών του (μουλάδων) από την κρατική εξουσία (π.χ. τους αφαιρέθηκε το δικαίωμα να δικάζουν), άνοιξε ένας δρόμος προόδου. Τον πρώτο χρόνο της επανάστασης έμαθαν γράμματα 500.000 άνθρωποι. Κοινωνικοποιήθηκαν οι λιγοστές βιομηχανικές επιχειρήσεις, με τη βοήθεια Σοβιετικών συμβούλων καταστρώθηκαν σχέδια βιομηχανικής και οικοδομικής ανάπτυξης. Ξεκίνησε η εξόρυξη του ενεργειακού πλούτου της χώρας, επιχειρήθηκε ο αναδασμός της γης και το μοίρασμά της στους άκληρους και φτωχούς αγρότες. Το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα έστειλε σε 25.000 χωριά και κωμοπόλεις στελέχη του για τη συγκρότηση αγροτικών επιτροπών, την οργάνωση των αγροτών και τη δημιουργία νέων μορφών εξουσίας. Η επανάσταση αγκαλιάστηκε από την εργατική τάξη, που αρχικά αριθμούσε λίγες δεκάδες χιλιάδες και μέσα στα πρώτα χρόνια πολλαπλασιάστηκε χάρη στις βιομηχανικές επιχειρήσεις που εμφανίστηκαν με τη στήριξη της ΕΣΣΔ. «Τάξη συνεπής ως το τέλος», γράφει ο τότε δημοσιογράφος του Ριζοσπάστη Γ. Δελαστίκ στο βιβλίο του, σημειώνοντας πως η νέα εξουσία εφαρμόζει πρόγραμμα εξοπλισμού των εργατών, πρώτ’ απ’ όλα των βιομηχανικών, δίνοντας παραδείγματα στήριξης της Επανάστασης του Απρίλη από τους εργάτες.21



Οι αντεπαναστατικές δυνάμεις και οι σύμμαχοί τους

Αυτές οι αλλαγές πολεμήθηκαν φανατικά από τους Αφγανούς καπιταλιστές και τσιφλικάδες, που είχαν στο πλευρό τους και τη σημαντικότερη μερίδα του κλήρου. Οι αντεπαναστατικές δυνάμεις συνένωσαν στις γραμμές τους τόσο τους εκπροσώπους των αστικών κομμάτων (εθνικιστές, ισλαμιστές των «Αδελφών Μουσουλμάνων»), αλλά και τις διάφορες μαοϊκές ομάδες, που πρωτοστάτησαν σε ένοπλες ενέργειες σε βάρος της νέας εξουσίας, όπως ήταν οι ένοπλες επιθέσεις στην Καμπούλ το Μάρτη του 197922, χωρίς τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Η τακτική που ακολούθησαν ήταν το ξερίζωμα φτωχών αγροτών και νομάδων και η μεταφορά τους στο Πακιστάν, σε στρατόπεδα που τους παραχωρήθηκαν, μέσα στα οποία γινόταν η κατήχηση, η στρατολογία και η εκπαίδευση των Μουτζαχεντίν. Οι 260.000 μουλάδες, που είχε το Αφγανιστάν και έχασαν προνόμια, στη μεγάλη τους πλειοψηφία τάχτηκαν με το μέρος της αντεπανάστασης. Πατώντας πάνω στη θρησκευτική πίστη των ανθρώπων και στην αγραμματοσύνη τους, πρωτοστάτησαν στην καταπολέμηση του αναδασμού της γης και στη συγκρότηση αγροτικών συνεταιρισμών. Έδιναν ιδεολογικό κάλυμμα στην ένοπλη τρομοκρατία των τσιφλικάδων.

Οι ΗΠΑ, το Πακιστάν, η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, η Αίγυπτος, τα Εμιράτα, το Ιράν, άλλες καπιταλιστικές χώρες στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, αλλά και η Κίνα, φρόντιζαν για την οικονομική και στρατιωτική τους στήριξη. Έτσι, ήταν οι ΗΠΑ και οι μηχανισμοί τους που δημιούργησαν τους Μουτζαχεντίν, τους χρηματοδότησαν με δισ. δολάρια και στρατιωτικό εξοπλισμό για να ανατρέψουν τη λαϊκή κυβέρνηση και να πλήξουν τη Σοβιετική Ένωση.



Η διαπάλη στο εσωτερικό της ηγεσίας της Επανάστασης του Απρίλη

Βεβαίως, πρέπει να γνωρίζουμε πως μέσα στην επαναστατική ηγεσία του Αφγανιστάν εκείνη την περίοδο υπήρχε και σφοδρή εσωτερική διαπάλη ανάμεσα στις δύο φράξιες του ΛΔΚΑ.

Για να γίνουν ορισμένα πράγματα κατανοητά, είναι ανάγκη να δώσουμε ορισμένα στοιχεία για το κόμμα αυτό.

Το ΛΔΚΑ είχε τις ρίζες του σε τμήμα διανοούμενων, που είχαν εμπνευστεί τόσο από την Οκτωβριανή Επανάσταση όσο και από το κίνημα των Νεότουρκων του Κεμάλ Ατατούρκ και χαρακτηρίζονταν κατ’ αναλογία «Νεοαφγανοί».23 Γεννιέται το κίνημα της «Αφυπνισμένης Νεολαίας», που στην πορεία, τη δεκαετία του 1950, βιώνει μια πόλωση: από τη μια οι αστικές δυνάμεις, που επιδιώκουν αστικούς εκσυγχρονισμούς, και από την άλλη δυνάμεις που ζητάνε βαθιές κοινωνικές αλλαγές. Από αυτό το δεύτερο ρεύμα το 1963 ιδρύθηκε το Ενιαίο Εθνικό Μέτωπο του Αφγανιστάν, ανάμεσα στα ιδρυτικά μέλη του οποίου βρίσκονταν οι δύο βασικότεροι μελλοντικοί εκπρόσωποι του ΛΔΚΑ (Ν. Ταράκι και Μπ. Καρμάλ). Την 1.1.1965 ιδρύθηκε το ΛΔΚΑ24, που έθετε στόχο μια αντιφεουδαρχική, αντιιμπεριαλιστική, λαϊκοδημοκρατική επανάσταση και το γρήγορο πέρασμα στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Το ΛΔΚΑ έλεγε ότι στηριζόταν στο μαρξισμό-λενινισμό, ωστόσο σε μια χώρα όπου η συντριπτική πλειοψηφία του λαού ήταν αγράμματη και το μορφωτικό επίπεδο του ίδιου του ΛΔΚΑ ήταν χαμηλό, «η πλειοψηφία των κομματικών μελών δεν έχουν καμιά ή έχουν πολύ λίγη και απλουστευμένη ιδέα για τον επιστημονικό σοσιαλισμό»25.

Γρήγορα το κόμμα διασπάται. Το ρήγμα βαθαίνει και με τη διαφορετική στάση απέναντι στην ανατροπή του Νταούντ το 1973, όπως ήδη αναφέραμε. Στο Γράφημα 1, το οποίο προέκυψε από τη βιβλιογραφία που συγκεντρώσαμε, φαίνονται σημαντικές πολιτικές και άλλες διαφορές στην εθνοτική και κοινωνική σύνθεση των δύο φραξιών26, που αντιπαρατέθηκαν για περίπου 10 χρόνια, για να συνενωθούν και πάλι στο ενιαίο ΛΔΚΑ το 1977, ένα χρόνο πριν την Επανάσταση του Απρίλη.27 Ωστόσο αυτή η συγκόλληση δυνάμεων δεν είχε ουσιαστικό χαρακτήρα. Ακόμη και στην έναρξη των στρατιωτικών κινήσεων υπέρ της επανάστασης, την πρωτοβουλία είχαν οι δυνάμεις των «Χαλκ» και ακολουθούσαν οι δυνάμεις των «Παρτσάμ». Να σημειωθεί πως στην έναρξη της λαϊκής εξέγερσης το ΛΔΚΑ είχε 18.000 μέλη, εκ των οποίων τα 5.000 ήταν μέσα στις Ένοπλες Δυνάμεις.28 Ειδικά για το στρατό πρέπει να σημειωθεί πως από τη δεκαετία του 1970 η ηγεσία του ΛΔΚΑ «αποφασίζει να προσπαθήσει να μετατρέψει το στρατό σε βασικό όργανο ανατροπής του καθεστώτος»29. Και αυτό, γιατί εκτιμούσε πως πάνω από το 80% των στελεχών του στρατού προέρχονταν από φτωχά και μεσαία στρώματα, τη διανόηση, την αγροτιά, με στρώματα που το ΛΔΚΑ διατηρούσε δεσμούς. Επίσης, σε συνθήκες γενικευμένου αναλφαβητισμού, τα στελέχη του στρατού ήταν πιο μορφωμένα και, επιπλέον, σημαντικό τμήμα τους είχε σπουδάσει στη Σοβιετική Ένωση, χάρη σε συμφωνίες που είχε συνάψει το αστικό καθεστώς με την ΕΣΣΔ, κι έτσι αυτό το τμήμα του στρατού είχε θετική στάση απέναντι στις κατακτήσεις του σοσιαλισμού.




Την πρώτη περίοδο της επανάστασης οι δυνάμεις των «Χαλκ» κατέλαβαν σημαντικές θέσεις, στην πορεία στις ίδιες τις δυνάμεις των «Χαλκ» επήλθε διάσπαση, με τη δολοφονία του Ν. Ταράκι, ηγέτη του κόμματος και της χώρας από τον Χ. Αμίν που ήταν ο αναπληρωτής του. Η φράξια «Παρτσάμ» είχε καταγγείλει τον Χ. Αμίν από τη δεκαετία του 1970 ως πράκτορα της CIA.

Σήμερα υπάρχουν πηγές που περιγράφουν τα γεγονότα και αναφέρουν πως στα χέρια των μυστικών υπηρεσιών του Αφγανιστάν και της ΕΣΣΔ έφτασαν στοιχεία πως ο Χ. Αμίν, μέσω της Κίνας, επιδίωκε διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ και κινούνταν σε κατεύθυνση προδοσίας της επανάστασης και ανατροπής της με πραξικόπημα και τη στήριξη του Ισλαμικού Κόμματος στις 29.12.1979.30

Ο Τάσος Εγγλέζος, στο βιβλίο του Αφγανιστάν. Ένα άλλο σταυροδρόμι, παρουσιάζει την παρακάτω πολύ ενδιαφέρουσα περιγραφή: «Στις 28 Νοεμβρίου 1979 Αφγανοί στρατιώτες στην περιοχή Βακχάν της βορειοδυτικής επαρχίας Μπαγλάν του Αφγανι­στάν συνέλαβαν εννέα αριστερούς αντάρτες της προκινεζικής οργάνωσης Σάλα-ι-Τζαβίτ.

Τα ντοκουμέντα που βρέθηκαν επάνω τους και οι αποκαλύψεις που έκαναν οι κινεζόφιλοι Αφγανοί αντάρτες στους Αφγανούς και Σοβιετικούς υπαλλήλους των μυστικών υπηρεσιών στην Καμπούλ, όπου τους είχαν μεταφέρει, έκαναν τους ανακριτές τους να πέσουν από τα σύννεφα.

Ούτε λίγο, ούτε πολύ, ο Πρόεδρος της χώρας και πρόεδρος του Επαναστατικού Συμβουλίου Χαφιζουλάχ Αμίν, που ήταν και Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Λαϊκού Δη­μοκρατικού Κόμματος, είχε αρχίσει να συνδέεται με τις μυστι­κές υπηρεσίες των ΗΠΑ και της Κίνας. Οι δύο αυτές χώρες ήθελαν με τη μεσολάβηση του Πακιστάν να κερδίσουν με το μέρος τους τον Αμίν.

Στις 30 και στις 31 Δεκεμβρίου του 1979, ένα μήνα αργότερα, ο Χαφιζουλάχ Αμίν θα περίμενε στην Καμπούλ τον Αγχά Σαχί, σύμ­βουλο των Εξωτερικών Υποθέσεων του Πακιστανού Προέδρου Ζία-Ουλ-Χακ, αλλά το βράδυ της Τετάρτης ή τις πρωινές ώρες της Πέμπτης στις 28 Δεκεμβρίου ο Αμίν ήταν εκτελεσμένος, χωρίς ποτέ να μάθει για τη σύλληψη και τις αποκαλύψεις των ανταρτών αιχμαλώτων που είχαν εκτελεστεί αμέσως μετά τις ανακρίσεις που τους έκαναν.

Η ηγεσία του αφγανικού στρατού και ο αρχηγός των μυστι­κών υπηρεσιών του Αφγανιστάν, Καργχάρ Αφγμάν Μασουνιάτ, δεν είχαν πει ποτέ τίποτα στον Αμίν γι’ αυτό το γεγονός, που σύμφωνα με τις πληροφορίες του γερμανικού περιοδικού Spiegel έγινε η αφορμή να αποφασιστεί και ένα μήνα περίπου αργότερα να πραγματοποιηθεί η είσοδος των σοβιετικών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν.

Στο μεταξύ, σοβιετικές επίλεκτες δυνάμεις αλεξιπτωτιστών είχαν στήσει ενέδρα και περίμεναν τις νέες ενισχύσεις των Αφγανών ανταρτών που θα περνούσαν, σύμφωνα με τις πληρο­φορίες των αιχμαλώτων, από την Κίνα στο ορεινό Βακχάν του Αφγανιστάν. Πράγματι, λίγες ημέρες αργότερα, αρχές Δεκέμβρη, στα χιονισμένα περάσματα του Μπουζίν Γκουμπάντ οι σοβιετικές δυνάμεις κατάφεραν, παρ’ όλη την κακοκαιρία και το συνεχές χιόνι, να διαλύσουν 700 Αφγανούς κινεζόφιλους αντάρτες λίγα χιλιόμετρα από τα κινεζικά σύνορα, αιφνιδιάζοντάς τους μέσα στα απομονωμένα και παγωμένα οροπέδια της στέγης της Γης.

Για τους Σοβιετικούς είχε πάψει πια η κατάσταση στο Αφ­γανιστάν να είναι ένας απλός εμφύλιος πόλεμος με αντάρτες που προμηθεύονται τα όπλα τους από τα λάφυρα που αφήνει ο κυβερνητικός στρατός, είτε από τη βοήθεια που τους δίνουν αντιφρονούντες και μουσουλμάνοι αδελφοί από τις γειτονικές χώρες. Το θέμα έπαιρνε πια παγκόσμιες διαστάσεις.

Όσοι γνωρίζουν την τεράστια στρατηγική σημασία που παί­ζει η παγωμένη περιοχή Βακχάν, χωμένη σα στενή σφήνα ανάμεσα στις πανύψηλες κορυφές του ορεινού όγκου του Παμίρ, δε θα εκπλαγούν για την κεραυνοβόλα αντίδραση των Σοβιετι­κών.

Εδώ, στην κορυφή της στέγης της Γης, συναντώνται τα σύν­ορα του Αφγανιστάν, της Σοβιετικής Ένωσης, της Κίνας, της Ινδίας και του Πακιστάν.

Η στενή λουρίδα των 78 χιλιομέτρων ανάμεσα στην Κίνα και το Αφγανιστάν δεν απέχει πολύ από τις νέες κινεζικές περιο­χές που έγιναν μετά την εισβολή των Κινέζων 1959-1960 στα βόρεια σύνορα των Ινδιών, όταν προσάρτησαν οι Κινέζοι μονομερώς την περιοχή Ακσάλ Κχιν, λίγο ανατολικότερα.»31

Οι επίσημες ανακοινώσεις του ΛΔΚΑ για τις εξελίξεις που ακολούθησαν ανέφεραν πως: «Δυνάμεις πιστές στα ιδανικά της αφγανικής επανάστασης αποφάσισαν να δράσουν (...) ο Αμίν καταδικάστηκε σε θάνατο.»32 Ωστόσο, σήμερα υπάρχουν πολλές ιστορικές πηγές και μαρτυρίες που αναφέρουν πως η ΕΣΣΔ οργάνωσε τη μυστική επιχείρηση «Στορμ 333» («Καταιγίδα 333»), όταν 600 Σοβιετικοί κομάντος διείσδυσαν στο Αφγανιστάν και κατέλαβαν το προεδρικό μέγαρο μετά από μάχη με 2.200 φρουρούς πιστούς στον Αμίν. Στην ηγεσία του ΛΔΚΑ αναδείχτηκαν στη συνέχεια δύο ηγέτες από τους «Παρτσάμ» (οι Μπ. Καρμάλ και Μ. Νατζιμπουλά), χωρίς να κοπάσει η εσωκομματική διαπάλη και οι διακρίσεις σε βάρος της άλλης πλευράς, που συχνά λάμβαναν και χαρακτήρα διώξεων.

Πολλά ζητήματα απαιτούν σίγουρα παραπέρα μελέτη για να γίνουν κατανοητές οι εξελίξεις, ωστόσο θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε πως η επιφανειακή συγκόλληση των δύο φραξιών, το χαμηλό ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο των μελών και των στελεχών του, η έλλειψη ενιαίας αντίληψης για το χαρακτήρα της επανάστασης, τις συμμαχίες, τις κινητήριες δυνάμεις, η απουσία ενός βασικού σχεδίου οργάνωσης της κοινωνίας στο επαναστατημένο Αφγανιστάν, επέδρασαν στην πορεία των εξελίξεων. Το ιδεολογικοπολιτικό κενό που κλήθηκαν να καλύψουν οι Σοβιετικοί σύμβουλοι, παρά τη σημαντική βοήθεια που έδιναν, δεν ήταν απαλλαγμένο από την αναπαραγωγή άκαιρων και λαθεμένων πολιτικών, όπως ήταν, π.χ., η επιδίωξη διαμόρφωσης αγροτικών συνεταιρισμών από αγρότες που δεν είχαν ποτέ δική τους γη, με την πολιτική «κάνουμε μικροαστούς» –όπως δηλώνει στον Γ. Δελαστίκ ο Μπ. Καρμάλ33– αντί να δοθεί βάρος στη συγκρότηση κρατικών αγροτοβιομηχανικών μονάδων.



ΚΡΑΤΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΗΣ ΕΣΣΔ ΕΠΕΒΑΛΑΝ ΤΗΝ «ΕΙΣΒΟΛΗ»

Από τη δεκαετία του 1980, τόσο διάφορες μαοϊκές ομάδες που ευθυγραμμίστηκαν με τη στάση της Κίνας η οποία στήριξε με κάθε μέσο τις αντεπαναστατικές δυνάμεις, όσο και τροτσκιστικές, καλλιέργησαν την αντίληψη πως η Επανάσταση του Απρίλη και στη συνέχεια η σοβιετική στρατιωτική διεθνιστική βοήθεια στο Αφγανιστάν ήταν σχέδιο που εξυπηρετούσε τα κρατικά συμφέροντα της Σοβιετικής Ένωσης. Μάλιστα, από αυτές τις ομάδες αξιοποιούνταν κατά κόρον η έννοια του «σοσιαλιμπεριαλισμού», με την οποία επιδίωκαν να συκοφαντήσουν την ΕΣΣΔ.

Ωστόσο προκύπτει το ερώτημα: Ένα σοσιαλιστικό κράτος δε θα πρέπει να ενδιαφέρεται για την άμυνά του; Δε θα πρέπει να νοιάζεται για το πώς διαμορφώνεται ο συσχετισμός δύναμης στον κόσμο και πρώτ’ απ’ όλα στις γειτονικές χώρες; Νομίζουμε πως είναι αυτονόητο ότι αυτό που σήμερα χαρακτηρίζεται ως «γεωπολιτικά συμφέροντα» αφορά κάθε κράτος, όπως και ένα σοσιαλιστικό κράτος, γιατί μπορεί να ασκήσει σοβαρή επίδραση στην πορεία της εργατικής εξουσίας σε εθνικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Το Κόμμα μας έχει εκτιμήσει «ότι η εσωτερική και διεθνής κατάσταση της ταξικής πάλης και η ικανότητα της συνειδητής πρωτοπορίας να συνυπολογίζει τη συσχέτιση και την αλληλεπίδρασή τους είναι σημαντική σε όλες τις φάσεις της επαναστατικής δραστηριότητας, τόσο κατά τη διάρκεια της επανάστασης και στα πρώτα βήματα της εδραίωσής της όσο και κατά τη διάρκεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, μετά από την εδραίωση της επανάστασης και για όσο διάστημα δεν έχουν διαμορφωθεί οι κατάλληλες συνθήκες διεθνώς ώστε να μπορεί να ολοκληρωθεί η κομμουνιστική κοινωνία»34.

Οι εξελίξεις στο Αφγανιστάν σαφώς λοιπόν και ενδιέφεραν και θα έπρεπε να ενδιαφέρουν την ΕΣΣΔ, που είχε μια μεγάλη κοινή συνοριογραμμή 2,4 χιλιάδων χλμ. με το Αφγανιστάν. Ούτε όμως από αυτό ή απ’ οτιδήποτε άλλο προκύπτει πως οργάνωσε την Επανάσταση του Απρίλη για να επιβάλει ένα «δικό» της καθεστώς. Η ΕΣΣΔ είχε πολύχρονες διμερείς σχέσεις με το Αφγανιστάν, από την εποχή που ήταν εμιράτο και στη συνέχεια βασίλειο, έως και τα χρόνια της διακυβέρνησης του Νταούντ. Είναι χαρακτηριστικό πως η ΕΣΣΔ από το 1954 είχε κατασκευάσει στο Αφγανιστάν 70 βιομηχανικά, μεταφορικά, ενεργειακά έργα, που αποτελούσαν το 60% των δημόσιων επιχειρήσεων της χώρας. Είχε εκπαιδεύσει 60.000 ειδικούς σε διάφορους τομείς. Η ΕΣΣΔ εξασφάλιζε το 40% των εμπορικών συναλλαγών του Αφγανιστάν και κατείχε την 1η θέση στην ξένη οικονομική βοήθεια προς το Αφγανιστάν, καλύπτοντας το 54% των δανειακών αναγκών εξωτερικού δανεισμού της χώρας, όταν οι ΗΠΑ είχαν το 15%.35 Οι αστικές κυβερνήσεις του Αφγανιστάν στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής κρατούσαν πολιτική ουδετερότητας.

Τα παραπάνω συνηγορούν ότι η ΕΣΣΔ δεν είχε κανένα ιδιαίτερο συμφέρον να επιβάλει με την ισχύ των όπλων της ένα πιο «φιλοσοβιετικό καθεστώς». Σύμφωνα μάλιστα με τη μαρτυρία του Γκεόργκι Κορνιένκο, υφυπουργού Εξωτερικών της ΕΣΣΔ, που γράφτηκε πολλά χρόνια αργότερα, οι Αφγανοί επαναστάτες είχαν αποκρύψει το ενδεχόμενο της εξέγερσης από τη σοβιετική ηγεσία. Όπως σημειώνει: «Αργότερα, ο ηγέτης του ΛΔΚΑ, Ταράκι, σε συνομιλία που είχαμε, μου είπε ανοιχτά ότι, παρόλο που είχαν την ευκαιρία να ειδοποιήσουν τους Σοβιετικούς εκπροσώπους στην Καμπούλ για την επερχόμενη ανατροπή, σκόπιμα δεν το έκαναν, καθώς φοβούνταν ότι η Μόσχα θα προσπαθούσε να αποτρέψει την ηγεσία του ΛΔΚΑ από την ένοπλη εξέγερση, εκτιμώντας πως δεν υπάρχει επαναστατική κατάσταση στο Αφγανιστάν εκείνη την εποχή.»36

Το αν υπήρχε ή όχι επαναστατική κατάσταση στο Αφγανιστάν τον Απρίλη του 1977 είναι ζήτημα ξεχωριστής έρευνας και συζήτησης. Άλλωστε, οι αστοί αναλυτές, που χαρακτηρίζουν «πραξικόπημα» εκείνη την εξέγερση, στη βάση της σημαντικής απήχησης που είχε μέσα στις ένοπλες δυνάμεις στο Αφγανιστάν, με τον ίδιο τρόπο και την ίδια ευκολία χαρακτηρίζουν «πραξικόπημα» και την Οκτωβριανή Επανάσταση, στηριζόμενοι στη συμμετοχή ένοπλων τμημάτων που πέρασαν με το μέρος των Μπολσεβίκων. Επιπλέον, είναι γνωστό πως μετά το 20ό Συνέδριό του επικράτησε στο ΚΚΣΕ η οπορτουνιστική γραμμή της «ειρηνικής άμιλλας» του σοσιαλισμού με τον καπιταλισμό και η αντίστοιχη αντίληψη του «ειρηνικού περάσματος» από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.

Κι ενώ τα παραπάνω υπογραμμίζουν το γεγονός πως η ΕΣΣΔ δεν οργάνωσε την εξέγερση του Απρίλη, την ίδια ώρα οι ΗΠΑ-Βρετανία, που είδαν το Γενάρη του 1978 έναν από τους συμμάχους τους στην περιοχή, το Σάχη του Ιράν, να επιβιβάζεται στο αεροπλάνο και να εγκαταλείπει τη χώρα, είχαν σοβαρούς λόγους να επιδιώξουν την ανατροπή της επαναστατικής κυβέρνησης στην περιοχή και να αξιοποιήσουν το Αφγανιστάν τόσο ενάντια στην ΕΣΣΔ όσο και σε βάρος του Ιράν που «αποσκίρτησε» από τους σχεδιασμούς τους.

Ο γνωστός σύμβουλος των Αμερικανών Προέδρων Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, σε συνέντευξή του στο Le Nouvel Observateur αποκαλύπτει πως οι ΗΠΑ στήριξαν τους Μουτζαχεντίν με την επιχείρηση «Κυκλώνας», που είχε καταστρώσει η CIA, ώστε να ωθήσουν την ΕΣΣΔ να εμπλακεί στρατιωτικά στο Αφγανιστάν. Ο ίδιος μάλιστα ισχυρίζεται πως είχε πει στον Αμερικανό Πρόεδρο Τζ. Κάρτερ πως «τώρα έχουμε τη δυνατότητα να δώσουμε στην ΕΣΣΔ το δικό της Βιετνάμ»37.

Πέρα από αυτόν το σχεδιασμό των ΗΠΑ, που η ηγεσία της ΕΣΣΔ θα έπρεπε να λάβει υπόψη της, η ουσία είναι πως η ΕΣΣΔ δεν οργάνωσε την ανατροπή του Νταούντ και, αφού ξέσπασε η αφγανική επανάσταση, ανταποκρίθηκε στη στήριξή της όχι μόνο με οικονομικά και πολιτικά μέσα, αλλά και στρατιωτικά, κάτι που σαφώς και δεν ήταν αντίθετο με τα δικά της γεωπολιτικά συμφέροντα στην περιοχή και ταυτόχρονα αποτελούσε έμπρακτη εκδήλωση του προλεταριακού διεθνισμού.

Βεβαίως, το ΚΚΣΕ το απασχόλησε το ερώτημα εάν στο Αφγανιστάν θα μπορούσε εκείνη την εποχή, εξαιτίας της σημαντικής πολιτισμικής και οικονομικής καθυστέρησης, να οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός. Ο Λένιν είχε σχετικά σημειώσει πως: «Αν για τη δημιουργία του σοσιαλισμού απαιτείται ένα ορισμένο επίπεδο πολιτισμού (αν και κανένας δεν μπορεί να πει ποιο είναι ακριβώς αυτό το ορισμένο “επίπεδο πολιτισμού”, γιατί κάθε δυτικοευρωπαϊκό κράτος έχει και διαφορετικό επίπεδο), τότε γιατί δεν μπορούμε να αρχίσουμε πρώτα από την κατάκτηση με επαναστατικό τρόπο των προϋποθέσεων γι’ αυτό το ορισμένο επίπεδο και μετά πια, βασισμένοι στην εργατοαγροτική εξουσία και στο σοβιετικό καθεστώς, να προχωρήσουμε και να φτάσουμε τους άλλους λαούς;»38

Στην ΕΣΣΔ υπήρχε συσσωρευμένη εμπειρία, αφού και οι Κεντροασιατικές Σοβιετικές Δημοκρατίες (Καζακστάν, Τατζικιστάν, Ουζμπεκιστάν, Τουρκμενιστάν, Κιργιζία) βρίσκονταν σε εξίσου χαμηλό πολιτισμικό και οικονομικό επίπεδο όταν ξέσπασε η Οκτωβριανή Επανάσταση, αλλά η σοσιαλιστική ανάπτυξή τους στηρίχτηκε από την εργατική τάξη των υπόλοιπων Σοβιετικών Δημοκρατιών που ήταν πιο ανεπτυγμένες.

Σύμφωνα με τον Γκ. Κορνιένκο, υφυπουργό Εξωτερικών της ΕΣΣΔ εκείνη την περίοδο, φαίνεται ότι στη σοβαρή συζήτηση που γινόταν στο πλαίσιο της ΚΕ του ΚΚΣΕ, οι εκπρόσωποι του σοβιετικού υπουργείου Εξωτερικών στήριζαν τη λύση μιας συνδιαλλαγής με τις ΗΠΑ για τη συγκρότηση στο Αφγανιστάν ενός αστικού κράτους «ουδέτερου», μάλιστα, όπως γράφει ο ίδιος, «σαν τη Φινλανδία». Ο ίδιος ο Κορνιένκο έθεσε σε σχετική σύσκεψη το ερώτημα «αν το Αφγανιστάν έχει ωριμάσει για το σοσιαλισμό». Στο ερώτημα φέρεται να απάντησε ο Ρ. Ουλιάνοφκσι, Α΄ αναπληρωτής υπεύθυνος του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ του ΚΚΣΕ, λέγοντας: «Σήμερα στον κόσμο δεν υπάρχει χώρα η οποία να μην έχει ωριμάσει για το σοσιαλισμό.»39 Αυτή η σωστή τοποθέτηση δεν μπορεί ωστόσο να απαντήσει στο ερώτημα αν θα μπορούσε η επανάσταση να επικρατήσει στο Αφγανιστάν, παίρνοντας υπόψη όχι μόνο την πολύ μικρή δύναμη της εργατικής τάξης στο σύνολο της χώρας ή την κατάσταση του επαναστατικού κόμματος ή τα μεγέθη και την έκταση της ξένης επέμβασης, αλλά και το γεγονός πως στην ΕΣΣΔ εκείνη την περίοδο ήταν ενισχυμένες οι δυνάμεις του οπορτουνισμού οι οποίες ετοιμάζονταν για το «τελικό χτύπημα», και με την έννοια αυτή υπήρχε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση από αυτή στην οποία βρέθηκαν οι κεντροασιατικές περιοχές της ΕΣΣΔ μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση.



ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ ΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ, ΘΑ ΔΙΑΤΗΡΟΥΝΤΑΝ Η ΕΣΣΔ;

Σε πάρα πολλές ιστορικές πηγές υπογραμμίζεται το γεγονός πως η σοβιετική ηγεσία, το πρώτο διάστημα της Επανάστασης του Απρίλη, προσανατολιζόταν στη στήριξη του ΛΔΚΑ μονάχα με οικονομικά και πολιτικά μέσα, παρά τις 20 φορές που φέρεται η ηγεσία της ΛΔ Αφγανιστάν να ζητάει τη στρατιωτική βοήθεια της ΕΣΣΔ τον πρώτο χρόνο της ύπαρξής της. Εκατοντάδες Σοβιετικοί σύμβουλοι στάλθηκαν αρχικά στο Αφγανιστάν, πλαισιώνοντας μια σειρά κρατικές υπηρεσίες. Η ΕΣΣΔ παρείχε στήριξη αρχικά, αλλά και σε όλη την περίοδο μέχρι το 1987, με οικονομικούς πόρους, τρόφιμα, καύσιμα, οπλικά συστήματα.

Είναι χαρακτηριστικό πως, από το 29% που ήταν το μερίδιο της ΕΣΣΔ στο εξωτερικό εμπόριο του Αφγανιστάν το 1977, μέσα σε μία δεκαετία έφτασε στο 60%. Η ΕΣΣΔ βοήθησε στην ανάπτυξη των ενεργειακών πηγών της χώρας (φυσικό αέριο), κατασκεύασε δρόμους και υδροηλεκτρικά φράγματα, έστησε εργοστάσια μηχανοκατασκευών, παραγωγής αγροτικών εφοδίων κ.ά. Με τις δικές της δυνάμεις και την αποστολή καθηγητών πανεπιστημίων λειτούργησαν ξανά τα ΑΕΙ και ιδρύθηκαν νέα, καθώς και τεχνικές σχολές. Αν πριν την Επανάσταση του Απρίλη υπήρχαν στη χώρα των τότε 15.000.000 μόλις 901 γιατροί (1 για 20.000), με τη βοήθεια της ΕΣΣΔ μέσα σε 9 χρόνια οι γιατροί έφτασαν τις 7,1 χιλιάδες, ενώ κατασκευάστηκαν δεκάδες νέες κλινικές και νοσοκομεία.40

Βεβαίως, η ξένη ιμπεριαλιστική επέμβαση στο Αφγανιστάν και η στήριξη που αυτή έδωσε στις δυνάμεις της αντεπανάστασης οδήγησε την ΕΣΣΔ να μη μείνει μονάχα στην οικονομική και ανθρωπιστική βοήθεια, αλλά να περάσει και στην αποστολή στρατευμάτων. Ποια ήταν η κρίσιμη παράμετρος που «έγειρε την πλάστιγγα» σε μια τέτοια απόφαση; Σήμερα μόνο εικασίες υπάρχουν. Είναι σημαντικό όμως να σημειώσουμε πως, ενώ στο ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΣΕ έγιναν αρκετές συζητήσεις για το θέμα, διάφορες πηγές –όπως ο Γ. Λιγκατσόφ, πρώην μέλος του ΠΓ– αναφέρουν πως η τελική απόφαση δεν πάρθηκε από το ίδιο το ΠΓ, αλλά από 5 μέλη του (στα 16), με επικεφαλής τον τότε ΓΓ της ΚΕ Λ. Μπρέζνιεφ.41 Ωστόσο σε άλλη πηγή, χωρίς να αμφισβητείται η λήψη της απόφασης από στενό κύκλο μελών του ΠΓ, σημειώνεται πως στις 12.12.1979 πραγματοποιήθηκε σχετική συνεδρίαση του ΠΓ στην οποία συμμετείχαν 10 μέλη του που ομόφωνα ενέκριναν την απόφαση.42 Ο Λ. Μπρέζνιεφ σε δήλωσή του για το γεγονός σημείωνε: «Αν ενεργούσαμε διαφορετικά, τότε θα αφήναμε το Αφγανιστάν να διαμελιστεί από τον ιμπεριαλισμό και θα επιτρέπαμε στις επιθετικές δυνάμεις να επαναλάβουν το παράδειγμα της Χιλής, όταν η ελευθερία του λαού πνίγηκε στο αίμα. Αν ενεργούσαμε διαφορετικά, θα βλέπαμε παθητικά την εμφάνιση στα νότια σύνορά μας μιας εστίας που θα αποτελούσε σοβαρή απειλή για την ασφάλεια του κράτους.»43

Η ΕΣΣΔ αντικειμενικά βρέθηκε στην ανάγκη να στηρίξει μια επαναστατική διαδικασία που ξέσπασε στα σύνορά της και που η ανατροπή της θα οδηγούσε σε μια κατάσταση που θα απειλούσε την ασφάλειά της. Τα προβλήματα που οδήγησαν στη διάλυση της ΕΣΣΔ δεν οφείλονται στην εμπλοκή της στο Αφγανιστάν, όσο σημαντικό και αν ήταν το οικονομικό βάρος αυτής της διεθνιστικής στρατιωτικής επέμβασης. Οι αιτίες της ανατροπής του σοσιαλισμού και της διάλυσης της ΕΣΣΔ βρίσκονται βαθύτερα, στις συνέπειες των πολύχρονων οικονομικών αλλαγών, όπως αυτές που ενίσχυσαν τις εμπορευματοχρηματικές σχέσεις και αδυνάτισαν τον κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, στις αλλαγές στο πολιτικό εποικοδόμημα, σε λαθεμένες αντιλήψεις για τη στρατηγική του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, ζητήματα που κλόνισαν και τελικά ανέτρεψαν την εργατική εξουσία στην ΕΣΣΔ και τα οποία το Κόμμα μας τα έχει αναδείξει στην Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του για το Σοσιαλισμό.

Αν προσέξει κανείς, θα δει πως ακόμη και στην παραπάνω δήλωση του Λ. Μπρέζνιεφ είναι φανερή η λαθεμένη προσέγγιση που για πολλές δεκαετίες χαρακτήριζε τις διεθνείς αναλύσεις του ΚΚΣΕ και πολλών ΚΚ, όταν από τον ιμπεριαλισμό διαχωρίζονταν οι λεγόμενες «πιο επιθετικές δυνάμεις». Όπως σημειώνει το Κόμμα μας στην Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του για το Σοσιαλισμό: «Το ΚΚΕ, μετά από μελέτη της ιστορίας της ΕΣΣΔ, έχει εκτιμήσει πως η γραμμή της “ειρηνικής συνύπαρξης”, όπως αναπτύχθηκε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ως ένα βαθμό στο 19ο (Οκτώβρης 1952) και κυρίως στο 20ό Συνέδριο του KKΣE (1956), αναγνώριζε την καπιταλιστική βαρβαρότητα και επιθετικότητα για τις ΗΠΑ και την Αγγλία, για ορισμένα τμήματα της αστικής τάξης και των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων στα δυτικοευρωπαϊκά καπιταλιστικά κράτη, όχι όμως ως σύμφυτο στοιχείο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού. Έτσι, επέτρεψε την καλλιέργεια ουτοπικών αντιλήψεων ότι είναι δυνατόν ο ιμπεριαλισμός να αποδεχτεί μακροπρόθεσμα τη συμβίωση με δυνάμεις που έσπασαν την παγκόσμια κυριαρχία του.»44 Αυτή η λαθεμένη προσέγγιση αποτυπώθηκε στη συνέχεια και στο Αφγανιστάν. Η ΕΣΣΔ εκδήλωσε τη διάθεση από το 1981 να κλειστεί μια διεθνής συμφωνία με τις δυνάμεις του ιμπεριαλισμού, που από τη μια θα εξασφάλιζε τη «μη επέμβαση» του Πακιστάν, των ΗΠΑ και των άλλων ξένων δυνάμεων στις εσωτερικές υποθέσεις του Αφγανιστάν και από την άλλη θα αποδέσμευε τις στρατιωτικές δυνάμεις της ΕΣΣΔ από την εμπλοκή τους στη χώρα αυτή. Η διάθεση αυτή της ΕΣΣΔ εκτιμήθηκε από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ως ένδειξη αδυναμίας, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο τις στρατιωτικές τους ενέργειες σε βάρος των σοβιετικών δυνάμεων και των δυνάμεων της ΛΔ του Αφγανιστάν. Οι ΗΠΑ παραχώρησαν τους προηγμένους τότε φορητούς πυραύλους εδάφους-αέρος «Stinger» στους Μουτζαχεντίν, προκαλώντας σημαντικές ανθρώπινες απώλειες στις σοβιετικές ένοπλες δυνάμεις, που συνολικά έφτασαν τους 15.000 άντρες. Τελικά, στα χρόνια της περεστρόικα, που αποδείχτηκε «όχημα» της αντεπανάστασης, υπογράφηκε στις 14.4.1988 η συμφωνία ανάμεσα στις κυβερνήσεις του Πακιστάν και της ΛΔ του Αφγανιστάν για αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων, με τη συμμετοχή των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ που αναλάμβαναν το ρόλο του «εγγυητή» της συμφωνίας. Με τις υπογραφές των Μ. Γκορμπατσόφ και Έντ. Σεβαρντνάντζε τέθηκε χρονοδιάγραμμα αποχώρησης των σοβιετικών στρατευμάτων, που ολοκλήρωσαν την αποχώρησή τους το Φλεβάρη του 1989.

Εννοείται πως οι ΗΠΑ, το Πακιστάν και οι άλλες εμπλεκόμενες καπιταλιστικές δυνάμεις δεν τήρησαν ποτέ τις δεσμεύσεις τους, συνεχίζοντας την πολύπλευρη στήριξη των Μουτζαχεντίν, που τελικά επικράτησαν μετά από 2 χρόνια και αφού η ηγεσία της καπιταλιστικής Ρωσίας σταμάτησε να στέλνει πυρομαχικά στις ένοπλες δυνάμεις της ΛΔ του Αφγανιστάν.

Πρέπει να σημειωθεί ακόμη πως το 1990, επί ηγεσίας Νατζιμπουλά, το ΛΔΚΑ παραιτήθηκε από το μαρξισμό-λενινισμό, μετονομάστηκε σε «Βατάν» («Πατρίδα») και αυτό συνέβη αφού οξύνθηκε και πήρε και ένοπλο χαρακτήρα η σύγκρουση των «Παρτσάμ» με τους «Χαλκ», που οδήγησε στην ήττα των τελευταίων.45

Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία που συγκεντρώσαμε, η καταστολή της εξέγερσης των «Χαλκ» από μια στρατιωτική μονάδα που αποτελούνταν εξολοκλήρου από Ουζμπέκους ενίσχυσε ακόμη παραπέρα την εθνοφυλετική διαπάλη, με αποτέλεσμα τμήμα των «Χαλκ», όπου κυριαρχούσαν οι Παστούν, να περάσει στις γραμμές των Ταλιμπάν και αργότερα τμήμα των «Παρτσάμ» να περάσει στις γραμμές των Μουτζαχεντίν της λεγόμενης «Βόρειας Συμμαχίας».46



ΟΙ ΤΑΛΙΜΠΑΝ ΝΙΚΗΣΑΝ ΣΕ «ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟ» ΚΑΙ «ΑΝΤΙΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΟ» ΑΓΩΝΑ

Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός στηρίζεται σε μια εντελώς επιφανειακή προσέγγιση των εξελίξεων στο Αφγανιστάν και της σύγχρονης εποχής, γιατί παρακάμπτει ορισμένα σοβαρά ζητήματα για τους Ταλιμπάν, όπως:

Προήλθαν ή όχι οι Ταλιμπάν από τους λεγόμενους Μουτζαχεντίν, που ήταν ένα κατασκεύασμα των ΗΠΑ σε συνεργασία με το Πακιστάν, τη Σαουδική Αραβία, άλλα αντιδραστικά καθεστώτα της περιοχής ενάντια στη λαϊκή επανάσταση και τη σοβιετική διεθνιστική βοήθεια; Προήλθαν! Ήταν «σάρκα από τη σάρκα» του ιμπεριαλιστικού σχεδιασμού των ΗΠΑ.

Αξιοποιήθηκαν ή όχι οι Ταλιμπάν από τις ΗΠΑ και άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, πρώτ’ απ’ όλα ως «φόβητρο» για να θωρακίσουν με κατασταλτικά μέσα την αστική εξουσία σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, κι έπειτα ως πρόσχημα για ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις; Αξιοποιήθηκαν!

Υπάρχει ή όχι στενή, στενότατη σχέση του επίσης αντιδραστικού καθεστώτος του Πακιστάν με τους Ταλιμπάν; Στήριξη οικονομική, πολιτική, στρατιωτική; Υπάρχει! Το έδειξε και η επίσκεψη του στρατηγού Φαΐζ Χαμίντ, επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών του Πακιστάν στην Καμπούλ, αμέσως μόλις ανέλαβαν την εξουσία οι Ταλιμπάν. Ο ίδιος, μαζί με το διοικητή των Ενόπλων Δυνάμεων του Πακιστάν, συναντήθηκε κατά την επιστροφή του στο Πακιστάν με τον Ουίλιαμ Μπερνς, επικεφαλής της αμερικανικής CIA.47

Διευκολύνθηκαν ή όχι οι Ταλιμπάν να αναλάβουν εκ νέου την αστική διακυβέρνηση του Αφγανιστάν από τις ΗΠΑ, με τη συμφωνία της Ντόχα; Διευκολύνθηκαν! Εδώ αποδεικνύεται πως είχαν συμφωνία με τις ΗΠΑ ακόμη και για να μην μπούνε στην Καμπούλ, ώστε να διευκολυνθούν οι συνομιλίες με το τμήμα της αστικής τάξης που συνεργαζόταν με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.

Άφησαν ή όχι οι ΗΠΑ όπλα αξίας 85 δισ. δολαρίων σε αυτό το δήθεν «εθνικοαπελευθερωτικό και αντιιμπεριαλιστικό» κίνημα; Άφησαν και με το παραπάνω!

Εκτός όμως των παραπάνω, που από μόνα τους είναι σημαντικά για να καταρρίψουν το μύθο περί «εθνικοαπελευθερωτικών» και «αντιιμπεριαλιστικών» Ταλιμπάν, πρέπει να πάρουμε υπόψη μας και το χαρακτήρα της εποχής μας.

Σήμερα δεν είμαστε στην εποχή όπου η αστική τάξη έπαιζε έναν προοδευτικό ρόλο ενάντια στη φεουδαρχία και πρότασσε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και την ίδρυση εθνικών κρατών ενάντια στο καθεστώς της αποικιοκρατίας. Σήμερα, απ’ άκρη σ’ άκρη του πλανήτη κυριαρχεί το καπιταλιστικό σύστημα και η αστική τάξη παντού είναι μια αντιδραστική δύναμη που εκμεταλλεύεται την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα. Και αυτό εκδηλώθηκε και στην ένοπλη αντιπαράθεση στο Αφγανιστάν.

Πάντα πρέπει να αναρωτιόμαστε για το «ποια τάξη διεξάγει τον πόλεμο και για ποιο σκοπό».

Αυτό το ερώτημα, αν το απαντήσουμε για το Αφγανιστάν, θα δούμε τα εξής: Από τη μια είχαμε μια αστική δύναμη, που αποτελούνταν από τη «Βόρεια Συμμαχία» (Τατζίκους, Ουζμπέκους κ.ο.κ.) και άλλες αστικές πολιτικές δυνάμεις (από την εθνότητα των Παστούν), που κατά τη διάρκεια της πρώτης διακυβέρνησης των Ταλιμπάν εξακολουθούσε να ελέγχει το 25% της χώρας (το βόρειο τμήμα της). Αυτή η αστική δύναμη είχε επιλέξει ως βασικό σύμμαχο τις ΗΠΑ, άλλες καπιταλιστικές δυνάμεις (π.χ. την Ινδία, που αναδείχτηκε σε βασικό εμπορικό εταίρο μετά την ανατροπή της πρώτης περιόδου κυβέρνησης των Ταλιμπάν). Αντίπαλός της ήταν η αστική δύναμη των Ταλιμπάν, που αξιοποιούν ως ιδεολογικό εργαλείο τους τη θρησκεία και διάφορες σκοταδιστικές νόρμες, στηριζόμενες βασικά από την εθνότητα των Παστούν, και έχουν επιλέξει ως στρατηγικό σύμμαχο το Πακιστάν στο οποίο δραστηριοποιείται έντονα η Κίνα. Είχαμε δηλαδή μια σύγκρουση αστικών δυνάμεων και των συμμαχιών τους. Στο επίκεντρο αυτής της σύγκρουσης δεν ήταν η αποτίναξη της εκμετάλλευσης ή της εθνικής καταπίεσης, π.χ., των Παστούν που, και πριν και τώρα, είχαν πάντα τον πρώτο ρόλο, ως η μεγαλύτερη εθνότητα στο Αφγανιστάν.

Ακόμη όμως κι αν εκτιμούσαμε πως είχαμε πόλεμο μιας καταπιεσμένης εθνότητας ενάντια στην ξενική κατοχή του ΝΑΤΟ, αυτός ο πόλεμος στη σημερινή εποχή, από τη σκοπιά της εργατικής τάξης, δεν αφορά μόνο την αντίθεση με την αστική τάξη που έχει επιβάλει την ξενική κατοχή, αλλά και με την αστική τάξη της ίδιας της εθνότητας και τους διεθνείς συμμάχους της. Στη σύγχρονη εποχή δίκαιος πόλεμος για την εργατική τάξη είναι μόνο η ταξική πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού. Αυτή πρέπει να είναι και η αφετηρία μας και με αυτό το πρίσμα να βλέπουμε τα ζητήματα του πολέμου και της στάσης απέναντί του.48

Τέλος, σε ό,τι αφορά τα περί «αντιιμπεριαλισμού» των Ταλιμπάν χρειάζεται να σημειώσουμε πως όσοι ταυτίζουν τις ΗΠΑ ή τα βίαια, πολεμικά μέσα στην εξωτερική πολιτική με τον ιμπεριαλισμό εύκολα πέφτουν στην αυταπάτη να χαρακτηρίζουν «αντιιμπεριαλιστική» κάθε αστική δύναμη που για τους δικούς της λόγους παζαρεύει ή ακόμη και αντιπαρατίθεται με τις ΗΠΑ. Να θυμίσουμε πως το Νοέμβρη του 2020 ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Τ. Ερντογάν, ισχυρίστηκε πως η Τουρκία «πολεμάει τους ιμπεριαλιστές και τους τύραννους» και για το λόγο αυτό τον πολεμούν οι ΗΠΑ, μια και ούτε λίγο, ούτε πολύ κάνει «αντιιμπεριαλιστικό» αγώνα. Ποιος; Ο Πρόεδρος της χώρας που έχει κατοχικά στρατεύματα σε 3 χώρες!

Όμως ο ιμπεριαλισμός είναι ο μονοπωλιακός καπιταλισμός, δεν είναι απλώς οι ΗΠΑ ή μια επιθετική εξωτερική πολιτική.49 Σαφώς λοιπόν, οι εκπρόσωποι του αντιδραστικού, αντικομμουνιστικού και σκοταδιστικού αστικού καθεστώτος των Ταλιμπάν δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να καταγραφούν μεταξύ των αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων.



Ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΗΠΑ-ΝΑΤΟ ΚΑΙ Η ΡΩΣΙΑ

Μπαίνει το ερώτημα, αν πράγματι ο σχεδιασμός των ΗΠΑ και του 
ΝΑΤΟ, όπως εκδηλώθηκε με την ιμπεριαλιστική επέμβαση στο Αφγανιστάν, στρεφόταν και σε βάρος της Ρωσίας, και όχι για τη λεγόμενη «καταπολέμηση της τρομοκρατίας», τότε γιατί η Ρωσία είχε το 2001 παραχωρήσει βάσεις στο έδαφός της, όπως και τη δυνατότητα διέλευσης από τον εναέριο χώρο της για την επιτυχία εκείνης της επέμβασης; Γιατί σήμερα εκφράζει «δυσαρέσκεια» για την απότομη αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν;

Για να καταλάβουμε αυτές τις εξελίξεις, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ορισμένα γεγονότα, όπως:

1. Το Τατζικιστάν πέρασε έναν εμφύλιο πόλεμο (1992-1997), αμέσως μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού και τη διάλυση της ΕΣΣΔ, ανάμεσα στις δυνάμεις που υπεράσπιζαν τον κοσμικό χαρακτήρα του αστικού κράτους –συμπεριλαμβανομένου και του ΚΚ Τατζικιστάν που είχε δικές του ένοπλες ομάδες– και τους ισλαμιστές. Οι δυνάμεις που τάσσονταν υπέρ του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους είχαν τη στήριξη της Ρωσίας, ενώ οι ισλαμιστές είχαν τη στήριξη δυτικών δυνάμεων, που επιδίωκαν την αποσταθεροποίηση της κατάστασης στην Κεντρική Ασία και το παραπέρα αδυνάτισμα του ανταγωνιστή τους, της καπιταλιστικής Ρωσίας. Ως «εργαλείο» αξιοποίησαν τους ισλαμιστές, τόσο στην περίπτωση της Τσετσενίας όσο και στην περίπτωση του Τατζικιστάν. Οι ισλαμιστές είχαν πολύπλευρη στήριξη από τους Ταλιμπάν.

2. Η Ρωσία διατηρεί σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις στο Τατζικιστάν. Έχει μια πολύ σοβαρή στρατιωτική δύναμη, τη «201η Βάση», με περίπου 6,5 χιλιάδες άντρες, με ισχυρό οπλισμό και το καθήκον της υποστήριξης της εδαφικής κυριαρχίας και του συνταγματικού καθεστώτος του Τατζικιστάν. Η συμφωνία για τη στρατιωτική βάση έχει ισχύ μέχρι το 2042, ενώ το Τατζικιστάν συμμετέχει στην Οργάνωση του Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας (ΟΣΣΑ), η οποία «επιφορτίζει» τη Ρωσία, όπως και τις άλλες χώρες που συμμετέχουν εκεί, με το καθήκον της υπεράσπισης του Τατζικιστάν σε περίπτωση που κινδυνέψει η εδαφική κυριαρχία του.

Στη βάση των παραπάνω γίνεται κατανοητό το γιατί η ανατροπή της διακυβέρνησης των Ταλιμπάν από τους ΑμερικανοΝΑΤΟϊκούς στην πρώτη φάση στηρίχτηκε από τη Ρωσία, μια και αυτή η ανατροπή δρούσε σταθεροποιητικά για την κατάσταση στο Τατζικιστάν. Μόλις όμως πέρασαν τα πρώτα χρόνια, η Ρωσία σταμάτησε τις διευκολύνσεις στις ΗΠΑ, ενώ και οι χώρες της ΟΣΣΑ, όπως η Κιργιζία, δεν ανανέωσαν τις συμφωνίες για τις στρατιωτικές βάσεις που είχαν παραχωρήσει στους ΑμερικανοΝΑΤΟϊκούς.

Σήμερα, η αποχώρηση των ΑμερικανοΝΑΤΟϊκών μπορεί να οδηγήσει σε γενικότερη ανάφλεξη στην περιοχή της Κεντρικής Ασίας. Είναι χαρακτηριστικό πως οι στρατιωτικές δυνάμεις της ΟΣΣΑ πραγματοποίησαν αμέσως διάφορα στρατιωτικά γυμνάσια και η ρωσική βάση ενισχύθηκε με νέα όπλα. Η κυβέρνηση των Ταλιμπάν ευθέως κατηγόρησε το Τατζικιστάν ότι εμπλέκεται στις εσωτερικές υποθέσεις του Αφγανιστάν, εκτιμώντας πως στηρίζει δυνάμεις που επιδιώκουν την ανατροπή της κυβέρνησής του, και μετακίνησε δυνάμεις στα βόρεια σύνορα. Οι Ταλιμπάν αρνήθηκαν να δεχτούν το αίτημα των Τατζίκων να έχουν τουλάχιστον το 30% στη νέα κυβέρνηση και να διατηρήσουν τα ήθη και έθιμά τους στις περιοχές που αυτοί ζούνε. Έτσι, το Τατζικιστάν, με πληθυσμό 9,5 εκατομμυρίων, παρουσιάζεται ως υπερασπιστής των Τατζίκων του Αφγανιστάν, που εκτιμά πως μπορεί να είναι από 11 έως και 15 εκατομμύρια, δηλαδή περισσότεροι από τους Τατζίκους που κατοικούν στο ίδιο το Τατζικιστάν. Η κατάσταση λοιπόν όπως διαμορφώνεται είναι άκρως ρευστή, κάτι που ανησυχεί το Κρεμλίνο.



Ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΗΠΑ-ΝΑΤΟ ΚΑΙ Η ΚΙΝΑ

Η απόσυρση των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ συνδέεται με την ανάγκη των ΗΠΑ να εστιάσουν στις εξελίξεις στη Νοτιοανατολική Ασία, στην αντιπαράθεσή τους με την Κίνα.

Την ίδια ώρα προβάλλει το ερώτημα αν οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στην πρόκληση της αναμέτρησης με την Κίνα, διατηρώντας ταυτόχρονα και τις στρατιωτικές δυνάμεις τους στο Αφγανιστάν.

Εδώ πρέπει να γίνει σαφές πως η Κίνα δεν είναι καθόλου αμελητέα δύναμη σήμερα. Είναι η ισχυρότερη οικονομική δύναμη στη βάση του συνολικού ΑΕΠ του 2020 (το ΑΕΠ της Κίνας ήταν 19,617 τρισ. δολάρια, ενώ των ΗΠΑ ήταν 19,519 τρισ. δολάρια). Επιπλέον είναι η 3η ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη στον πλανήτη, έχοντας περάσει στη 2η θέση σε ό,τι αφορά τις στρατιωτικές δαπάνες (μετά τις ΗΠΑ), ξοδεύοντας πάνω από 260 δισ. δολάρια ετησίως για στρατιωτικές δαπάνες. Πρόσφατα μάλιστα, ο Κινέζος διπλωμάτης Σα Τζουκάν, πρώην αναπληρωτής ΓΓ του ΟΗΕ για οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα, κάλεσε τη χώρα του να αναπροσαρμόσει το πυρηνικό της δόγμα και να παραιτηθεί από τη δέσμευση ότι η Κίνα δε θα χρησιμοποιήσει πρώτη πυρηνικά όπλα.50

Οι ΗΠΑ είχαν σε αυτά τα 20 χρόνια στο Αφγανιστάν μια σημαντική οικονομική αιμορραγία 2,26 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, που με την αποχώρηση των στρατευμάτων τους παύει και τους επιτρέπει να διοχετεύσουν αυτούς τους πόρους (300 εκατομμύρια δολάρια τη μέρα51) σε άλλους σχεδιασμούς τους.

Οι ΗΠΑ επιδιώκουν για άλλη μια φορά να καταχωρηθούν ως «αυτόκλητος προστάτης» των λαών, αυτήν τη φορά της περιοχής του Ινδοειρηνικού, έναντι των σχεδίων επέκτασης των κινεζικών μονοπωλίων, των βλέψεων της Κίνας στη Νοτιοανατολική Ασία. Ήδη, ένα μεγάλο τμήμα ναυτικών και αεροπορικών αμερικανικών δυνάμεων έχει μεταφερθεί στον Ειρηνικό, κατασκευάζονται νέες στρατιωτικές βάσεις κι ενισχύονται οι παλιές, πραγματοποιούνται ασκήσεις με τη συμμετοχή της Αυστραλίας και άλλων κρατών, διεξάγεται ένας αγώνας δρόμου με τις στρατιωτικές ασκήσεις της Κίνας. Συγκεντρώνεται η προσοχή στο στενό της Ταϊβάν, επιχειρείται η διεύρυνση των συμμαχιών και από τις δύο πλευρές. Η Στρατηγική ΝΑΤΟ 2030 ενισχύει τον προσανατολισμό κατά της Κίνας. Στο έδαφος αυτό, δημιουργήθηκε πρόσφατα η Συμφωνία AUKUS μεταξύ των ΗΠΑ, της Αυστραλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Οι ΗΠΑ λοιπόν επιδιώκουν άμεσα να ενισχύσουν τις στρατιωτικές δυνάμεις τους στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας (του Ινδοειρηνικού), στην οποία παράγεται το 60% του παγκόσμιου ΑΕΠ και εκτιμάται πως θα απορροφά το 70% της ζήτησης ενέργειας τα επόμενα χρόνια, και η οποία αποτελεί σημαντικό «δίαυλο» της παγκόσμιας εμπορικής ναυσιπλοΐας. Η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν ή των αμερικανικών «Patriot» από τη Σαουδική Αραβία, μεταξύ άλλων, αποσκοπεί και στην αναδιάταξη των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της αμερικανικής παρουσίας στον Ινδοειρηνικό. Είναι γνωστό πως σε κάθε μάχη έχει σημασία τόσο η διάταξη των δυνάμεων όσο και η ύπαρξη εφεδρειών. Να γιατί οι ΗΠΑ προσανατολίζονται να προωθήσουν στο Αφγανιστάν τα συμφέροντά τους με άλλα μέσα και τρόπους, εξορθολογώντας δαπάνες και αναδιατάσσοντας τις στρατιωτικές δυνάμεις τους σε μια ευρύτερη περιοχή.



Η ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ

Η αστική τάξη της χώρας συμμετείχε ενεργά στην ιμπεριαλιστική επέμβαση στο Αφγανιστάν.

«Η “Ελληνική Δύναμη Αφγανιστάν” περιλάμβανε:

Μονάδα μηχανικού με δεκάδες άτομα προσωπικό και εξειδικευμένο βαρύ εξοπλισμό.

Στελέχωση και λειτουργία πλήρους στρατιωτικής ιατρονοσηλευτικής μονάδας (κανονικό νοσοκομείο).

Διάθεση δεκάδων στελεχών σε διάφορες επιτελικές θέσεις της ΝΑΤΟϊκής δύναμης ISAF. Τα στελέχη αυτά συμμετείχαν σ’ όλους τους σχεδιασμούς αυτής της κατοχικής δύναμης.

Παραχώρηση για πολεμική χρήση δεκάδων στρατιωτικών οχημάτων, αλλά και μεταγωγικών αεροσκαφών.

Σε αυτά πρέπει να προστεθεί και μεγάλος αριθμός εξειδικευμένου στρατιωτικού προσωπικού που είχε διατεθεί για τη λειτουργία του αεροδρομίου της Καμπούλ, του οποίου την ευθύνη της διοίκησής του για μεγάλο χρονικό διάστημα είχε η Ελλάδα. Επιπλέον, η ελληνική εμπλοκή επεκτάθηκε και στην κάλυψη μίας από τις εννιά Περιφερειακές Ομάδες Ανασυγκρότησης, όπως λέγονταν, που είχαν δημιουργηθεί για να επεκτείνει τη δράση του το ΝΑΤΟ και εκτός Καμπούλ, “μέσω έργων ανοικοδόμησης και επαφών με τοπικούς παράγοντες” (εξαγοράς δηλαδή) και τη δημιουργία μικρών “προτεκτοράτων-καντονιών”.

Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό το ψέμα που είχε περίτεχνα καλλιεργηθεί από τις ελληνικές κυβερνήσεις, για τη δήθεν “αθώα” ελληνική συμμετοχή. Αντίθετα, αυτή ήταν άμεση και σημαντική για την επιτυχή έκβαση των ΝΑΤΟϊκών ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων. Επιπλέον, εξέθετε σε τεράστιους κινδύνους το προσωπικό που συμμετείχε σε αυτήν.»52

Συχνά η συμμετοχή των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στις ιμπεριαλιστικές αποστολές και επεμβάσεις, όπως αυτή στο Αφγανιστάν, ερμηνεύεται με τη «δουλικότητα» της αστικής τάξης της Ελλάδας έναντι των ΑμερικανοΝΑΤΟϊκών. Μπαίνει το ερώτημα: «Μα τι συμφέρον έχουν οι δικοί μας αστοί στο Αφγανιστάν;» Έτσι, λαθεμένα συμπεραίνεται πως αυτή η πολιτική συμπεριφορά των κομμάτων της αστικής τάξης στην Ελλάδα (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ κ.ο.κ.) οφείλεται σε κάποια «εθελοδουλία» τους. Αυτή η αντίληψη είναι λαθεμένη. Δε λαμβάνει υπόψη της πως η αστική τάξη της χώρας μέσα από τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και συμφωνίες προσδοκά ανταλλάγματα σε άλλα μέτωπα που την ενδιαφέρουν και έτσι εκφράζει την επιθετικότητά της. Αυτό φαίνεται και στην περίπτωση της πρόσφατης Ελληνογαλλικής Συμφωνίας, με την οποία οι Ένοπλες Δυνάμεις της Ελλάδας προσανατολίζονται σε νέες εμπλοκές σε όλη την περιοχή του Σάχελ, όπου διακυβεύονται τα συμφέροντα των γαλλικών μονοπωλίων.53



«ΓΙΑΤΙ ΔΕ ΜΕΝΟΥΝ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΟΥΣ Ν’ ΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ;»

Από τα διάφορα αστικά επιτελεία περισσεύει η υποκρισία και τα «κροκοδείλια δάκρυα» για την τύχη του λαού και κυρίως των γυναικών στο Αφγανιστάν. Με την ίδια υποκρισία αναφέρονται και στην αναμενόμενη αύξηση του Προσφυγικού, όταν οι ίδιες οι εξελίξεις αποδεικνύουν αυτό που όλοι τους θέλουν να κρύψουν, πως οι πρόσφυγες είναι τελικά τα θύματα των πολέμων και των επεμβάσεων.

«Ως αθώοι του αίματος, οι Ευρωπαίοι μιλούν για “ανεξέλεγκτες παράνομες μεταναστευτικές μετακινήσεις”, εξακολουθώντας να χρησιμοποιούν τον όρο “μετανάστευση” προκειμένου να αποστερήσουν από τους ξεριζωμένους Αφγανούς (θύματα της δικής τους επέμβασης) την προστασία για τους πρόσφυγες σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, που συστηματικά καταπατιέται. Το ΚΚΕ έχει δώσει αγώνα όλα τα προηγούμενα χρόνια ώστε οι κατατρεγμένοι Αφγανοί να αντιμετωπίζονται ως πρόσφυγες και όχι ως μετανάστες.»54

Το Κόμμα μας όλη αυτήν την περίοδο συγκρούεται με την πολιτική της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων, που ενώ συμμετέχουν στο αιματοκύλισμα των λαών, την ίδια ώρα δυναμώνουν την άγρια καταστολή σε βάρος των μεταναστών και προσφύγων, τις απελάσεις και τις υπερδομές-φυλακές, αξιοποιώντας ως «χωροφύλακα» τη Frontex, προωθώντας νέες αντιδραστικές αλλαγές στη Μετανάστευση και στο Άσυλο.

Συχνά, από εργαζόμενους που από σωστές θέσεις αντιπαρατίθενται με τις εθνικιστικές και ρατσιστικές αντιλήψεις για τους πρόσφυγες και μετανάστες, μπαίνει το ερώτημα: «Μα γιατί δε μένουν στη χώρα τους να παλέψουν; Αν φεύγουν, πώς θα αλλάξει η κατάσταση στη χώρα τους;»

Σαφώς το βασικό πεδίο της δράσης κάθε αγωνιστή, κάθε κομμουνιστή είναι το εθνικό. Μπορεί η πάλη των εργαζόμενων σε όλο τον κόσμο να έχει τον ίδιο αντίπαλο, αλλά πρώτ’ απ’ όλα αυτή διεξάγεται σε εθνικό επίπεδο. Την ίδια ώρα ωστόσο, με το ερώτημα που εκφράζουν αυτοί οι φίλοι δεν παίρνουν υπόψη τους όχι μόνο τη σκληρότητα των συνθηκών της ταξικής πάλης στη χώρα αυτή, αλλά και το γεγονός της μεγάλης οπισθοχώρησης του εργατικού-λαϊκού κινήματος, της διάλυσης του κόμματος της εργατικής τάξης από τα χτυπήματα της αντεπανάστασης και του οπορτουνισμού.

Σε αυτές τις συνθήκες εκατομμύρια άνθρωποι, που δε βλέπουν καμία δυνατότητα αντίστασης στη χώρα τους, οδηγούνται στην ξενιτιά. Καθήκον του ΚΚ, των κομμουνιστών σε όλον τον κόσμο είναι να σταθούν στο πλευρό αυτών των ανθρώπων. Όπως σωστά επισήμανε ο σ. Αϊνούρ Κουρμάνοφ, συμπρόεδρος του Σοσιαλιστικού Κινήματος Καζακστάν: «Μέσα σε 20 χρόνια, στο Αφγανιστάν αλλά και σε όλες τις χώρες της περιοχής, μεγάλωσε μια νέα γενιά που δε θέλει πλέον να ζει σε συνθήκες θρησκευτικού σκοταδισμού, καταπίεσης από τους ντόπιους καπιταλιστές και κυριαρχίας ξένων ιμπεριαλιστών. Από αυτό το περιβάλλον θα προκύψουν νέοι ταξικοί αγωνιστές και δυνάμεις ικανές να υποστηρίξουν την κοινωνική και πολιτική απελευθέρωσή τους. Καθήκον μας είναι να τους βοηθήσουμε να οργανωθούν και να οπλιστούν με το πρόγραμμα της πάλης για το σοσιαλισμό!»55

Σε αυτήν την κατεύθυνση ο λαός του Αφγανιστάν μπορεί να ανατρέψει τους σχεδιασμούς του ιμπεριαλισμού και του νέου αστικού αντιδραστικού καθεστώτος, ανασυγκροτώντας το κόμμα της εργατικής τάξης, που δέχτηκε πολύ βαριά χτυπήματα τα τελευταία 30 χρόνια, ανασυγκροτώντας το λαϊκό κίνημα στην πάλη ενάντια στον καπιταλισμό και κάθε είδους αποκρουστική βαρβαρότητα που αυτός δημιουργεί, είτε είναι οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις είτε οι αντιδραστικές δυνάμεις, όπως είναι οι Ταλιμπάν, φωτίζοντας το δρόμο του σοσιαλισμού-κομμουνισμού.



Αντί επιλόγου


Στο άρθρο αυτό έγινε μια προσπάθεια να δοθούν στον αναγνώστη βασικές πλευρές των ιστορικών και πιο σύγχρονων εξελίξεων, ωστόσο το θέμα δεν μπορεί να εξαντληθεί εδώ. Αρκετά ιστορικά ζητήματα απαιτούν περαιτέρω μελέτη, ενώ οι τρέχουσες εξελίξεις χρειάζονται συστηματική παρακολούθηση.

Σε κάθε περίπτωση όμως, απαιτείται να συνεχιστεί η καταδίκη της διαχρονικής ιμπεριαλιστικής επέμβασης των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν, όπως και η ανάδειξη των πραγματικών στόχων τους, καταρρίπτοντας τα διάφορα ιμπεριαλιστικά προσχήματα.

Σε αυτήν την κατεύθυνση, χρειάζεται να δυναμώσει το μέτωπο με τις αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις που στήριξαν και στηρίζουν την ιμπεριαλιστική επέμβαση το τελευταίο διάστημα με το πρόσχημα της δήθεν «σταθερότητας» που είχε επιφέρει η ΝΑΤΟϊκή επέμβαση. Μια «σταθερότητα» της άλλης «πλευράς» του ίδιου «νομίσματος» της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.

Σήμερα οι αμερικανικές προτεραιότητες μετατοπίζονται προς τον Ειρηνικό Ωκεανό στην «κόντρα» με την Κίνα για την πρωτοκαθεδρία στο καπιταλιστικό σύστημα. Έτσι, προχωρούν σε ανασχεδιασμό και των στρατιωτικών τους εγκαταστάσεων, χαράζοντας άλλη τακτική στην υπηρέτηση των συμφερόντων των μονοπωλίων τους στην περιοχή της Κεντρικής Ασίας.

Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δείχνει πως η εικόνα που καλλιεργούν στη χώρα μας οι απολογητές των συμμαχιών της αστικής τάξης, πως δήθεν οι ΗΠΑ είναι «άτρωτες», πως το ΝΑΤΟ σημαίνει «ασφάλεια», είναι πλαστή. Η πραγματική και διδακτική εικόνα ήταν αυτή της απελπισίας στην οποία βρέθηκαν οι πολιτικοί «σύμμαχοι» των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στο αεροδρόμιο της Καμπούλ. Γι’ αυτό, όταν τα ελληνικά κόμματα του ευρωατλαντισμού μιλήσουν την επόμενη φορά για τους «διαβολικά καλούς» και «ισχυρούς συμμάχους» μας, που δήθεν «εγγυώνται» την υπεράσπιση των «εθνικών συμφερόντων», ας φέρουμε στο μυαλό μας εκείνη την εικόνα. Είναι πέρα για πέρα διδακτική!

Η όλη εξέλιξη έδειξε πως οι ιμπεριαλιστές είναι υποχρεωμένοι να παίρνουν υπόψη τους και τις αλλαγές στο συσχετισμό δύναμης, τις λαϊκές διαθέσεις σε μια χώρα ή σε μια ευρύτερη περιοχή, να αναπροσαρμόζουν τα σχέδιά τους, να αναδιπλώνονται ή ανάλογα να αντεπιτίθενται. Ούτε «άτρωτοι» είναι, ούτε μπορούν να εξασφαλίσουν την ειρήνη, την ασφάλεια, την ευημερία των λαών. Αυτά μπορούν να διασφαλιστούν με τη λαϊκή πάλη σε ρήξη με τα συμφέροντα των αστικών τάξεων, των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και το σύστημα που δημιουργεί Ταλιμπάν και κάθε είδους αντιδραστικές πολιτικές δυνάμεις.




ΣημειώσειςΣημειώσεις


* Ο Ελισαίος Βαγενάς είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων.

1.. «Ταλιμπάν» σημαίνει «Σπουδαστής». Είναι ένοπλο αντιδραστικό κίνημα.

2. https://news.un.org (ενημερωτική ιστοσελίδα ΟΗΕ), 23.9.2021.

3. «Συμφωνία για προσωρινούς μηχανισμούς στο Αφγανιστάν πριν την αποκατάσταση των μόνιμων λειτουργικών κυβερνητικών θεσμών», https://worldconstitutions.ru/?p=474

4. Ριζοσπάστης, 20.8.2021.

5. Γ. Λούλης, «Μετά το Αφγανιστάν: Το νέο σταυροδρόμι της Αμερικής», Εφημερίδα των Συντακτών, 2.10.2021.

6. «Πεδίο σκληρών ανταγωνισμών ο ορυκτός πλούτος», Ριζοσπάστης, 22.11.2019.

7. Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τόμ. 2, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 248 και 249.

8. «Το τζιχάντ της ηρωίνης», https://lenta.ru, 28.8.2021.

9. http://www.iran.ru,13.9.2021.

10. «Στρατιωτικά αεροπλάνα εντοπίστηκαν στο αεροδρόμιο Μπαγκράμ», εφημ. Dailymail, 3.10.2021, https://www.dailymail.co.uk

11. «Ο Βαν Ι συμμετείχε σε άτυπη συνάντηση Κίνας, Ρωσίας, Πακιστάν, Ιράν για το Αφγανιστάν», εφημ. ΖΕΝΜΙΝ ΖΙΜΠΑΟ, 18.9.2021, http://russian.people.com.cn

12. https://afghanistan.ru, 29.9.2021.

13. «Ποια χώρα αναγνώρισε πρώτη την ΕΣΣΔ», https://russian7.ru,19.5.2021.

14. Το ΛΔΚΑ είχε ιδρυθεί το 1965 και υποστήριζε ότι είναι μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα.

15. «Σημαία», από τον τίτλο της εφημερίδας που έβγαζε.

16. «Λαός», επίσης από τον τίτλο της εφημερίδας που έβγαζε.

17. «Μουτζαχεντίν» σημαίνει «μαχητής της πίστης».

18. Αφγανιστάν. Η λαϊκή επανάσταση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 11-12.

19. Ό.π., σελ. 20.

20. Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 31, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 133.

21. Γ. Δελαστίκ, Αφγανιστάν. Επανάσταση και αντεπανάσταση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 67-69.

22. Αφγανιστάν. Η λαϊκή επανάσταση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 60.

23. Γ. Δελαστίκ, Αφγανιστάν. Επανάσταση και αντεπανάσταση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 30-31.

24. Α. Α. Λιαχόφσκι, Τα μυστικά του αφγανικού πολέμου. Οι «Παρτσάμ» και οι «Χαλκ».

25. Αφγανιστάν. Η λαϊκή επανάσταση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 44.

26. Μ. Φ. Σλίνκι, «Χαλκ» και «Παρτσάμ»: Οι πηγές των φραξιονιστικών αντιθέσεων και διασπάσεων.

27. Β. Πριαμίτσιν, «Χαλκ» και «Παρτσάμ»: Η διαπάλη για την εξουσία αλά αφγανικά.

28. Από τις αναμνήσεις του μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΛΔΚΑ, υπουργού σ. Μ. Α. Βαταντζάρ.

29. Γ. Δελαστίκ, Αφγανιστάν. Επανάσταση και αντεπανάσταση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 36.

30. Ό.π., σελ. 171.

31. Τάσος Εγγλέζος, Αφγανιστάν. Ένα άλλο σταυροδρόμι, σελ. 10-11.

32. Αφγανιστάν. Η λαϊκή επανάσταση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 47.

33. Γ. Δελαστίκ, Αφγανιστάν. Επανάσταση και αντεπανάσταση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 56.

34. ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «Συμπεράσματα για το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό», ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 3/2020.

35. Γ. Β. Ρουμπτσόφ, Η Σοβιετική Ένωση στον «ακήρυχτο» πόλεμο του Αφγανιστάν (1979-1989). Αναλογισμός του παρελθόντος.

36. Γκ. Κορνιένκο, Ψυχρός πόλεμος. Μαρτυρία ενός συμμετέχοντα σ’ αυτόν, εκδ. Όλμαπρες, 2001.

37. «Τους Μουτζαχεντίν τους φτιάξαμε εμείς με τον Κάρτερ. Λεπτομέρειες της μυστικής επιχείρησης “Κυκλώνας”», https://tvzvezda.ru

38. Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 45, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 381.

39. Γκ. Κορνιένκο, Ψυχρός πόλεμος. Μαρτυρία ενός συμμετέχοντα σ’ αυτόν, εκδ. Όλμαπρες, 2001.

40. Β. Μπράτσεφ - Μ. Πολίνοφ, ΕΣΣΔ και Αφγανιστάν κατά τη διάρκεια του πολέμου 1979-1989: Οικονομική και ανθρωπιστική συνεργασία.

41. Γ. Λιγκατσόφ, Προειδοποίηση.

42. Α. Α. Λιαχόφσκι, Τραγωδία και ανδρεία του πολέμου στο Αφγανιστάν, σελ. 76-77.

43. Αφγανιστάν. Η λαϊκή επανάσταση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 53.

44. Απόφαση του 18ου Συνεδρίου στο δεύτερο θέμα, «Εκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το Σοσιαλισμό».

45. Μ. Φ. Σλίνκιν, Η εξέγερση του στρατηγού Σ. Ν. Τανάγια στο Αφγανιστάν το Μάρτη του 1990.

46. Γ. Λαλέτιν, Η ενδοεθνική αλληλεπίδραση στο Αφγανιστάν.

47. «Οι επικεφαλής των υπηρεσιών κατασκοπίας Ρωσίας, Κίνας και χωρών της Κεντρικής Ασίας συναντήθηκαν στο Πακιστάν», https://realtribune.ru, 12.9.2021.

48. Για περισσότερα βλ. ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «Ο Λένιν για τον πόλεμο και τη στάση των κομμουνιστών», ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 6/2012.

49. Για περισσότερα βλ. Β. Όψιμος, «Η θεωρία του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό και οι διαστρεβλώσεις της», ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 2/2017.

50. Εφημερίδα Ιζβέστια, 25.9.2021, https://iz.ru

51. «Πόσο κόστισε στις ΗΠΑ ο 20ετής πόλεμος», Το Βήμα, 19.8.2021.

52. Ομιλία Νίκου Παπαναστάση, αντισυνταγματάρχη ε.α. και βουλευτή του ΚΚΕ, σε εκδήλωση στο 47ο Φεστιβάλ ΚΝΕ-Οδηγητή.

53. Δες ομιλία Γ. Μαρίνου, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, στη Βουλή, στις 5.10.2021.

54. Ομιλία Κατερίνας Γεράκη, υπεύθυνης της Διατμηματικής Επιτροπής της ΚΕ για τους Πρόσφυγες και Μετανάστες, σε εκδήλωση στο 47ο Φεστιβάλ ΚΝΕ-Οδηγητή.

55. Ομιλία Αϊνούρ Κουρμάνοφ σε εκδήλωση στο 47ο Φεστιβάλ ΚΝΕ-Οδηγητή.



www.fotavgeia.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: