Παραδοσιακά, η πολιτική συνοχής έχει επικεντρωθεί σχεδόν αποκλειστικά στη γη. Ωστόσο, οι ισχυροί δεσμοί και η διάδραση μεταξύ γης και θάλασσας γίνονται όλο και πιο εμφανείς και η ευρωπαϊκή πολιτική αντιμετωπίζει πλέον το θαλάσσιο περιβάλλον ως αναπόσπαστο τμήμα μιας ολοκληρωμένης εδαφικής ανάπτυξης. Η πρωτοβουλία της «γαλάζιας ανάπτυξης» (blue growth) -προτεραιότητα και της τρέχουσας Ελληνικής Προεδρίας- έχει ως στόχο να αξιοποιήσει το ανεκμετάλλευτο δυναμικό των ωκεανών, των θαλασσών και των ακτών της Ευρώπης για την ανάπτυξη και την απασχόληση.
Ας παραθέσουμε μερικά στοιχεία: Το 2012, η γαλάζια οικονομία της Ε.Ε. αντιπροσώπευε 5,4 εκατ. θέσεων εργασίας και μια ακαθάριστη προστιθέμενη αξία ύψους σχεδόν 500 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως. 75 % του εξωτερικού εμπορίου της Ευρώπης και 37% των εμπορικών συναλλαγών εντός της Ε.Ε. οφείλεται στη θάλασσα και μεγάλο μέρος αυτής της δραστηριότητας συγκεντρώνεται στις ακτές της Ευρώπης. Οι παράκτιες περιοχές της Ευρώπης φιλοξενούν πάνω από 205 εκατ. άτομα και 88 εκατομμύρια εργαζομένους. Ωστόσο, η ναυτιλιακή οικονομία είναι σημαντική και σε περιοχές που βρίσκονται μακριά από τις ακτές και τα λιμάνια, αυτές δηλαδή που κατασκευάζουν εξοπλισμούς πλοίων και συμμετέχουν σε δραστηριότητες μεταφορών, logistics, έρευνας και τεχνολογίας.
Ο παράκτιος και θαλάσσιος τουρισμός μπορούν να συμβάλλουν στην επέκταση της οικονομικής δραστηριότητας στην ενδοχώρα, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Αντιπροσωπεύοντας λοιπόν τη θαλάσσια διάσταση της στρατηγικής Ευρώπη 2020, η γαλάζια ανάπτυξη είναι μια μακροπρόθεσμη στρατηγική που αγκαλιάζει το σύνολο των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών πτυχών των ευρωπαϊκών θαλασσών. Επικεντρώνεται στις αναδυόμενες, υπάρχουσες αλλά και εν δυνάμει ποικίλες θαλάσσιες δραστηριότητες, όπως οι θαλάσσιες μεταφορές μικρών αποστάσεων, ο παράκτιος τουρισμός, η υπεράκτια αιολική ενέργεια, η αφαλάτωση και χρήση των θαλάσσιων πόρων στη φαρμακευτική και στη βιομηχανία καλλυντικών. Η γαλάζια ανάπτυξη είναι η συμβολή της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής Ευρώπη 2020 για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Δημιουργεί, ταυτόχρονα, μια νέα κατεύθυνση για την πολιτική συνοχής, διευρύνοντας το πεδίο δράσης της ώστε να συμπεριλάβει ουσιαστικά τη θαλάσσια και ναυτιλιακή διάσταση, στην επιδίωξη της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής.
Οι συνδεόμενες με τις θαλάσσιες δραστηριότητες ευκαιρίες ανάπτυξης έχουν στρατηγική σημασία για την ευρωπαϊκή οικονομία. Για να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό αυτό είναι, όμως, σημαντικό να ακολουθηθεί μια τοποκεντρική (place-based) προσέγγιση στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και να λαμβάνονται υπόψη οι υφιστάμενες ενδογενείς αναπτυξιακές δυνατότητες και προκλήσεις εφόσον οι περιοχές που βρίσκονται στις ακτές των έξι ευρωπαϊκών θαλασσών είναι πολύ διαφορετικές: Οι βόρειες παράκτιες περιοχές βιώνουν κυρίως επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή, ενώ οι νότιες περιοχές αντιμετωπίζουν σήμερα μεγαλύτερους οικονομικούς περιορισμούς και όλο και περισσότερη εξάρτηση από την τουριστική βιομηχανία. Στο πλαίσιο της εδαφικής συνοχής πρέπει λοιπόν να επιδιωχθεί ισόρροπη ανάπτυξη όλων των θαλάσσιων περιοχών, ούτως ώστε η εδαφική ποικιλομορφία (territorial diversity) να γίνει ένα στοιχείο πλούτου για τη βιώσιμη ανάπτυξη του συνόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επιθυμώντας να τονίσει ότι οι θάλασσες έχουν μεγάλη σημασία για την εδαφική συνοχή, το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για την χωρική ανάπτυξη και συνοχή ESPON εκπόνησε μελέτη με το ακρωνύμιο ESaTDOR «Ευρωπαϊκές θάλασσες και εδαφική ανάπτυξη, ευκαιρίες και κίνδυνοι» η οποία, μεταξύ άλλων, επιβεβαιώνει ότι «... οι Ευρωπαϊκές θάλασσες είναι χώροι που προσφέρουν ευκαιρίες ανάπτυξης και πρέπει να θεωρηθούν ως αναπόσπαστο μέρος της εδαφικής ανάπτυξης (...) αυτό συνεπάγεται προκλήσεις ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η διαχείριση αυτών των ευκαιριών ανάπτυξης εφόσον ορισμένες δραστηριότητες ενέχουν κινδύνους και μπορούν να οδηγήσουν σε ανταγωνισμό διαφορετικών συμφερόντων». Η καλή διακυβέρνηση είναι πράγματι ζωτικής σημασίας στο πλαίσιο της θαλάσσιας πολιτικής αφού διαπλέκονται τομείς όπως η ενέργεια, οι μεταφορές, η αλιεία, τα κλιματικά και περιβαλλοντικά ζητήματα αλλά και η έρευνα, η εκπαίδευση και η απασχόληση. Οι στρατηγικές για τις θαλάσσιες λεκάνες και τις μακροπεριφέρειες, όπως η πρόσφατη στρατηγική για τη μακροπεριφέρεια Αδριατικής-Ιονίου αποτελούν πρόκληση για να διασταυρωθούν οι αρχές της πολιτικής συνοχής με τους στόχους της στρατηγικής για τη γαλάζια ανάπτυξη. Μπορούν να αποτελέσουν όχημα ανάπτυξης και απασχόλησης μέσω ενός μίγματος μέτρων που θα λαμβάνει υπόψη τους ενδογενείς οικονομικούς, πολιτιστικούς, κοινωνικούς, ωκεανογραφικούς και κλιματικούς παράγοντες.
Χρειαζόμαστε λοιπόν και στην Ελλάδα μια εις βάθος συζήτηση σχετικά με τις «γαλάζιες» ευκαιρίες ανάπτυξης που απορρέουν από τις θάλασσες, τις ακτές, τα νησιά αλλά και την ηπειρωτική χώρα. Τα ευρήματα του ESPON είναι χρήσιμα για την κατανόηση της δυναμικής και των τάσεων στον τομέα αυτό. Χωρίς να παραγνωρίζεται η περιβαλλοντική και κοινωνική διάσταση, η «έξυπνη γαλάζια ανάπτυξη» που βασίζεται στη γνώση και την καινοτομία θα πρέπει πλέον να απασχολήσει τις ελληνικές περιφέρειες: ανάπτυξη καινοτόμων τομέων, ενίσχυση της έρευνας, προώθηση της εκπαίδευσης και της δια βίου μάθησης για να εξασφαλίζεται η μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Το βασικότερο όλων είναι όμως η αποτελεσματική διακυβέρνηση και ο ευρύτερος συντονισμός μεταξύ των δημόσιων αρχών και όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Οι αιγιαλοί-παραλίες, προνομιακό σημείο διάδρασης γης και θάλασσας μπορούν να αποτελέσουν τον πρώτο χώρο άσκησης μιας ολοκληρωμένης πολιτικής γαλάζιας ανάπτυξης με τον συντονισμό όλων των τομεακών πολιτικών (περιβάλλοντος, κινητικότητας, ενέργειας, τουρισμού, περιφερειακής πολιτικής και απασχόλησης).
Οι Ευρωπαϊκές θάλασσες και ακτές αποτελούν σημαντικό μοχλό της ευρωπαϊκής οικονομίας. Η Ελλάδα, κατέχοντας εγγενώς μεγάλο μέρος αυτού του δυναμικού ανάπτυξης, θα μπορέσει άραγε να πάρει ηγετικό ρόλο στην ευρωπαϊκή προσπάθεια ή θα συνεχίσει να λειτουργεί αυτοκαταστροφικά;
*Η Στέλλα Κυβέλου-Χιωτίνη είναι Επ. Καθηγήτρια στο Τμήμα οικονομικής και περιφερειακής ανάπτυξης του Παντείου Πανεπιστημίου και διευθύντρια του Εθνικού Σημείου Επαφής ESPON.
Πηγή protagon
WWW.FOTAVGEIA.BLOGSPOT.COM
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου