Ποιες είναι οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις (MμΕ) που άντεξαν στην κρίση;
Από Γιώργος Ξηρογιάννης
Οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις (ΜμΕ) αποτελούν σημαντικό πυλώνα της παραγωγικής διαδικασίας. Μπορούν να έχουν κεντρικό ρόλο στον παραγωγικό μετασχηματισμό και στη δημιουργία δουλειών. Δεν λειτουργούν όμως σε μια κλειστή οικονομία. Ο ανταγωνισμός δεν προέρχεται μόνο από τη διπλανή πόλη αλλά από τη μεγαλύτερη ζώνη ελεύθερου εμπορίου και επιχειρηματικότητας στον κόσμο, δηλαδή την Ε.Ε.
Αναπόφευκτα, η συζήτηση για τις ΜμΕ περνάει μέσα από τη βελτίωση των χαρακτηριστικών τους, τουλάχιστον απέναντι στον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό. Σήμερα στην Ευρώπη ο αριθμός, η απασχόληση και η παραγόμενη προστιθέμενη αξία των ΜμΕ βρίσκονται ήδη σε ανάκαμψη, επιστρέφοντας στα προ κρίσης επίπεδα, με στοιχεία της πρόσφατης ετήσιας συνόδου της Ε.Ε. για τις ΜμΕ στην Εσθονία. Εξαίρεση παραμένει η Ελλάδα, η οποία υπολείπεται στους τρεις δείκτες ταυτόχρονα.
Αυτόν τον καιρό είναι σε επεξεργασία το εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας, όμως η αναπτυξιακή διάσταση των ΜμΕ υστερεί στον δημόσιο διάλογο. Χωρίς μια ρεαλιστική αναγνώριση των πλεονεκτημάτων και των αδυναμιών τους απέναντι στον διεθνή ανταγωνισμό, τα όποια εργαλεία χρηματοδότησης (ΕΣΠΑ, ευρωπαϊκά προγράμματα, τραπεζικός δανεισμός κ.λπ.) θα επαναλάβουν γρήγορα ένα κορεσμένο παραγωγικό υπόδειγμα που δεν μπορεί να επιβιώσει δίχως συνεχείς ενέσεις δημόσιου χρήματος.
Το κενό στη χάραξη μιας αναπτυξιακής πολιτικής για τις δυναμικές ΜμΕ προσπαθεί να καλύψει ο ΣΕΒ. Η εκπροσώπησή τους στον δημόσιο διάλογο με όρους παραγωγικής μεγέθυνσης και εξειδικευμένων προτάσεων πολιτικής αποτελεί ουσιαστική ανάγκη και πρόκληση, μια και το 70% των μελών του είναι ΜμΕ.
Σε στρατηγική συνεργασία με την ΕΥ έχει καταγραφεί το επιχειρηματικό τοπίο των ΜμΕ για πρώτη φορά μέσα στην κρίση, συγκρίνοντάς το με τις επιδόσεις της Ε.Ε. Η ανάλυση ΣΕΒ-ΕΥ έδειξε ότι οι 676.700 μεσαίες - μικρές - πολύ μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα συνεισφέρουν στο 87% του εργατικού δυναμικού των επιχειρήσεων, δημιουργούν 19,3% προστιθέμενη αξία στο ΑΕΠ και παράγουν το 44,2% των εξαγωγών. Στο πλήθος περιλαμβάνεται ο μεγάλος αριθμός των περίπου 170.000 αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα.
Οι ΜμΕ παραμένουν μεν σημαντικές στον παραγωγικό ιστό της χώρας, όμως η σημαντική απόκλιση από ευρωπαϊκές πρακτικές είναι περιοριστικός παράγοντας στην οικονομική ανάπτυξη. Δύο ενδεικτικά χαρακτηριστικά αναδεικνύουν αυτή την απόσταση ανταγωνιστικότητας.
Το πρώτο στοιχείο είναι η πολύ χαμηλή παραγωγικότητα των ελληνικών ΜμΕ, η οποία κυμαίνεται στο 50% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Τα αίτια μπορούν να αναζητηθούν (και) στο πολύ μικρό μέγεθος, όπου σήμερα απασχολούνται μόλις 2 άτομα κατά μέσο όρο σε κάθε πολύ μικρή επιχείρηση. Η ευελιξία που ελπίζαμε ότι θα παρείχε το πολύ μικρό μέγεθος τελικά δεν καταφέρνει να μετασχηματιστεί σε απόδοση. Έτσι, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (96,9% του συνόλου) παράγουν περίπου το 9,3% του ΑΕΠ, δηλαδή μια δυσχερή αναλογία 10 προς 1. Σε αντιπαραβολή, οι μικρές και οι μεσαίες επιχειρήσεις (3,1% του συνόλου) παράγουν περίπου το 10% του ΑΕΠ, δηλαδή μια αναλογία 1 προς 3,5.
Το δεύτερο μειονέκτημα ανταγωνιστικότητας είναι ο εξαιρετικά περιορισμένος αριθμός μεσαίων επιχειρήσεων. Παραδοσιακά αυτές έχουν τις καλύτερες προοπτικές επιβίωσης, δημιουργούν σταθερότερες θέσεις εργασίας, καινοτομούν, εξάγουν κ.λπ. Οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι μόνο το 3,1% έναντι του 7% στην Ε.Ε. (μέσος όρος). Η σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο θα σήμαινε περίπου 26.000 περισσότερες μεσαίες επιχειρήσεις, ικανότερες να αντέξουν την κρίση, να επιταχύνουν την ανάπτυξη και να δημιουργήσουν νέες δουλειές.
Τα χαρακτηριστικά αυτά, συνδυασμένα με εμπόδια όπως η υπερφορολόγηση, η γραφειοκρατία και ο αθέμιτος ανταγωνισμός, εξέλιξαν τις ΜμΕ σε «τροφοδότη» της ανεργίας με 600.000 (25%) λιγότερες θέσεις εργασίας το 2008-2014.
Παρ’ όλα αυτά, μέσα στην κρίση αναδεικνύεται ένα προφίλ ΜμΕ που αντέχουν και ενισχύουν τις δυνατότητες ανάκαμψης και παραγωγικής μεγέθυνσής τους. Σύμφωνα με την EY, o επιχειρήσεις αυτές παρουσιάζουν ένα ή/και περισσότερα από τα παρακάτω χαρακτηριστικά.
Διαθέτουν τέτοιο μέγεθος που δίνει ανθεκτικότητα και πρόσβαση σε διεθνείς αγορές. Τέτοιες μεσαίες επιχειρήσεις αύξησαν τα περιθώρια κέρδους κατά 35% μέσο όρο, με βελτίωση των εξαγωγών τους κατά 40% (από 4 δισ. στα 5,6 δισ. ευρώ). Σε αντίθεση, οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις είχαν πτώση κερδών κατά 50%, παραμένοντας κυρίως εισαγωγείς.
Εστιάζουν σε δραστηριότητες προστιθέμενης αξίας. Ειδικά οι μεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις καταφέρνουν να τετραπλασιάσουν την παραγωγικότητά τους (προστιθέμενη αξία ανά εργαζόμενο) μέσα στην κρίση. Επίσης, οι ΜμΕ με δραστηριότητες υψηλότερης έντασης τεχνολογίας και γνώσης δημιούργησαν νέες δουλειές κατά 20%.
Συνδυάζουν το μέγεθος με συνεχή βελτίωση της απόδοσης, ακόμα και μέσα στην κρίση. Ανεξαρτήτως κλάδου, τέτοιες ΜμΕ αύξησαν την ανταγωνιστικότητά τους. Σε όρους προστιθέμενης αξίας, οι μεσαίες επιχειρήσεις είναι κατά 40% περισσότερο αποδοτικές από τις μικρές και κατά 178% από τις πολύ μικρές.
Αναπτύσσουν καινοτόμα προϊόντα ή διαδικασίες. Οι επιδόσεις των ΜμΕ στον ευρωπαϊκό δείκτη καινοτομίας (European Innovation Scoreboard) είναι πλέον παραπλήσιες του ευρωπαϊκού μέσου όρου (29,6 έναντι 30,6).
Αναγνωρίζουν τα οφέλη των B2B πωλήσεων έναντι των απευθείας πωλήσεων σε καταναλωτές (B2C). Συμμετέχουν σε παραγωγικά δίκτυα με μεγαλύτερες επιχειρήσεις σε ποσοστό άνω του μέσου ευρωπαϊκού όρου (12,4% έναντι 10,3%).
Ανταποκρίνονται άμεσα σε ευκαιρίες της αγοράς, όπως οι μετατοπίσεις τουριστικών ρευμάτων και εμπορευματικών συναλλαγών (logistics).
Ο ΣΕΒ θεωρεί αναγκαία τη μετατόπιση της δημόσιας συζήτησης, με έμφαση στα παραγωγικά χαρακτηριστικά που ενισχύουν τις αντοχές και προωθούν τη μεγέθυνση των ΜμΕ, με εξειδικευμένες προτάσεις πολιτικής βάσει διεθνών καλών πρακτικών. Ταυτόχρονα, είναι αναγκαία η ανάδειξη των χαρακτηριστικών που μπορούν να στηρίξουν την επιβίωση του συνόλου των ΜμΕ στην Ελλάδα.
Για να έρθουν αυτές οι πολιτικές στον κεντρικό δημόσιο διάλογο, ο ΣΕΒ θα διοργανώσει επιχειρηματικό συνέδριο για τις ΜμΕ την 21η Φεβρουαρίου 2018. Αντικείμενο του συνεδρίου θα είναι οι προϋποθέσεις επιβίωσης, αλλά, κυρίως, ένας οδικός χάρτης με διαδρομές ταχύτερης παραγωγικής μεγέθυνσης.
*Δρ. Γιώργος Ξηρογιάννης, διευθυντής του Τομέα Βιομηχανίας, Αναπτυξιακών Πολιτικών και Δικτύων του ΣΕΒ
www.fotavgeia.blogspot.com
Από Γιώργος Ξηρογιάννης
Οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις (ΜμΕ) αποτελούν σημαντικό πυλώνα της παραγωγικής διαδικασίας. Μπορούν να έχουν κεντρικό ρόλο στον παραγωγικό μετασχηματισμό και στη δημιουργία δουλειών. Δεν λειτουργούν όμως σε μια κλειστή οικονομία. Ο ανταγωνισμός δεν προέρχεται μόνο από τη διπλανή πόλη αλλά από τη μεγαλύτερη ζώνη ελεύθερου εμπορίου και επιχειρηματικότητας στον κόσμο, δηλαδή την Ε.Ε.
Αναπόφευκτα, η συζήτηση για τις ΜμΕ περνάει μέσα από τη βελτίωση των χαρακτηριστικών τους, τουλάχιστον απέναντι στον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό. Σήμερα στην Ευρώπη ο αριθμός, η απασχόληση και η παραγόμενη προστιθέμενη αξία των ΜμΕ βρίσκονται ήδη σε ανάκαμψη, επιστρέφοντας στα προ κρίσης επίπεδα, με στοιχεία της πρόσφατης ετήσιας συνόδου της Ε.Ε. για τις ΜμΕ στην Εσθονία. Εξαίρεση παραμένει η Ελλάδα, η οποία υπολείπεται στους τρεις δείκτες ταυτόχρονα.
Αυτόν τον καιρό είναι σε επεξεργασία το εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας, όμως η αναπτυξιακή διάσταση των ΜμΕ υστερεί στον δημόσιο διάλογο. Χωρίς μια ρεαλιστική αναγνώριση των πλεονεκτημάτων και των αδυναμιών τους απέναντι στον διεθνή ανταγωνισμό, τα όποια εργαλεία χρηματοδότησης (ΕΣΠΑ, ευρωπαϊκά προγράμματα, τραπεζικός δανεισμός κ.λπ.) θα επαναλάβουν γρήγορα ένα κορεσμένο παραγωγικό υπόδειγμα που δεν μπορεί να επιβιώσει δίχως συνεχείς ενέσεις δημόσιου χρήματος.
Το κενό στη χάραξη μιας αναπτυξιακής πολιτικής για τις δυναμικές ΜμΕ προσπαθεί να καλύψει ο ΣΕΒ. Η εκπροσώπησή τους στον δημόσιο διάλογο με όρους παραγωγικής μεγέθυνσης και εξειδικευμένων προτάσεων πολιτικής αποτελεί ουσιαστική ανάγκη και πρόκληση, μια και το 70% των μελών του είναι ΜμΕ.
Σε στρατηγική συνεργασία με την ΕΥ έχει καταγραφεί το επιχειρηματικό τοπίο των ΜμΕ για πρώτη φορά μέσα στην κρίση, συγκρίνοντάς το με τις επιδόσεις της Ε.Ε. Η ανάλυση ΣΕΒ-ΕΥ έδειξε ότι οι 676.700 μεσαίες - μικρές - πολύ μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα συνεισφέρουν στο 87% του εργατικού δυναμικού των επιχειρήσεων, δημιουργούν 19,3% προστιθέμενη αξία στο ΑΕΠ και παράγουν το 44,2% των εξαγωγών. Στο πλήθος περιλαμβάνεται ο μεγάλος αριθμός των περίπου 170.000 αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα.
Οι ΜμΕ παραμένουν μεν σημαντικές στον παραγωγικό ιστό της χώρας, όμως η σημαντική απόκλιση από ευρωπαϊκές πρακτικές είναι περιοριστικός παράγοντας στην οικονομική ανάπτυξη. Δύο ενδεικτικά χαρακτηριστικά αναδεικνύουν αυτή την απόσταση ανταγωνιστικότητας.
Το πρώτο στοιχείο είναι η πολύ χαμηλή παραγωγικότητα των ελληνικών ΜμΕ, η οποία κυμαίνεται στο 50% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Τα αίτια μπορούν να αναζητηθούν (και) στο πολύ μικρό μέγεθος, όπου σήμερα απασχολούνται μόλις 2 άτομα κατά μέσο όρο σε κάθε πολύ μικρή επιχείρηση. Η ευελιξία που ελπίζαμε ότι θα παρείχε το πολύ μικρό μέγεθος τελικά δεν καταφέρνει να μετασχηματιστεί σε απόδοση. Έτσι, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (96,9% του συνόλου) παράγουν περίπου το 9,3% του ΑΕΠ, δηλαδή μια δυσχερή αναλογία 10 προς 1. Σε αντιπαραβολή, οι μικρές και οι μεσαίες επιχειρήσεις (3,1% του συνόλου) παράγουν περίπου το 10% του ΑΕΠ, δηλαδή μια αναλογία 1 προς 3,5.
Το δεύτερο μειονέκτημα ανταγωνιστικότητας είναι ο εξαιρετικά περιορισμένος αριθμός μεσαίων επιχειρήσεων. Παραδοσιακά αυτές έχουν τις καλύτερες προοπτικές επιβίωσης, δημιουργούν σταθερότερες θέσεις εργασίας, καινοτομούν, εξάγουν κ.λπ. Οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι μόνο το 3,1% έναντι του 7% στην Ε.Ε. (μέσος όρος). Η σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο θα σήμαινε περίπου 26.000 περισσότερες μεσαίες επιχειρήσεις, ικανότερες να αντέξουν την κρίση, να επιταχύνουν την ανάπτυξη και να δημιουργήσουν νέες δουλειές.
Τα χαρακτηριστικά αυτά, συνδυασμένα με εμπόδια όπως η υπερφορολόγηση, η γραφειοκρατία και ο αθέμιτος ανταγωνισμός, εξέλιξαν τις ΜμΕ σε «τροφοδότη» της ανεργίας με 600.000 (25%) λιγότερες θέσεις εργασίας το 2008-2014.
Παρ’ όλα αυτά, μέσα στην κρίση αναδεικνύεται ένα προφίλ ΜμΕ που αντέχουν και ενισχύουν τις δυνατότητες ανάκαμψης και παραγωγικής μεγέθυνσής τους. Σύμφωνα με την EY, o επιχειρήσεις αυτές παρουσιάζουν ένα ή/και περισσότερα από τα παρακάτω χαρακτηριστικά.
Διαθέτουν τέτοιο μέγεθος που δίνει ανθεκτικότητα και πρόσβαση σε διεθνείς αγορές. Τέτοιες μεσαίες επιχειρήσεις αύξησαν τα περιθώρια κέρδους κατά 35% μέσο όρο, με βελτίωση των εξαγωγών τους κατά 40% (από 4 δισ. στα 5,6 δισ. ευρώ). Σε αντίθεση, οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις είχαν πτώση κερδών κατά 50%, παραμένοντας κυρίως εισαγωγείς.
Εστιάζουν σε δραστηριότητες προστιθέμενης αξίας. Ειδικά οι μεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις καταφέρνουν να τετραπλασιάσουν την παραγωγικότητά τους (προστιθέμενη αξία ανά εργαζόμενο) μέσα στην κρίση. Επίσης, οι ΜμΕ με δραστηριότητες υψηλότερης έντασης τεχνολογίας και γνώσης δημιούργησαν νέες δουλειές κατά 20%.
Συνδυάζουν το μέγεθος με συνεχή βελτίωση της απόδοσης, ακόμα και μέσα στην κρίση. Ανεξαρτήτως κλάδου, τέτοιες ΜμΕ αύξησαν την ανταγωνιστικότητά τους. Σε όρους προστιθέμενης αξίας, οι μεσαίες επιχειρήσεις είναι κατά 40% περισσότερο αποδοτικές από τις μικρές και κατά 178% από τις πολύ μικρές.
Αναπτύσσουν καινοτόμα προϊόντα ή διαδικασίες. Οι επιδόσεις των ΜμΕ στον ευρωπαϊκό δείκτη καινοτομίας (European Innovation Scoreboard) είναι πλέον παραπλήσιες του ευρωπαϊκού μέσου όρου (29,6 έναντι 30,6).
Αναγνωρίζουν τα οφέλη των B2B πωλήσεων έναντι των απευθείας πωλήσεων σε καταναλωτές (B2C). Συμμετέχουν σε παραγωγικά δίκτυα με μεγαλύτερες επιχειρήσεις σε ποσοστό άνω του μέσου ευρωπαϊκού όρου (12,4% έναντι 10,3%).
Ανταποκρίνονται άμεσα σε ευκαιρίες της αγοράς, όπως οι μετατοπίσεις τουριστικών ρευμάτων και εμπορευματικών συναλλαγών (logistics).
Ο ΣΕΒ θεωρεί αναγκαία τη μετατόπιση της δημόσιας συζήτησης, με έμφαση στα παραγωγικά χαρακτηριστικά που ενισχύουν τις αντοχές και προωθούν τη μεγέθυνση των ΜμΕ, με εξειδικευμένες προτάσεις πολιτικής βάσει διεθνών καλών πρακτικών. Ταυτόχρονα, είναι αναγκαία η ανάδειξη των χαρακτηριστικών που μπορούν να στηρίξουν την επιβίωση του συνόλου των ΜμΕ στην Ελλάδα.
Για να έρθουν αυτές οι πολιτικές στον κεντρικό δημόσιο διάλογο, ο ΣΕΒ θα διοργανώσει επιχειρηματικό συνέδριο για τις ΜμΕ την 21η Φεβρουαρίου 2018. Αντικείμενο του συνεδρίου θα είναι οι προϋποθέσεις επιβίωσης, αλλά, κυρίως, ένας οδικός χάρτης με διαδρομές ταχύτερης παραγωγικής μεγέθυνσης.
*Δρ. Γιώργος Ξηρογιάννης, διευθυντής του Τομέα Βιομηχανίας, Αναπτυξιακών Πολιτικών και Δικτύων του ΣΕΒ
www.fotavgeia.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου