του Duygu Tavan
Οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις της Ευρώπης έχουν ως σχεδόν
αποκλειστική πηγή ρευστότητας τις τράπεζες. Όταν όμως αυτός ο κρουνός
κλείνει, η ραχοκοκαλιά της οικονομίας πρέπει να στραφεί αλλού. Πού όμως;
Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αναφέρονται συχνά ως η ραχοκοκαλιά κάθε ανεπτυγμένης οικονομίας. Ωστόσο, στην Ευρώπη ειδικά, η έλλειψη χρηματοδότησης εκ μέρους των τραπεζών
καθυστερεί την ανάπτυξη αυτών των επιχειρήσεων. Εναλλακτικά μοντέλα
δανεισμού παιζουν όλο και μεγαλύτερο ρόλο και ορισμένες τράπεζες
αναζητούν να αυξήσουν τη συμμετοχή τους σε αυτόν τον κλάδο. Είναι άραγε
λίγες και καθυστερημένες οι προσπάθειες αυτές;
Ο Marc Tenbieg φαίνεται πιο τυχερός έναντι των περισσότερων από τους ανταγωνιστές του. Ο εκτελεστικός διευθυντής της Deutsche Mittelstansbund, της Ένωσης Γερμανικών Μικρών και Μεσαίων επιχειρήσεων (MμE) αντιπροσωπεύει έναν ακμάζοντα κλάδο, ο οποίος αλλού στην Ευρώπη βρίσκεται σε καταστολή λόγω του μειωμένου τραπεζικού δανεισμού, των χλομών επενδυτικών ευκαιριών και της αδύναμης ζήτησης.
Στη Γερμανία, λέει, υπάρχουν μερικά παράπονα για την πρόσβαση των ΜμΕ σε χρηματοδότηση. Ταυτόχρονα, ωστόσο, παραδέχεται ότι αυτό από το οποίο υποφέρουν ορισμένες από τις εταιρίες αυτές είναι καθυστερήσεις στις πληρωμές - ειδικά όσες εξάγουν στη νότια Ευρώπη.
«Τα ευρωπαϊκά θέματα γρήγορα γίνονται γερμανικά προβλήματα», λέει ο κ. Tenbieg. Η άποψη αυτή φανερώνει δύο ανησυχίες: Αφενός το ότι η κατάρρευση της αλυσίδας μεταξύ των χρηματοδοτήσεων των ΜμΕ και των πληρωμών μπορεί να έχει συνέπειες ντόμινο στη Γερμανία, καταστρέφοντας τελικά τον κλάδο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Αφετέρου το γεγονός ότι δεν είναι σαφές πώς θα λειτουργήσει στο μέλλον το γερμανικό μοντέλο, που βασίζεται στο αποκεντρωμένο σύστημα καταθέσεων και στις συνεργατικές τράπεζες.
Ευρύτερες ανησυχίες
Τέτοιες ανησυχίες σχετικά με τη ρευστότητα δεν περιορίζονται στην Ευρώπη. Από τις χώρες του ΟΟΣΑ μόνο σε μια χούφτα από αυτές παρατηρήθηκε αύξηση του δανεισμού προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις εντός του έτους που τελείωσε το 2011. Το μερίδιο των δανείων προς ΜμΕ επί των συνολικών επιχειρηματικών δανείων μειώθηκε ή έμεινε σταθερό στις περισσότερες από τις χώρες αυτές - ακόμη και στις περιπτώσεις που τα συνολικά επιχειρηματικά δάνεια αυξήθηκαν.
Αυτό σημαίνει ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις έχουν καλύτερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση από ό,τι οι ΜμΕ και αυτό αποτελεί παράγοντα ανησυχίας για οικονομολόγους, πολιτικούς και τράπεζες που επαινούν τις ΜμΕ ως την ατμομηχανή της οικονομίας οποιασδήποτε χώρας - κρίσιμη στο να δημιουργεί θέσεις εργασίας και να καινοτομεί.
Οι ΜμΕ αντιμετωπίζουν τεράστιες προκλήσεις σε πολλά μέτωπα. Η υπερβολική γραφειοκρατία μπορεί να πνίξει την ανάπτυξή τους, όπως και η έλλειψη πρόσβασης σε χρηματοδότηση από τράπεζες ή άλλη πηγή. Οι τράπεζες λένε ότι θέλουν να δανείσουν σε ΜμΕ, αλλά η υποχρέωσή τους έναντι όσων ορίζει η Βασιλεία ΙΙΙ τις αναγκάζει σε αυστηρότερα κριτήρια δανεισμού. Καθώς είναι δύσκολο να ελέγξεις την αξιοπιστία μιας ΜμΕ και επειδή είναι πιο ριψοκίνδυνη η επένδυση σε αυτές από ό,τι στις μεγαλύτερες εταιρίες, οι τράπεζες γενικώς ελάττωσαν τις πιστώσεις τους προς αυτές.
Σε μια περιοχή όπως είναι η Ευρώπη, όπου ποσοστό από 75% έως 80% της χρηματοδότησης προς ΜμΕ εξαρτάται από τις τράπεζες, τέτοιοι περιορισμοί μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες. Αντιθέτως, στις ΗΠΑ από τις τράπεζες προέρχεται μόλις το 25% της χρηματοδότησης των ΜμΕ. Ο δυναμισμός της αμερικανικής οικονομίας συχνά υπολείπεται του δραστήριου κλάδου των ΜμΕ, ο οποίος συντηρείται από διάφορες κεφαλαιακές πηγές όπως τα ομόλογα, τα ιδιωτικά κεφάλαια και τα venture capitals.
Στην Ευρώπη υπάρχουν σημαντικές διαφορές από χώρα σε χώρα. Οι περίφημες γερμανικές Mittelstand εξυπηρετούνται από αποκεντρωμένες καταθέσεις και συνεργατικές τράπεζες, ενώ τώρα και οι εμπορικές εντόπισαν το πόσο ελκυστικός είναι ο κλάδος.
Ωστόσο, ο χρόνος παίζει σημαντικό ρόλο και ο Stefano Manzocchi, καθηγητής διεθνών οικονομικών στο ιταλικό πανεπιστήμιο Luiss Guido Carli, προειδοποιεί ότι αρκετές ΜμΕ θα χρεοκοπήσουν έως ότου αυτές οι προσπάθειες του κλάδου πιάσουν τόπο. "Πρέπει να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στη βραχυπρόθεσμη λύση και στη μακροπρόθεσμη», επισημαίνει. Μια βραχυπρόθεσμη λύση απαιτείται για να βοηθηθούν τώρα οι ΜμΕ και αυτή η λύση πρέπει να συνδεθεί με το τραπεζικό σύστημα. Μετά χρειάζεται μια μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση στηριγμένη σε οχήματα χρηματοδότησης καινοτομιών και σε οργανισμούς".
Ο ΟΟΣΑ στη μελέτη του για τη χρηματοδότηση ΜμΕ και επιχειρηματιών το 2013 βρήκε για παράδειγμα πως μόνο η Χιλή, η Γαλλία, η Ρωσία, η Σερβία, η Σλοβενία, η Νότιος Κορέα και η Τουρκία ανέφεραν συνεχή άνοδο στη χρηματοδότηση ΜμΕ στη χρονιά έως το τέλος του 2011. Ωστόσο, ανάμεσα στο 2007 και το 2011 το μερίδιο των δανείων προς ΜμΕ στα συνολικά επιχειρηματικά δάνεια μειώθηκε ή έμεινε στάσιμο στις περισσότερες χώρες - ακόμη και στη Νότιο Κορέα,τη Ρωσία και την Τουρκία.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της ΕΚΤ, που καλύπτει το χρονικό διάστημα από τον Οκτώβριο του 2012 έως τον Μάρτιο του 2013, στην Ευρώπη ανησυχία για την πρόσβαση σε χρηματοδότηση είχε το 38% των ΜμΕ στην Ελλάδα, το 25% στην Ισπανία, το 24% στην Ιρλανδία και το 21% στην Ιταλία. Αυτό είναι εντελώς αντίθετο με ό,τι συμβαίνει με τις ΜμΕ στη Γερμανία και στην Αυστρία, όπου μόλις το 8% αυτών επικαλέστηκε την έλλειψη πρόσβασης σε χρηματοδότηση ως την κύρια εστία ανησυχίας.
Όταν πρόκειται για χρηματοδότηση, οι τράπεζες στην Ευρώπη είναι σε πίεση και οι οικονομικές προοπτικές της ηπείρου είναι αδύναμες. Αποτέλεσμα αυτού είναι η αυστηροποίηση των κριτηρίων δανεισμού των ΜμΕ μακροπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα.
Δεν είναι ωστόσο ξεκάθαρο αν το χαμηλό επίπεδο δανεισμού οφείλεται αποκλειστικά στην απροθυμία των τραπεζών να δανείσουν ή αν ήταν και αποτέλεσμα της απροθυμίας του ιδιωτικού τομέα να δανειστεί. Κάποιες ΜμΕ σταμάτησαν να κάνουν αίτηση για δάνεια υπό τον φόβο της απόρριψης, άλλες καθυστέρησαν τις επενδύσεις, ενώ μερικές συγκέντρωσαν τα δικά τους κεφάλαια. Αυτό συνέβη ιδιαίτερα στη Γερμανία όπου πολλές ΜμΕ δεν ζητούν τόσο πολλά δάνεια, έχοντας ήδη αυξήσει το κεφάλαιό τους, λέει ο κ. Tenbieg.
Ο συνήθης τρόπος για τις εταιρίες να συγκεντρώσουν χρήματα είναι να εισαχθούν στο χρηματιστήριο. Ωστόσο, για μια οικογενειακή επιχείρηση αυτή η προοπτική δεν είναι τόσο ελκυστική καθώς συνεπάγεται την απώλεια του ελέγχου της. Η συγκέντρωση κεφαλαίων μέσω της έκδοσης ομολόγων μπορεί να είναι πιο ελκυστική, αλλά αρκετές από τις ΜμΕ δεν μπορούν να αντέξουν το κόστος της έκδοσης ομολόγων, τους λείπουν οι γνώσεις και θεωρούν ότι το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό έκδοσης που απαιτείται από τους επενδυτές είναι υπερβολικά υψηλό γι' αυτές. Επίσης, υπάρχει έλλειψη αξιόπιστης χρηματοοικονομικής πληροφορίας για αρκετές από τις ΜμΕ, γεγονός το οποίο ανεβάζει το κόστος του ελέγχου της αξιοπιστίας τους.
Θα μπορούσαν επίσης να υπάρχουν ευκαιρίες για θεσμικούς επενδυτές, ειδικά συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρίες ώστε να επενδύσουν σε ομόλογα ΜμΕ. Όπως το θέτει η ΕΚΤ στην έρευνά της, που πραγματοποιήθηκε από τον Οκτώβριο του 2012 ως τον Μάρτιο του 2012, οι ασφαλιστικές και τα ταμεία «μπορούν να καλύψουν το τμήμα του δανεισμού από όπου οι τράπεζες αποχωρούν».
Σε ορισμένες περιπτώσεις οι τράπεζες δεν εμπλέκονται καθόλου στη χρηματοδότηση των ΜμΕ. Ωστόσο, ο συνολικός όγκος των εταιρικών ομολόγων για μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις είναι μικρός στην Ευρώπη. Ο Giovanni Sabatini, γενικός διευθυντής στην Ιταλική Ένωση Τραπεζών, ελπίζει ότι στο μέλλον οι ΜμΕ θα μπορέσουν να έχουν πρόσβαση απευθείας στις αγορές.
Αυτό είναι το είδος της αγοράς όπου η γερμανική Commerzbank θέλει να εισέλθει .Ο Markus Beumer, μέλος του Δ.Σ. της Commerzbank αρμόδιος για τις ΜμΕ, επιβεβαιώνει ότι η τράπεζα ανταγωνίζεται τις καταθετικές τράπεζες της χώρας για τις δραστηριότητες των ΜμΕ. «Θέλουμε να δώσουμε στις ΜμΕ πρόσβαση στις αγορές», λέει.
Η πίστωση είναι το βασικό μας προϊόν, όμως όσο οι σχέσεις μας εξελίσσονται, μπορούμε να διαθέσουμε και άλλα προϊόντα, όπως η αντιστάθμιση κινδύνου και το ξένο συνάλλαγμα. Μπορούμε επίσης να προσφέρουμε ποικιλία καταθέσεων και επενδυτικές ευκαιρίες», συμπληρώνει.
Μια περιοχή-κλειδί όπου οι τράπεζες είναι ίσως ικανές να βοηθήσουν είναι οι καθυστερημένες πληρωμές, πρόβλημα που πλήττει τις ταμειακές ροές αρκετών ΜμΕ.
Κάποια βοήθεια θα μπορούσε να προέλθει από την Κοινοτική Οδηγία για τις καθυστερημένες πληρωμές, που τέθηκε σε ισχύ τον Μάρτιο. Είναι η οδηγία που ορίζει ότι ο δημόσιος τομέας πρέπει να πληρώνει τους προμηθευτές του εντός 30 ημερών και επιβάλλει αυστηρά μέτρα σε ό,τι αφορά τις καθυστερήσεις στις πληρωμές. Οι ΜμΕ δικαιούνται να ζητήσουν τόκους υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης.
Δεν συμφωνούν ωστόσο όλοι στο ότι η ρύθμιση αυτή θα είναι πανάκεια. Ο κ. Huemer λέει ότι πάντα υποστήριζε το συγκεκριμένο μέτρο. "Ωστόσο", προσθέτει, "δεν είμαι τόσο σίγουρος ότι οι ΜΜΕ θα κάνουν χρήση, καθώς ίσως ανησυχούν ότι έτσι δεν θα πάρουν νέες παραγγελίες. Η οδηγία αυτή θα έχει κάποια πλεονεκτήματα, αλλά δεν θα εξαφανίσει την καθυστέρηση στις πληρωμές".
Ο Marc Tenbieg φαίνεται πιο τυχερός έναντι των περισσότερων από τους ανταγωνιστές του. Ο εκτελεστικός διευθυντής της Deutsche Mittelstansbund, της Ένωσης Γερμανικών Μικρών και Μεσαίων επιχειρήσεων (MμE) αντιπροσωπεύει έναν ακμάζοντα κλάδο, ο οποίος αλλού στην Ευρώπη βρίσκεται σε καταστολή λόγω του μειωμένου τραπεζικού δανεισμού, των χλομών επενδυτικών ευκαιριών και της αδύναμης ζήτησης.
Στη Γερμανία, λέει, υπάρχουν μερικά παράπονα για την πρόσβαση των ΜμΕ σε χρηματοδότηση. Ταυτόχρονα, ωστόσο, παραδέχεται ότι αυτό από το οποίο υποφέρουν ορισμένες από τις εταιρίες αυτές είναι καθυστερήσεις στις πληρωμές - ειδικά όσες εξάγουν στη νότια Ευρώπη.
«Τα ευρωπαϊκά θέματα γρήγορα γίνονται γερμανικά προβλήματα», λέει ο κ. Tenbieg. Η άποψη αυτή φανερώνει δύο ανησυχίες: Αφενός το ότι η κατάρρευση της αλυσίδας μεταξύ των χρηματοδοτήσεων των ΜμΕ και των πληρωμών μπορεί να έχει συνέπειες ντόμινο στη Γερμανία, καταστρέφοντας τελικά τον κλάδο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Αφετέρου το γεγονός ότι δεν είναι σαφές πώς θα λειτουργήσει στο μέλλον το γερμανικό μοντέλο, που βασίζεται στο αποκεντρωμένο σύστημα καταθέσεων και στις συνεργατικές τράπεζες.
Ευρύτερες ανησυχίες
Τέτοιες ανησυχίες σχετικά με τη ρευστότητα δεν περιορίζονται στην Ευρώπη. Από τις χώρες του ΟΟΣΑ μόνο σε μια χούφτα από αυτές παρατηρήθηκε αύξηση του δανεισμού προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις εντός του έτους που τελείωσε το 2011. Το μερίδιο των δανείων προς ΜμΕ επί των συνολικών επιχειρηματικών δανείων μειώθηκε ή έμεινε σταθερό στις περισσότερες από τις χώρες αυτές - ακόμη και στις περιπτώσεις που τα συνολικά επιχειρηματικά δάνεια αυξήθηκαν.
Αυτό σημαίνει ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις έχουν καλύτερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση από ό,τι οι ΜμΕ και αυτό αποτελεί παράγοντα ανησυχίας για οικονομολόγους, πολιτικούς και τράπεζες που επαινούν τις ΜμΕ ως την ατμομηχανή της οικονομίας οποιασδήποτε χώρας - κρίσιμη στο να δημιουργεί θέσεις εργασίας και να καινοτομεί.
Οι ΜμΕ αντιμετωπίζουν τεράστιες προκλήσεις σε πολλά μέτωπα. Η υπερβολική γραφειοκρατία μπορεί να πνίξει την ανάπτυξή τους, όπως και η έλλειψη πρόσβασης σε χρηματοδότηση από τράπεζες ή άλλη πηγή. Οι τράπεζες λένε ότι θέλουν να δανείσουν σε ΜμΕ, αλλά η υποχρέωσή τους έναντι όσων ορίζει η Βασιλεία ΙΙΙ τις αναγκάζει σε αυστηρότερα κριτήρια δανεισμού. Καθώς είναι δύσκολο να ελέγξεις την αξιοπιστία μιας ΜμΕ και επειδή είναι πιο ριψοκίνδυνη η επένδυση σε αυτές από ό,τι στις μεγαλύτερες εταιρίες, οι τράπεζες γενικώς ελάττωσαν τις πιστώσεις τους προς αυτές.
Σε μια περιοχή όπως είναι η Ευρώπη, όπου ποσοστό από 75% έως 80% της χρηματοδότησης προς ΜμΕ εξαρτάται από τις τράπεζες, τέτοιοι περιορισμοί μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες. Αντιθέτως, στις ΗΠΑ από τις τράπεζες προέρχεται μόλις το 25% της χρηματοδότησης των ΜμΕ. Ο δυναμισμός της αμερικανικής οικονομίας συχνά υπολείπεται του δραστήριου κλάδου των ΜμΕ, ο οποίος συντηρείται από διάφορες κεφαλαιακές πηγές όπως τα ομόλογα, τα ιδιωτικά κεφάλαια και τα venture capitals.
Στην Ευρώπη υπάρχουν σημαντικές διαφορές από χώρα σε χώρα. Οι περίφημες γερμανικές Mittelstand εξυπηρετούνται από αποκεντρωμένες καταθέσεις και συνεργατικές τράπεζες, ενώ τώρα και οι εμπορικές εντόπισαν το πόσο ελκυστικός είναι ο κλάδος.
Ωστόσο, ο χρόνος παίζει σημαντικό ρόλο και ο Stefano Manzocchi, καθηγητής διεθνών οικονομικών στο ιταλικό πανεπιστήμιο Luiss Guido Carli, προειδοποιεί ότι αρκετές ΜμΕ θα χρεοκοπήσουν έως ότου αυτές οι προσπάθειες του κλάδου πιάσουν τόπο. "Πρέπει να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στη βραχυπρόθεσμη λύση και στη μακροπρόθεσμη», επισημαίνει. Μια βραχυπρόθεσμη λύση απαιτείται για να βοηθηθούν τώρα οι ΜμΕ και αυτή η λύση πρέπει να συνδεθεί με το τραπεζικό σύστημα. Μετά χρειάζεται μια μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση στηριγμένη σε οχήματα χρηματοδότησης καινοτομιών και σε οργανισμούς".
Ο ΟΟΣΑ στη μελέτη του για τη χρηματοδότηση ΜμΕ και επιχειρηματιών το 2013 βρήκε για παράδειγμα πως μόνο η Χιλή, η Γαλλία, η Ρωσία, η Σερβία, η Σλοβενία, η Νότιος Κορέα και η Τουρκία ανέφεραν συνεχή άνοδο στη χρηματοδότηση ΜμΕ στη χρονιά έως το τέλος του 2011. Ωστόσο, ανάμεσα στο 2007 και το 2011 το μερίδιο των δανείων προς ΜμΕ στα συνολικά επιχειρηματικά δάνεια μειώθηκε ή έμεινε στάσιμο στις περισσότερες χώρες - ακόμη και στη Νότιο Κορέα,τη Ρωσία και την Τουρκία.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της ΕΚΤ, που καλύπτει το χρονικό διάστημα από τον Οκτώβριο του 2012 έως τον Μάρτιο του 2013, στην Ευρώπη ανησυχία για την πρόσβαση σε χρηματοδότηση είχε το 38% των ΜμΕ στην Ελλάδα, το 25% στην Ισπανία, το 24% στην Ιρλανδία και το 21% στην Ιταλία. Αυτό είναι εντελώς αντίθετο με ό,τι συμβαίνει με τις ΜμΕ στη Γερμανία και στην Αυστρία, όπου μόλις το 8% αυτών επικαλέστηκε την έλλειψη πρόσβασης σε χρηματοδότηση ως την κύρια εστία ανησυχίας.
Όταν πρόκειται για χρηματοδότηση, οι τράπεζες στην Ευρώπη είναι σε πίεση και οι οικονομικές προοπτικές της ηπείρου είναι αδύναμες. Αποτέλεσμα αυτού είναι η αυστηροποίηση των κριτηρίων δανεισμού των ΜμΕ μακροπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα.
Δεν είναι ωστόσο ξεκάθαρο αν το χαμηλό επίπεδο δανεισμού οφείλεται αποκλειστικά στην απροθυμία των τραπεζών να δανείσουν ή αν ήταν και αποτέλεσμα της απροθυμίας του ιδιωτικού τομέα να δανειστεί. Κάποιες ΜμΕ σταμάτησαν να κάνουν αίτηση για δάνεια υπό τον φόβο της απόρριψης, άλλες καθυστέρησαν τις επενδύσεις, ενώ μερικές συγκέντρωσαν τα δικά τους κεφάλαια. Αυτό συνέβη ιδιαίτερα στη Γερμανία όπου πολλές ΜμΕ δεν ζητούν τόσο πολλά δάνεια, έχοντας ήδη αυξήσει το κεφάλαιό τους, λέει ο κ. Tenbieg.
Η άλλη χρηματοδότηση
Για να κοπεί η εξάρτηση από τον τραπεζικό δανεισμό, οι πολιτικοί δίνουν έμφαση στην ανάγκη για περισσότερες πηγές χρηματοδότησης. Αν και τα Asset Backed Securities προκάλεσαν αντιγνωμία για τον ρόλο τους στην κρίση, η ΕΚΤ έχει ήδη αρχίσει να τα συζητά ως πιθανή λύση για να αναζωογονήσει την αγορά χρηματοδότησης των ΜμΕ. Τέτοιου είδους χαρτοφυλάκια θα μπορούσαν να είναι πολύ ελκυστικά για επενδυτές, καθώς προσφέρουν το επιθυμητό diversification.Ο συνήθης τρόπος για τις εταιρίες να συγκεντρώσουν χρήματα είναι να εισαχθούν στο χρηματιστήριο. Ωστόσο, για μια οικογενειακή επιχείρηση αυτή η προοπτική δεν είναι τόσο ελκυστική καθώς συνεπάγεται την απώλεια του ελέγχου της. Η συγκέντρωση κεφαλαίων μέσω της έκδοσης ομολόγων μπορεί να είναι πιο ελκυστική, αλλά αρκετές από τις ΜμΕ δεν μπορούν να αντέξουν το κόστος της έκδοσης ομολόγων, τους λείπουν οι γνώσεις και θεωρούν ότι το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό έκδοσης που απαιτείται από τους επενδυτές είναι υπερβολικά υψηλό γι' αυτές. Επίσης, υπάρχει έλλειψη αξιόπιστης χρηματοοικονομικής πληροφορίας για αρκετές από τις ΜμΕ, γεγονός το οποίο ανεβάζει το κόστος του ελέγχου της αξιοπιστίας τους.
Θα μπορούσαν επίσης να υπάρχουν ευκαιρίες για θεσμικούς επενδυτές, ειδικά συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρίες ώστε να επενδύσουν σε ομόλογα ΜμΕ. Όπως το θέτει η ΕΚΤ στην έρευνά της, που πραγματοποιήθηκε από τον Οκτώβριο του 2012 ως τον Μάρτιο του 2012, οι ασφαλιστικές και τα ταμεία «μπορούν να καλύψουν το τμήμα του δανεισμού από όπου οι τράπεζες αποχωρούν».
Η Γερμανία δείχνει τον δρόμο
Είναι ακόμη νωρίς στην αναζήτηση εναλλακτικών για να αναπληρωθεί ο τραπεζικός δανεισμός, αν και είχε υπάρξει πρόοδος - ειδικά στη Γερμανία. Εκεί, τα υψηλής απόδοσης ομόλογα ΜμΕ έγιναν σημαντικά. Τέσσερα από τα οκτώ ανταλλακτήρια τη χώρας διαπραγματεύονται τα λεγόμενα mittelstand bonds με εκδόσεις που κυμαίνονται από 25 έως 225 εκατ. ευρώ για τα περασμένα χρόνια. Θεσμικοί επενδυτές κρατούν 60-75% των ομολόγων αυτών που φέρνουν ελκυστικές αποδόσεις οι οποίες κυμαίνονται από 7% ως 9%.Σε ορισμένες περιπτώσεις οι τράπεζες δεν εμπλέκονται καθόλου στη χρηματοδότηση των ΜμΕ. Ωστόσο, ο συνολικός όγκος των εταιρικών ομολόγων για μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις είναι μικρός στην Ευρώπη. Ο Giovanni Sabatini, γενικός διευθυντής στην Ιταλική Ένωση Τραπεζών, ελπίζει ότι στο μέλλον οι ΜμΕ θα μπορέσουν να έχουν πρόσβαση απευθείας στις αγορές.
Αυτό είναι το είδος της αγοράς όπου η γερμανική Commerzbank θέλει να εισέλθει .Ο Markus Beumer, μέλος του Δ.Σ. της Commerzbank αρμόδιος για τις ΜμΕ, επιβεβαιώνει ότι η τράπεζα ανταγωνίζεται τις καταθετικές τράπεζες της χώρας για τις δραστηριότητες των ΜμΕ. «Θέλουμε να δώσουμε στις ΜμΕ πρόσβαση στις αγορές», λέει.
Η πίστωση είναι το βασικό μας προϊόν, όμως όσο οι σχέσεις μας εξελίσσονται, μπορούμε να διαθέσουμε και άλλα προϊόντα, όπως η αντιστάθμιση κινδύνου και το ξένο συνάλλαγμα. Μπορούμε επίσης να προσφέρουμε ποικιλία καταθέσεων και επενδυτικές ευκαιρίες», συμπληρώνει.
Πράξη ανταλλαγής
«Οι οικογενειακές επιχειρήσεις συνήθως δεν δημοσιεύουν τα οικονομικά τους αποτελέσματα. Κατά την άποψή τους είναι συχνά χρονοβόρο και ακριβό. Οπότε, το να μπουν στο χρηματιστήριο δεν αποτελεί επιλογή για αρκετές από αυτές», τονίζει ο κ. Beumer. Από την άλλη, τα χρηματιστήρια θέλουν πολύ να υποδέχονται εταιρίες με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Παρόμοιες εναλλακτικές, ωστόσο, αν και σημαντικές, είναι προς το παρόν διαθέσιμες σε περιορισμένο αριθμό από ΜμΕ - αυτές που μπορούν να προσφέρουν υψηλές αποδόσεις και γρήγορη ανάπτυξη. Για τις περισσότερες ΜμΕ στην Ευρώπη, ο δανεισμός από τράπεζες θα παραμείνει η βασική τους πηγή κεφαλαίων στο άμεσο μέλλον.Μια περιοχή-κλειδί όπου οι τράπεζες είναι ίσως ικανές να βοηθήσουν είναι οι καθυστερημένες πληρωμές, πρόβλημα που πλήττει τις ταμειακές ροές αρκετών ΜμΕ.
Κάποια βοήθεια θα μπορούσε να προέλθει από την Κοινοτική Οδηγία για τις καθυστερημένες πληρωμές, που τέθηκε σε ισχύ τον Μάρτιο. Είναι η οδηγία που ορίζει ότι ο δημόσιος τομέας πρέπει να πληρώνει τους προμηθευτές του εντός 30 ημερών και επιβάλλει αυστηρά μέτρα σε ό,τι αφορά τις καθυστερήσεις στις πληρωμές. Οι ΜμΕ δικαιούνται να ζητήσουν τόκους υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης.
Δεν συμφωνούν ωστόσο όλοι στο ότι η ρύθμιση αυτή θα είναι πανάκεια. Ο κ. Huemer λέει ότι πάντα υποστήριζε το συγκεκριμένο μέτρο. "Ωστόσο", προσθέτει, "δεν είμαι τόσο σίγουρος ότι οι ΜΜΕ θα κάνουν χρήση, καθώς ίσως ανησυχούν ότι έτσι δεν θα πάρουν νέες παραγγελίες. Η οδηγία αυτή θα έχει κάποια πλεονεκτήματα, αλλά δεν θα εξαφανίσει την καθυστέρηση στις πληρωμές".
www.estetbroker.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου