ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ και κώδικας «δεοντολογίας»
Εισαγωγή
Εξ αφορμής της θέσπισης του Κώδικα Δεοντολογίας του N. 4224/2013 που παρουσίασε η Τράπεζα της Ελλάδος στις 21.03.2014, θα πρέπει να γίνουν ορισμένες επισημάνσεις σχετικά με την μέχρι σήμερα πρακτική που ακολουθούν τα περισσότερα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας έναντι των δανειοληπτών.
Είναι πράγματι προκλητικό να «περιλούεται» αυτό το τεχνοκρατικό κατασκεύασμα με τον όρο «κώδικας δεοντολογίας» καθώς έρχεται για άλλη μια φορά να επιβεβαιώσει το δόγμα που τηρεί το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα: «όλοι θα χάσουν από την κρίση, εκτός από εμάς που θα κερδίσουμε μάλιστα».
Περί «δεοντολογίας» των ελληνικών τραπεζών
Αν και οι ελληνικές τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν με 150 δις, δηλαδή έχουν πάρει και με το παραπάνω τα λεφτά τους από τα κόκκινα δάνεια, αν και φέρουν τη κύρια ευθύνη για την οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα, παρόλα αυτά αγνοώντας πλήρως τις οικονομικές συνθήκες της χώρας απαιτούν στο ακέραιο τις απαιτήσεις τους.
Μάλιστα επαυξάνουν τις απαιτήσεις τους υποχρεώνοντας τους δανειολήπτες να τους πληρώνουν τόκους και έξοδα, παρουσιάζοντας μάλιστα τη σχετική «διευκόλυνση» ως περίοδο χάρητος.
Οι δανειολήπτες διαπιστώνουν μετά την περίοδο χάρητος που τους χορηγήθηκε ότι το κεφάλαιο οφειλής δεν απομειώθηκε ούτε στο ελάχιστο και καλούνται μάλιστα να δώσουν επιπλέον τόκους καθώς αυξήθηκε ο χρόνος αποπληρωμής του δανείου. Έχει υπολογιστεί ότι το συνολικό κεφάλαιο αποπληρωμής στις καλύτερες περιπτώσεις ξεπερνά το τριπλάσιο του χορηγηθέντος κεφαλαίου.
Ενδεικτικό της αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς που τηρούν μέχρι και σήμερα τα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας είναι ότι σχεδόν κανένας δανειολήπτης δεν μπορεί να ενημερωθεί για τα χρήματα που έχει δώσει για την αποπληρωμή του δανείου του. Καμία ενημέρωση δεν δίνεται για το ποσό του κεφαλαίου που έχει αποπληρωθεί, για το ποσό των τόκων που έχει καταβάλλει, για τα τυχόν έξοδα που έχει χρεωθεί αδικαιολόγητα.Προς απάντηση των αιτήσεων που υποβάλλουν οι δανειολήπτες για να ενημερωθούν για τα παραπάνω, τους δίνονται από τις τράπεζες αόριστες κινήσεις λογαριασμών εκ των οποίων δεν μπορεί να συναχθεί κανένα συγκεντρωτικό ποσό, ειδικά για τους τόκους που έχουν πληρώσει. Στις κινήσεις αυτές προστίθενται αυθαίρετα και διάφορες χρεώσεις που δεν αιτιολογούνται. Τα επιτόκια παρουσιάζονται στις βεβαιώσεις οφειλών εντέχνως χαμηλά, ενώ για τα δάνεια που παρουσιάζουν καθυστέρηση δύο ετών οι τόκοι ξεπερνούν το 50% του κεφαλαίου οφειλής. Ταυτόχρονα καταστρατηγείται και το 10% που θεσπίστηκε ως καταβολή δόσης με το Ν. 4161/2013 αφού για συνολικά ποσά οφειλής πχ 900,00 ευρώ απαιτείται ποσό ενήμερης δόσης 90,00 ευρώ (δηλαδή η δόση περιλαμβάνει όλο το κεφάλαιο οφειλής).
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι τράπεζες εντελώς αυθαίρετα προέβησαν σε κατασχέσεις μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, και μάλιστα επί του συνόλου του κατατεθέντος χρηματικού ποσού, χωρίς να έχουν κανένα εκτελεστό τίτλο στα χέρια τους. Στο συνήγορο του καταναλωτή έχουν αναφερθεί πάνω από 15 χιλιάδες περιπτώσεις.
Αν και οι δανειολήπτες που υπάγονται στο Ν. 3869/2010 επιτυγχάνουν δικαστική προστασία επί του συνόλου της ακίνητης περιουσίας τους που απαγορεύει οποιαδήποτε μεταβολή της περιουσιακής τους κατάστασης μέχρι την έκδοση οριστικής Απόφασης, καθώς και άρση της παρακράτησης επί του μισθού τους ή της σύνταξης τους στα πλαίσια σχετικής έκδοσης προσωρινής διαταγής, οι τράπεζες εντελώς παράτυπα και καταχρηστικά συνεχίζουν να παρακρατούν τα σχετικά ποσά και σε αρκετές περιπτώσεις έχουν προβεί και σε παράνομες εγγραφές προσημειώσεων.
Η ζωή δυστυχώς αποδεικνύει άλλη «δεοντολογία» από τον κώδικα δεοντολογίας παρουσίασε η ΤτΕ και διαφήμισαν μετά επαίνων η κυβέρνηση και το μεντιακό σύστημα της χώρας.
Θα πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι αν και το ΣτΕ θεώρησε σε πρόσφατη Απόφαση του ότι το κούρεμα των μικρο - ομολογιούχων ήταν νόμιμο και επιβεβλημένο μάλιστα για λόγους «δημοσίου συμφέροντος», παρόλα αυτά η λέξη «κούρεμα» για τα δάνεια των δανειοληπτών θεωρείται μέχρι και σήμερα λέξη απαγορευμένη από το τραπεζικό μας σύστημα.
Πριν το ίδρυμα κατηγοριοποιήσει κάποιον δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμο οφείλει να τον ενημερώσει γραπτώς εκτός από το ότι θα κατηγοριοποιηθεί ως μη συνεργάσιμος και για τις νομικές συνέπειες του χαρακτηρισμού ως μη συνεργάσιμου, και να του ανακοινώσει τα πιθανά μέτρα που θα ακολουθήσουν και αυτά αφορούν πτώχευση, πλειστηριασμό, δέσμευση περιουσίας, κλπ.
(σχόλιο: ο εκφοβισμός του δανειολήπτη νομοθετείται, δεδομένου ότι κατά το χρόνο που η τράπεζα απειλεί τον δανειολήπτη με μέτρα αναγκαστικής κατάσχεσης δεν έχει στα χέρια της οποιαδήποτε δικαστικό έγγραφο βάσει του οποίου να νομιμοποιείται να προβεί σε οποιοδήποτε μέτρο σε βάρος της περιουσίας του.
Παράλληλα με τις εισπρακτικές εταιρείες θα αρχίσει και βομβαρδισμός επιστολών που θα έχουν πλέον και νομικό έρεισμα).
3. ΘΑ ΤΑ ΔΩΣΕΙΣ ΟΛΑ
μετά την ρευστοποίηση το τυχόν υπόλοιπο του δανείου σε καθυστέρηση θα εξακολουθεί να αποτελεί εκτοκιζόμενη απαίτηση του ιδρύματος.
(σχόλιο: δηλαδή ο δανειολήπτης θα χάσει το σπίτι του ή κάποιο άλλο στοιχείο ακίνητης περιουσίας που διαθέτει στην τιμή της ρευστοποίησης που προφανώς με βάση τις σημερινές συνθήκες είναι εξευτελιστική, αλλά παρόλα αυτά θα συνεχίζει να οφείλει και μάλιστα εκτοκιζόμενη απαίτηση).
4. ΑΜΟΙΡΕ ΕΓΓΥΤΗ
Σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία μεταξύ ιδρύματος και δανειολήπτη
Α) ο εγγυητής δεν προστατεύεται από τυχόν εκκίνηση διαδικασίας μεσολάβησης εκ μέρους του Συνηγόρου του Καταναλωτή ή άλλης διαδικασίας εξωδικαστικής επίλυσης ή διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου στην οποία έχει υπαχθεί ο πρωτο – οφειλέτης.
(σχόλιο: δηλαδή ο εγγυητής θα κινδυνεύει να απολέσει περιουσιακό του στοιχείο ακόμα και αν ο πρωτο – οφειλέτης έχει πάρει προστασία με βάση το Ν. 3869/2010 βάσει προσωρινής διαταγής καθώς δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση επί της αιτήσεως του. Εκτός του γεγονότος δηλαδή ότι η σχετική ένσταση διζήσεως πάει περίπατο, ο εγγυητής θα κληθεί να αποπληρώσει το υπόλοιπο τίμημα προσαυξημένο μονομερώς κατά τις εκτιμήσεις της τράπεζας).
Β. Ο δανειολήπτης και τυχόν εγγυητές εξακολουθούν να είναι υπόχρεοι για τυχόν εναπομένον υπόλοιπο μετά την ενδεχόμενη εκποίηση εξασφαλίσεων, καθώς και τον τρόπο και το επιτόκιο που αυτό θα εκτοκίζεται.
(σχόλιο: ο εγγυητής θα συνεχίζει να οφείλει το υπόλοιπο του πρωτοοφειλέτη ακόμα και αν ο τελευταίος πέτυχε δικαστική ρύθμιση των οφειλών του).
Στον υπό διαβούλευση κώδικα δεοντολογίας περιλαμβάνονται τριών ειδών λύσεις:
5. Βραχυπρόθεσμες λύσεις
Στις βραχυπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης που προβλέπει ο σχετικός κώδικας (διάρκεια εξόφλησης μικρότερης των 5 ετών) προβλέπονται τόκοι κατά τη διάρκεια της βραχυπρόθεσμης περιόδου, χωρίς να γίνεται καμία επίκληση του σχετικού επιτοκίου, ενώ η διαφημιζόμενη περίοδος χάριτος δεν χαρίζεται, αλλά πληρώνεται, με κεφαλαιοποίηση καθυστερήσεων.
6. ΜΑΚΡΟπρόθεσμες λύσεις
Στις μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης κατατάσσονται τύποι λύσεων ρύθμισης που υπερβαίνουν τα πέντε (5) έτη. Για αυτά τα δάνεια προβλέπεται μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου, χωρίς να αναφέρεται ποιο θα είναι το νέο επιτόκιο. Προβλέπεται επίσης αλλαγή του τύπου του επιτοκίου (π.χ. από κυμαινόμενο σε σταθερό), κάτι που ήδη γίνεται και σήμερα καθώς και παράταση της διάρκειας αποπληρωμής που φυσικά αυξάνει τους τόκους.
ΣΧΟΛΙΑ: Η ασάφεια καταγραφής των επιτοκίων εκτός του γεγονότος ότι είναι προκλητική λόγω της ανακεφαλοποίησης, καθίσταται και τερατώδης δεδομένου ότι τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας δανείζονται από την ΕΚΤ με επιτόκιο 1% και στην καλύτερη των περιπτώσεων απαιτούν επιτόκια 7%.
Προβλέπεται επίσης διαχωρισμός του ενυπόθηκου δανείου σε ένα βιώσιμο δάνειο με εμπράγματη εξασφάλιση, το οποίο ο δανειολήπτης αποπληρώνει με βάση την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής.
ΣΧΟΛΙΑ: Αυτό σημαίνει ότι το ακίνητο θα μείνει προσημειωμένο με αποτέλεσμα να κληθούν οι κληρονόμοι του δανειολήπτη να πληρώσουν και αυτοί για να αρθεί η προσημείωση. Έξυπνα λοιπόν το χρέος μεταφέρεται στην επόμενη γενιά, ενώ το υπόλοιπο του δανείου δεν αφαιρείται, αλλά απλώς δεν λογίζονται τόκοι έως μια μεταγενέστερη ημερομηνία αποπληρωμής. Κατά την μεταγενέστερη αυτή ημερομηνία ή πριν από αυτήν, διενεργείται επαναξιολόγηση της ικανότητας αποπληρωμής, η οποία προσδιορίζεται είτε από την εκτιμώμενη βελτίωση της δυνατότητας αποπληρωμής του δανειολήπτη, είτε από τα εκτιμώμενα έσοδα ρευστοποίησης εμπράγματης εξασφάλισης ή άλλου περιουσιακού στοιχείου με συντηρητικές παραδοχές. Δηλαδή το υπόλοιπο του δανείου είναι και αυτό απαιτητό, χωρίς να προβλέπεται τίποτα σχετικό στο αν θα προσαυξηθεί με τόκους σε περίπτωση που κατά την επαναξιολόγηση του δανειολήπτη το εισόδημα του τελευταίου έχει βελτιωθεί.
7. ΤΕΛΟΣ ΤΑ ΩΡΑΙΑ
Ως λύση τέλος οριστικής διευθέτησης ορίζεται οποιαδήποτε μεταβολή του είδους της συμβατικής σχέσης μεταξύ ιδρύματος και δανειολήπτη ή ο τερματισμός αυτής, αποσκοπώντας στην οριστική τακτοποίηση της απαίτησης του ιδρύματος έναντι του δανειολήπτη και η οποία μπορεί να διενεργείται μέσω μίας ή περισσοτέρων από τις παρακάτω ενδεικτικά αναφερόμενες λύσεις.
(α) Εθελοντική Παράδοση Ενυπόθηκου Ακινήτου.
ΣΧΟΛΙΑ: Στην περίπτωση αυτή ο δανειολήπτης παραδίδει το ακίνητο του στη τράπεζα και η τελευταία δεν παραιτείται προφανώς από υπόλοιπες διεκδικήσεις. Ο δανειολήπτης χάνει το σπίτι του και συνεχίζει να οφείλει.
(β) Μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση.
Στην περίπτωση αυτή ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στη τράπεζα και υπογράφει μια σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, για ελάχιστη χρονική διάρκεια. Συνήθως πέντε (5) έτη.
ΣΧΟΛΙΑ: Αναφέρεται ότι δανειολήπτης αποκτά τα προβλεπόμενα από το ισχύον δίκαιο περί συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης δικαιώματα, αλλά στην περίπτωση αυτή χάνει κάθε δικαίωμα να υπαχθεί σε ρυθμίσεις που έχουν να κάνουν με στεγαστικά δάνεια και όχι κατά κύριο λόγο εμπορικές δανειοδοτήσεις, όπως είναι οι συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης.
(γ) Πώληση και ενοικίαση.
Ο δανειολήπτης και στην περίπτωση αυτή μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου είτε στη τράπεζα, είτε σε τρίτο (άλλο ίδρυμα, άλλο αγοραστή, κρατική εταιρία διαχείρισης ακινήτων κλπ) αποπληρώνοντας μέρος ή το σύνολο του δανείου. Η συμφωνία μπορεί να συνοδεύεται με παραχώρηση του δικαιώματος διαμονής στο ακίνητο για κάποια ελάχιστη χρονική διάρκεια έναντι μισθώματος (συνήθως για μια ελάχιστη περίοδο τριών (3) ετών.
ΣΧΟΛΙΑ: στην περίπτωση αυτή ο δανειολήπτης χάνει το σπίτι του και γίνεται μισθωτής καταβάλλοντας ενοίκιο. Καμία αναφορά περί της αρχικής συμφωνίας του μισθώματος και φυσικά στο τι θα γίνει μετά τη λήξη της μισθωτικής σχέσης μετά από 3 χρόνια. Προφανώς το υπόλοιπο του δανείου που δεν αποπληρώθηκε με την αξία του σπιτιού του παλαιού ιδιοκτήτη και τώρα μισθωτή, συνεχίζει να είναι απαιτητό από τον τελευταίο.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
Το σχετικό νομικό τερατούργημα που παρουσίασε ο διοικητής της ΤτΕ δυστυχώς συνεχίζει να δείχνει την αντίληψη που συνεχίζει να έχει το τραπεζικό σύστημα της χώρας. Η αντίληψη αυτή εκτός του γεγονότος ότι εξυπηρετεί το αξίωμα να μη χάσουν οι τραπεζίτες ούτε ένα ευρώ, διαμορφώνει και την αρχή του νέου σχεδίου που είναι να προσαρτηθούν στα τραπεζικά κεφάλαια τα ακίνητα χιλιάδων άτυχων δανειοληπτών.
Ακίνητα που θα μοσχοπουληθούν τα επόμενα χρόνια στα κοράκια των ξένων τραπεζών που αγοράζουν τα κόκκινα δάνεια. Εκτός αυτού γίνεται πράξη και το σχέδιο συνέχισης και φυσικά διαιώνισης του ιδιωτικού χρέους με εκβιασμούς εμπράγματων βαρών προς τις μελλοντικές γενιές που θα κληρονομήσουν τα υποθηκευμένα ακίνητα των γονιών τους.
Είναι πράγματι προκλητικό να μην ακούγεται ούτε η παραμικρή λέξη για περιορισμό των τραπεζικών απαιτήσεων έναντι των ιδιωτών, όταν για τις δικές τους οφειλές η λέξη «κούρεμα» δίνει και παίρνει.
Η προεκλογική κυβερνητική υποκρισία της διανομής του πλεονάσματος των 500 δις σε μια κοινωνία που έχει υποστεί μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση, συμπληρώνεται με ένα νέο σχέδιο. Να παραχωρήσουν χιλιάδες δανειολήπτες τα σπίτια τους στις τράπεζες και παρόλα αυτά να συνεχίζουν να οφείλουν, καθώς η υποβάθμιση των ακίνητων αξιών αγγίζει τους πάντες εκτός από τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας.
Πάντως η προσπάθεια του κου Προβόπουλου να μας παρουσιάσει το σχετικό κώδικα δεοντολογίας είχε και ένα ευχάριστο.
Μάθαμε επιτέλους «ποιος κυβερνά αυτό το τόπο».
ΣΤΑΘΗΣ Δ. ΠΑΝΤΑΖΗΣ
www.fotavgeia.blogspot.com
Εισαγωγή
Εξ αφορμής της θέσπισης του Κώδικα Δεοντολογίας του N. 4224/2013 που παρουσίασε η Τράπεζα της Ελλάδος στις 21.03.2014, θα πρέπει να γίνουν ορισμένες επισημάνσεις σχετικά με την μέχρι σήμερα πρακτική που ακολουθούν τα περισσότερα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας έναντι των δανειοληπτών.
Είναι πράγματι προκλητικό να «περιλούεται» αυτό το τεχνοκρατικό κατασκεύασμα με τον όρο «κώδικας δεοντολογίας» καθώς έρχεται για άλλη μια φορά να επιβεβαιώσει το δόγμα που τηρεί το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα: «όλοι θα χάσουν από την κρίση, εκτός από εμάς που θα κερδίσουμε μάλιστα».
Περί «δεοντολογίας» των ελληνικών τραπεζών
Αν και οι ελληνικές τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν με 150 δις, δηλαδή έχουν πάρει και με το παραπάνω τα λεφτά τους από τα κόκκινα δάνεια, αν και φέρουν τη κύρια ευθύνη για την οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα, παρόλα αυτά αγνοώντας πλήρως τις οικονομικές συνθήκες της χώρας απαιτούν στο ακέραιο τις απαιτήσεις τους.
Μάλιστα επαυξάνουν τις απαιτήσεις τους υποχρεώνοντας τους δανειολήπτες να τους πληρώνουν τόκους και έξοδα, παρουσιάζοντας μάλιστα τη σχετική «διευκόλυνση» ως περίοδο χάρητος.
Οι δανειολήπτες διαπιστώνουν μετά την περίοδο χάρητος που τους χορηγήθηκε ότι το κεφάλαιο οφειλής δεν απομειώθηκε ούτε στο ελάχιστο και καλούνται μάλιστα να δώσουν επιπλέον τόκους καθώς αυξήθηκε ο χρόνος αποπληρωμής του δανείου. Έχει υπολογιστεί ότι το συνολικό κεφάλαιο αποπληρωμής στις καλύτερες περιπτώσεις ξεπερνά το τριπλάσιο του χορηγηθέντος κεφαλαίου.
Ενδεικτικό της αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς που τηρούν μέχρι και σήμερα τα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας είναι ότι σχεδόν κανένας δανειολήπτης δεν μπορεί να ενημερωθεί για τα χρήματα που έχει δώσει για την αποπληρωμή του δανείου του. Καμία ενημέρωση δεν δίνεται για το ποσό του κεφαλαίου που έχει αποπληρωθεί, για το ποσό των τόκων που έχει καταβάλλει, για τα τυχόν έξοδα που έχει χρεωθεί αδικαιολόγητα.Προς απάντηση των αιτήσεων που υποβάλλουν οι δανειολήπτες για να ενημερωθούν για τα παραπάνω, τους δίνονται από τις τράπεζες αόριστες κινήσεις λογαριασμών εκ των οποίων δεν μπορεί να συναχθεί κανένα συγκεντρωτικό ποσό, ειδικά για τους τόκους που έχουν πληρώσει. Στις κινήσεις αυτές προστίθενται αυθαίρετα και διάφορες χρεώσεις που δεν αιτιολογούνται. Τα επιτόκια παρουσιάζονται στις βεβαιώσεις οφειλών εντέχνως χαμηλά, ενώ για τα δάνεια που παρουσιάζουν καθυστέρηση δύο ετών οι τόκοι ξεπερνούν το 50% του κεφαλαίου οφειλής. Ταυτόχρονα καταστρατηγείται και το 10% που θεσπίστηκε ως καταβολή δόσης με το Ν. 4161/2013 αφού για συνολικά ποσά οφειλής πχ 900,00 ευρώ απαιτείται ποσό ενήμερης δόσης 90,00 ευρώ (δηλαδή η δόση περιλαμβάνει όλο το κεφάλαιο οφειλής).
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι τράπεζες εντελώς αυθαίρετα προέβησαν σε κατασχέσεις μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, και μάλιστα επί του συνόλου του κατατεθέντος χρηματικού ποσού, χωρίς να έχουν κανένα εκτελεστό τίτλο στα χέρια τους. Στο συνήγορο του καταναλωτή έχουν αναφερθεί πάνω από 15 χιλιάδες περιπτώσεις.
Αν και οι δανειολήπτες που υπάγονται στο Ν. 3869/2010 επιτυγχάνουν δικαστική προστασία επί του συνόλου της ακίνητης περιουσίας τους που απαγορεύει οποιαδήποτε μεταβολή της περιουσιακής τους κατάστασης μέχρι την έκδοση οριστικής Απόφασης, καθώς και άρση της παρακράτησης επί του μισθού τους ή της σύνταξης τους στα πλαίσια σχετικής έκδοσης προσωρινής διαταγής, οι τράπεζες εντελώς παράτυπα και καταχρηστικά συνεχίζουν να παρακρατούν τα σχετικά ποσά και σε αρκετές περιπτώσεις έχουν προβεί και σε παράνομες εγγραφές προσημειώσεων.
Η ζωή δυστυχώς αποδεικνύει άλλη «δεοντολογία» από τον κώδικα δεοντολογίας παρουσίασε η ΤτΕ και διαφήμισαν μετά επαίνων η κυβέρνηση και το μεντιακό σύστημα της χώρας.
Θα πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι αν και το ΣτΕ θεώρησε σε πρόσφατη Απόφαση του ότι το κούρεμα των μικρο - ομολογιούχων ήταν νόμιμο και επιβεβλημένο μάλιστα για λόγους «δημοσίου συμφέροντος», παρόλα αυτά η λέξη «κούρεμα» για τα δάνεια των δανειοληπτών θεωρείται μέχρι και σήμερα λέξη απαγορευμένη από το τραπεζικό μας σύστημα.
Τα πάντα μπορούν να κουρευτούν εκτός των δικών τους απαιτήσεων.
Η διάχυτη υποκρισία που διακατέχει το πολιτικό μας σύστημα, αλλά και το ανώτερο δικαστικό μας σύστημα, εκτός του γεγονότος ότι έχει προσδώσει τεράστιο θράσος στις τραπεζικές διοικήσεις που συνεχίζουν να διοικούν με τα χρήματα των ελλήνων πολιτών τις ανακεφαλαιοποιημένες άρα κρατικές τράπεζες, επιπλέον συνιστά και αρνητικό παράγοντα αναζωπύρωσης της ελληνικής οικονομίας αφού οι τράπεζες απαιτούν να πάρουν το σύνολο των αποψιλωμένων εισοδημάτων πνίγοντας κάθε δυνατότητα διοχέτευσης της αγοραστικής δύναμης προς την αγκομαχούσα εδώ και 7 έτη ελληνική αγορά.
ΝΟΜΟΣ 3869/2010
Όπως ήδη έχει αναφερθεί η μόνη θεσμική ρύθμιση που προστατεύει τους δανειολήπτες που αδυνατούν να αποπληρώσουν τις οφειλές τους στις τράπεζες, είναι ο Νόμος 3869/2010 (Νόμος Κατσέλη). Αν και η χώρα διέρχεται τον έβδομο χρόνο ύφεσης, αν και με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ το μέσο εισόδημα των ελλήνων πολιτών έχει υποστεί μείωση από το 2008 μέχρι και σήμερα πλέον του 40%, αν και η ανεργία έχει εκτοξευθεί από το 11% στο 30% χωρίς να υπολογίζονται στο παραπάνω ποσοστό πλήθος ελεύθερων επαγγελματιών, οι δανειακές υποχρεώσεις των δανειοληπτών κατά τη λογική των τραπεζών παραμένουν στο σύνολο τους απαιτητές.
Οι τράπεζες απαιτούν τη καταβολή των οφειλών στο ακέραιο και μάλιστα σε περίπτωση οποιασδήποτε καθυστέρησης επιβαρύνουν το πιστωθέν κεφάλαιο με τόκους υπερημερίας. Ενδεικτική της απροθυμίας των ελληνικών τραπεζών να προβούν σε οποιοδήποτε συνδιαλλαγή με τον δανειολήπτη είναι η άρνηση τους να επικυρώσουν τους προδικαστικούς συμβιβασμούς ακόμα και στην περίπτωση που προτείνεται συνολική αποπληρωμή του κεφαλαίου, περιλαμβανομένου και ποσού τόκων βάσει του επιτοκίου της τελευταίας ενήμερης οφειλής που ανέρχεται στο 2%.
Οι Ειρηνοδίκες της χώρας στην συντριπτική τους πλειοψηφία, έχουν παράσχει και συνεχίζουν να παράσχουν δικαστική προστασία και ανακούφιση προς τους δανειολήπτες, ακολουθώντας το γράμμα του Νόμου, καθώς ως ακέραιοι δικαστικοί λειτουργοί αντιλαμβάνονται πλήρως τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες των ελλήνων πολιτών, παρότι έχουν δεχτεί και συνεχίζουν να δέχονται αφόρητες πιέσεις και απαράδεκτες απειλές από υψηλά κλιμάκια κατά εντολή της τρόικας.
Διαταγς πληρωμΗς για τραπεζικά δάνεια
Στο σημείο αυτό μου δίνεται η ευκαιρία να σας εκθέσω τη νομική μου άποψη σχετικά με τις εκδιδόμενες διαταγές πληρωμής βάσει τραπεζικών δανείων. Θεωρώ ότι η παραπάνω πρακτική δεν συνάδει σε καμιά περίπτωση με την έκδοση διαταγών πληρωμής κατά τα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Η έκδοση διαταγών πληρωμής περιελάμβανε απαιτήσεις που προέκυπταν με σαφή τρόπο από συγκεκριμένο αξιόγραφο (επιταγή, συναλλαγματική, ομόλογο, κλπ) και το ποσό που επιδικαζόταν ήταν αυτό που αναφερόταν στο σύνολο του πάνω στο διαμαρτυρηθέν αξιόγραφο. Σε κάθε περίπτωση ο νόμος απαιτεί ορισμένο ποσό που αποδέχεται ο οφειλέτης υπογράφοντας την συγκεκριμένη απαίτηση, άρα αποδέχεται τη σχετική οφειλή και ειδικότερα το ποσό της συνολικής οφειλής.
Σήμερα οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να εκδίδουν διαταγές πληρωμής επικαλούμενες στην αίτηση τους δικά τους στοιχεία, που σε καμιά περίπτωση δεν συνάδουν με τη λογική του αξιογράφου (επιταγής – συναλλαγματικής), καθώς το ορισμένο ποσό
που απαιτεί ο νόμος (αρθ. 624 ΚπολΔ) σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να προκύπτει από την κίνηση λογαριασμού του οφειλέτη δεδομένου ότι στη σχετική κίνηση εντάσσουν εντελώς αυθαίρετα τόκους και έξοδα.
Άλλο πράγμα είναι να απαιτήσει ο κομιστής της επιταγής το συγκεκριμένο ποσό που αναφέρεται στο σώμα της επιταγής ή της συναλλαγματικής που φέρει μάλιστα και την υπογραφή του οφειλέτη και άλλο πράγμα είναι να απαιτήσει η τράπεζα χρηματικό ποσό που προκύπτει ως απόρροια κίνησης λογαριασμού κατά τα δεδομένα της τράπεζας.
Σε κάθε περίπτωση εκδίδεται εκτελεστός τίτλος με αρνητικές συνέπειες για τον δανειολήπτη καθώς ξεκινά η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης.
Οι επαγγελματικώς ασχολούμενοι ξέρουμε πως εκδίδονται οι σχετικές διαταγές πληρωμής από τις τράπεζες και πόσο οι αρμόδιοι δικαστές με τον φόρτο εργασίας που τους βαρύνει είναι σε θέση να ελέγξουν το ποσό που απαιτούν οι τράπεζες ως οφειλή, επικαλούμενες και προσάγοντας μια εντελώς αυθαίρετη κίνηση λογαριασμού.
απρόβλεπτη μεταβολή των συνθηκών
Το άρθρο 388 του ΑΚ που κάνει λόγο για απρόβλεπτη μεταβολή των συνθηκών αγνοείται παντελώς από τον Κώδικα Δεοντολογίας που παρουσίασε η ΤτΕ καθώς το τραπεζικό σύστημα της χώρας αποσιωπά επιδεικτικά τη σχετική διάταξη που συνιστά το θεμέλιο λίθο της θεωρίας ανατροπής του δικαιοπρακτικού θεμελίου στις συμβάσεις.
Για το λόγο αυτό δεν γίνεται πουθενά λόγος για κούρεμα χρεών.
Σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορεί να αγνοηθεί η ανθρωπιστική κρίση που έχει υποστεί η πλειοψηφία των ελλήνων πολιτών που στην πλειονότητα των περιπτώσεων αποδεικνύεται ότι η μείωση του ετήσιου εισοδήματός τους ισοδυναμεί, αλλά και ξεπερνά, το σύνολο των δόσεων για την εξυπηρέτηση των οφειλών τους.
Αντίθετα οι προτεινόμενες ρυθμίσεις από μέρους των τραπεζών απαιτούν το συνολικό ποσό της οφειλής να παραμείνει αναλλοίωτο και μάλιστα αυξημένο με επιπλέον τόκους λόγω καθυστέρησης αποπληρωμής μέχρι την υπαγωγή του δανειολήπτη στη σχετική ρύθμιση. Η αντικατάσταση παλαιού δανείου με νέο μικρότερου υπολοίπου όπως καταγράφεται
στον Κώδικα Δεοντολογίας εκτός του γεγονότος ότι είναι ιδιαίτερα ασαφής καθώς δεν προβλέπει τίποτα σχετικό, προϋποθέτει ως όρο και την Εθελοντική Παράδοση του Ενυπόθηκου Ακινήτου στο πλαίσιο ευρύτερης ρύθμισης.
Δηλαδή ο δανειολήπτης θα μεταβιβάσει το ακίνητο στη τράπεζα και θα συνεχίζει να οφείλει.
Το ποσό που θα οφείλει θα προκύψει από την αφαίρεση της αξίας του ακινήτου, η οποία προφανώς παρουσιάζει τεράστια μείωση σε σχέση με το χρόνο της αγοράς του. Αυτή τη διαφορά θα την υποστεί ο δανειολήπτης που έχασε επιπλέον και το σπίτι του.
Ο ΦΟΒΟΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΩΝ
Σε ένα απόλυτο εναρμονισμένο δίκτυο φοβικής πραγματικότητας που επιβάλλουν καθημερινά οι εισπρακτικές εταιρείες και το μεντιακό σύστημα της χώρας, έρχεται να προστεθεί ένα νέο όπλο που περιλαμβάνεται στον κώδικα δεοντολογίας που παρουσίασε ο Κος Προβόπουλος. Το όπλο αυτό που αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι η χώρα είναι έρμαιο κερδοσκόπων ονομάζεται «Μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση». Με το εν λόγω εφεύρημα ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στη τράπεζα και υπογράφει μια σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, για ελάχιστη χρονική διάρκεια (συνήθως πέντε (5) έτη.
Φυσικά δεν εξηγείται στον σχετικό κώδικα ποιο θα είναι το μίσθωμα, ποιες θα είναι οι απαιτήσεις στη συνέχεια της τράπεζας, κλπ. Εκ της λειτουργίας των χρηματοδοτικών μισθώσεων γνωρίζουμε ότι μετά το πέρας αποπληρωμής των δόσεων ο μισθωτής που δεν απέκτησε προφανώς ποτέ κυριότητα έχει δικαίωμα να αποκτήσει την κυριότητα καταβάλλοντας ένα πολύ μικρό τίμημα.
Γιατί στον σχετικό κώδικα δεοντολογίας προτείνεται ο ιδιοκτήτης να μετατραπεί σε μισθωτή και στη συνέχεια και υπό ποίους όρους άραγε και πάλι να γίνει ιδιοκτήτης;
Εκτός της παραπάνω διευκόλυνσης προβλέπονται και άλλες «διευκολύνσεις» για το δανειολήπτη. Πώληση και ενοικίαση, με την οποία ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου είτε στη τράπεζα, είτε σε άλλη τράπεζα, ακόμα και σε εταιρεία διαχείρισης ακινήτων, αποπληρώνοντας μέρος ή το σύνολο του δανείου.
Η συμφωνία μπορεί να συνοδεύεται με παραχώρηση του δικαιώματος διαμονής στο ακίνητο για κάποια ελάχιστη χρονική διάρκεια έναντι μισθώματος, συνήθως για μια ελάχιστη περίοδο τριών 3 ετών. Τι θα γίνει μετά τα 3 χρόνια;
Τι θα συνεχίζει να οφείλει ο δανειολήπτης σε περίπτωση που μεταβίβασε το ακίνητο στη τράπεζα; Ποιος εγγυάται την προστασία του μισθωτή (πρώην ιδιοκτήτη) σε περίπτωση που η εκμισθώτρια τράπεζα απαιτεί υπερβολικό μίσθωμα για να προβεί στην κατάρτιση νέας μίσθωσης;
Οι επαγγελματικώς ασχολούμενοι δικηγόροι με τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης γνωρίζουμε ότι η σχετική διαδικασία με την οποία αφαιρείται η ιδιοκτησία ενός ακινήτου από έναν δανειολήπτη – οφειλέτη υποκρύπτει αρκετές δυσκολίες για τον επισπεύδοντα δανειστή. Η πιο συνηθισμένη είναι ότι δύσκολα μπορεί να εκποιηθεί ακίνητο σε δημόσιο πλειστηριασμό καθώς ο υπερθεματιστής υποχρεούται να καταβάλλει όλο το ποσό της πλειοδοσίας.
Ποιος σήμερα θα δώσει μετρητά;
Μια άλλη δυσκολία έχει να κάνει με το γεγονός ότι ένα ακίνητο βγαίνει στον πλειστηριασμό στο 1/3 της αντικειμενικής του αξίας.
Αυτό σημαίνει ότι οι απαιτήσεις των τραπεζών θα ικανοποιηθούν στο ελάχιστο και στις περισσότερες περιπτώσεις θα αποσβεστούν αφού οι δανειολήπτες δεν έχουν άλλα περιουσιακά στοιχεία που θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις τράπεζες. Τα αγροτεμάχια και τα σπίτια στο χωριό ούτε να τα χαρίσεις δε μπορείς πλέον, λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικούς φόρους που θα κληθούμε να πληρώσουμε από φέτος.
Τέλος δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κάθε ματαίωση του πλειστηριασμού λόγω των ως άνω προβλημάτων, βαραίνει τον επισπεύδοντα, δηλαδή την τράπεζα. Τα σχετικά έξοδα μαζί με την σχετική έκδοση του εκτελεστού τίτλου ανέρχονται σε ποσό το λιγότερο πέντε χιλιάδων ευρώ. Βλέπετε πρόθυμες τις τράπεζες να κινήσουν τις σχετικές διαδικασίες υπό το πρίσμα των παραπάνω επισημάνσεων ή είναι προτιμότερο να σας πείσουν να τους παραχωρήσετε οικειοθελώς και «απολύτως δεοντολογικά» το σπίτι σας;
Ο θάνατος του Εμποράκου
Οι έμποροι και αρκετοί επαγγελματίες που τους προσδίδεται εμπορική ιδιότητα με ένα βασιλικό διάταγμα του 1835 που κανείς δεν έχει μπει στο κόπο να το εκσυγχρονίσει, δεν έχουν μέχρι και σήμερα καμία προστασία. Αν και αποδεδειγμένα έχουν υποστεί τεράστια οικονομική καταστροφή εξαιρούνται αδικαιολόγητα από το Ν. 3869/2010, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε τραγική οικονομική κατάσταση.
Η νομοθετική λειτουργία της Βουλής τους έχει αγνοήσει παντελώς και σε ότι αφορά τα τραπεζικά δάνεια και σε ότι αφορά τις οφειλές τους προς τα ασφαλιστικά τους ταμεία. Οι καθημερινώς αγωνιζόμενοι ατομικοί επιχειρηματίες για να επιβιώσουν τόσο αυτοί, όσο και οι εργαζόμενοι τους, για να αποφύγουν το τραπεζικό στίγμα που θα μπλόκαρε τις κινήσεις ρευστότητας και τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς, προτιμούν να εξοφλούν πρώτα τις τράπεζες και μετά τις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους. Εργαζόμενοι, ΙΚΑ, ασφαλιστικά ταμεία, Εφορία, Προμηθευτές, μπαίνουν δε δεύτερη μοίρα.
Πρώτα και πάση θυσία να πληρωθούν οι τράπεζες. Αποτέλεσμα: Μείωση αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων που ισοδυναμεί με περαιτέρω συρρίκνωση της αγοράς, διάλυση των ασφαλιστικών ταμείων, φοροδοτική ανικανότητα που για να φέρει πλεονάσματα επαυξάνει τους φόρους σε άλλες επαγγελματικές κατηγορίες.
Για να μη χάσουν οι τράπεζες, η χώρα καθημερινά βυθίζεται σε όλο και μεγαλύτερη ύφεση.
Το νομοθετικό σύστημα της χώρας θεωρεί ότι πρέπει να εξαιρεθούν οι έμποροι από τη διαδικασία ρύθμισης των οφειλών τους γιατί μπορεί να υπαχθούν στη λεγόμενη πτωχευτική διαδικασία του άρθρου 99. Η εν λόγω διαδικασία εκτός του γεγονότος ότι δεν επιφέρει κανένα θετικό δικαστικό αποτέλεσμα δεδομένου ότι ενώπιον του δικαστηρίου τον πρώτο λόγο τον έχει η πλειοψηφία των πιστωτών, δηλαδή οι τράπεζες, είναι πολυδάπανη και αποτρέπει τους μικροεπιχειρηματίες.
Για όλους τους μικροεπιχειρηματίες ο κώδικας δεοντολογίας που παρουσίασε η ΤτΕ δεν προβλέπει τίποτα ευνοϊκό, παρά αόριστες και γενικόλογες ρυθμίσεις όπως διαχείριση σε εκκαθάριση στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας, ρευστοποίηση εξασφαλίσεων καθώς και συμφωνίες ανταλλαγής χρέους με μετοχικό κεφάλαιο. Η τράπεζα μονομερώς προτείνει, καθορίζει το τίμημα της ρευστοποίησης και γενικά εξαγοράζει την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα χωρίς τη παρέμβαση κανενός ουδέτερου διαμεσολαβητή.
Καμία πρόβλεψη για τους εγγυητές
Αν και οι τράπεζες έχουν εγγράψει τις εμπράγματες εξασφαλίσεις τους (υποθήκες) με έξοδα του δανειολήπτη που περιλήφθηκαν στο χορηγηθέν δάνειο, παρόλα αυτά σε αρκετές περιπτώσεις απαίτησαν και εγγυητή ως επιπλέον όρο χορήγησης του δανείου.
Ο τελευταίος υποχρεώθηκε μάλιστα να παραιτηθεί από την ένσταση διζήσεως στην «πατρόν» δανειακή σύμβαση που υπέγραψε με την τράπεζα.
Δηλαδή ο εγγυητής παραιτήθηκε από το δικαίωμα του να αρνηθεί την καταβολή της οφειλής, ωσότου ο δανειστής επιχειρήσει πρώτα αναγκαστική εκτέλεση κατά του πρωτοφειλέτη, οπότε ο εγγυητής θα ευθύνεται μόνο εφόσον αυτή αποβεί άκαρπη. Ο λόγος για τον οποίον οι Τράπεζες θέτουν αυτόν τον γενικό όρο, είναι εύλογα η πληρέστερη εξασφάλιση της απαίτησής τους, καθώς με την παραίτησή του από τα παραπάνω δικαιώματα, ο εγγυητής υπεισέρχεται ουσιαστικά στην θέση του πρωτοφειλέτη, ευθυνόμενος ακόμα και με την προσωπική του περιουσία.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Τράπεζα εξασφαλίζει την ευχέρεια να στραφεί κατ’ επιλογή, είτε κατά του πρωτοφειλέτη, είτε κατά του εγγυητή, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης χωρίς διάκριση.
Η πάγια θέση της Νομολογίας σήμερα είναι, ότι η παραίτηση του εγγυητή τραπεζικής σύμβασης από την ένσταση της διζήσεως δεν αντίκειται καταρχήν στο νόμο, καθόσον η δυνατότητα αυτή προβλέπεται ρητά στις διατάξεις των άρθρων 851 και 857 αριθμός 1 του ΑΚ. Συνεπώς ο εγγυητής πρέπει να αποδείξει αυτός και όχι η τράπεζα την καταχρηστική διαδικασία σε βάρος του και να προφυλάξει από δημόσιο πλειστηριασμό την ακίνητη περιουσία του.
Ας δούμε τέλος τα φοβερά και τρομερά που παρουσιάζονται στον σχετικό κώδικα δεοντολογίας που παρουσίασε η ΤτΕ, όπως αυτά έχουν ακριβώς καταγραφεί παραθέτοντας κάποια μικρά, αλλά πιστεύω χρήσιμα σχόλια.
1. ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΡΑΠΕΖΙΤΕΣ
Κάθε ίδρυμα (ΤΡΑΠΕΖΑ) που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα, οφείλει να συστήσει Επιτροπή Ενστάσεων από τουλάχιστον τρία ανώτερα στελέχη
(σχόλιο: καμία πρόβλεψη δεν περιλήφθηκε στον σχετικό «κώδικα δεοντολογίας» έτσι ώστε να περιλαμβάνεται στη σχετική επιτροπή τουλάχιστον και ένα μέλος εκτός τράπεζας. Π.Χ. δικαστικός λειτουργός)
2. ΝΟΜΟΘΕΤΗΣΗ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΥ
ΝΟΜΟΣ 3869/2010
Όπως ήδη έχει αναφερθεί η μόνη θεσμική ρύθμιση που προστατεύει τους δανειολήπτες που αδυνατούν να αποπληρώσουν τις οφειλές τους στις τράπεζες, είναι ο Νόμος 3869/2010 (Νόμος Κατσέλη). Αν και η χώρα διέρχεται τον έβδομο χρόνο ύφεσης, αν και με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ το μέσο εισόδημα των ελλήνων πολιτών έχει υποστεί μείωση από το 2008 μέχρι και σήμερα πλέον του 40%, αν και η ανεργία έχει εκτοξευθεί από το 11% στο 30% χωρίς να υπολογίζονται στο παραπάνω ποσοστό πλήθος ελεύθερων επαγγελματιών, οι δανειακές υποχρεώσεις των δανειοληπτών κατά τη λογική των τραπεζών παραμένουν στο σύνολο τους απαιτητές.
Οι τράπεζες απαιτούν τη καταβολή των οφειλών στο ακέραιο και μάλιστα σε περίπτωση οποιασδήποτε καθυστέρησης επιβαρύνουν το πιστωθέν κεφάλαιο με τόκους υπερημερίας. Ενδεικτική της απροθυμίας των ελληνικών τραπεζών να προβούν σε οποιοδήποτε συνδιαλλαγή με τον δανειολήπτη είναι η άρνηση τους να επικυρώσουν τους προδικαστικούς συμβιβασμούς ακόμα και στην περίπτωση που προτείνεται συνολική αποπληρωμή του κεφαλαίου, περιλαμβανομένου και ποσού τόκων βάσει του επιτοκίου της τελευταίας ενήμερης οφειλής που ανέρχεται στο 2%.
Οι Ειρηνοδίκες της χώρας στην συντριπτική τους πλειοψηφία, έχουν παράσχει και συνεχίζουν να παράσχουν δικαστική προστασία και ανακούφιση προς τους δανειολήπτες, ακολουθώντας το γράμμα του Νόμου, καθώς ως ακέραιοι δικαστικοί λειτουργοί αντιλαμβάνονται πλήρως τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες των ελλήνων πολιτών, παρότι έχουν δεχτεί και συνεχίζουν να δέχονται αφόρητες πιέσεις και απαράδεκτες απειλές από υψηλά κλιμάκια κατά εντολή της τρόικας.
Διαταγς πληρωμΗς για τραπεζικά δάνεια
Στο σημείο αυτό μου δίνεται η ευκαιρία να σας εκθέσω τη νομική μου άποψη σχετικά με τις εκδιδόμενες διαταγές πληρωμής βάσει τραπεζικών δανείων. Θεωρώ ότι η παραπάνω πρακτική δεν συνάδει σε καμιά περίπτωση με την έκδοση διαταγών πληρωμής κατά τα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Η έκδοση διαταγών πληρωμής περιελάμβανε απαιτήσεις που προέκυπταν με σαφή τρόπο από συγκεκριμένο αξιόγραφο (επιταγή, συναλλαγματική, ομόλογο, κλπ) και το ποσό που επιδικαζόταν ήταν αυτό που αναφερόταν στο σύνολο του πάνω στο διαμαρτυρηθέν αξιόγραφο. Σε κάθε περίπτωση ο νόμος απαιτεί ορισμένο ποσό που αποδέχεται ο οφειλέτης υπογράφοντας την συγκεκριμένη απαίτηση, άρα αποδέχεται τη σχετική οφειλή και ειδικότερα το ποσό της συνολικής οφειλής.
Σήμερα οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να εκδίδουν διαταγές πληρωμής επικαλούμενες στην αίτηση τους δικά τους στοιχεία, που σε καμιά περίπτωση δεν συνάδουν με τη λογική του αξιογράφου (επιταγής – συναλλαγματικής), καθώς το ορισμένο ποσό
που απαιτεί ο νόμος (αρθ. 624 ΚπολΔ) σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να προκύπτει από την κίνηση λογαριασμού του οφειλέτη δεδομένου ότι στη σχετική κίνηση εντάσσουν εντελώς αυθαίρετα τόκους και έξοδα.
Άλλο πράγμα είναι να απαιτήσει ο κομιστής της επιταγής το συγκεκριμένο ποσό που αναφέρεται στο σώμα της επιταγής ή της συναλλαγματικής που φέρει μάλιστα και την υπογραφή του οφειλέτη και άλλο πράγμα είναι να απαιτήσει η τράπεζα χρηματικό ποσό που προκύπτει ως απόρροια κίνησης λογαριασμού κατά τα δεδομένα της τράπεζας.
Σε κάθε περίπτωση εκδίδεται εκτελεστός τίτλος με αρνητικές συνέπειες για τον δανειολήπτη καθώς ξεκινά η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης.
Οι επαγγελματικώς ασχολούμενοι ξέρουμε πως εκδίδονται οι σχετικές διαταγές πληρωμής από τις τράπεζες και πόσο οι αρμόδιοι δικαστές με τον φόρτο εργασίας που τους βαρύνει είναι σε θέση να ελέγξουν το ποσό που απαιτούν οι τράπεζες ως οφειλή, επικαλούμενες και προσάγοντας μια εντελώς αυθαίρετη κίνηση λογαριασμού.
απρόβλεπτη μεταβολή των συνθηκών
Το άρθρο 388 του ΑΚ που κάνει λόγο για απρόβλεπτη μεταβολή των συνθηκών αγνοείται παντελώς από τον Κώδικα Δεοντολογίας που παρουσίασε η ΤτΕ καθώς το τραπεζικό σύστημα της χώρας αποσιωπά επιδεικτικά τη σχετική διάταξη που συνιστά το θεμέλιο λίθο της θεωρίας ανατροπής του δικαιοπρακτικού θεμελίου στις συμβάσεις.
Για το λόγο αυτό δεν γίνεται πουθενά λόγος για κούρεμα χρεών.
Σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορεί να αγνοηθεί η ανθρωπιστική κρίση που έχει υποστεί η πλειοψηφία των ελλήνων πολιτών που στην πλειονότητα των περιπτώσεων αποδεικνύεται ότι η μείωση του ετήσιου εισοδήματός τους ισοδυναμεί, αλλά και ξεπερνά, το σύνολο των δόσεων για την εξυπηρέτηση των οφειλών τους.
Αντίθετα οι προτεινόμενες ρυθμίσεις από μέρους των τραπεζών απαιτούν το συνολικό ποσό της οφειλής να παραμείνει αναλλοίωτο και μάλιστα αυξημένο με επιπλέον τόκους λόγω καθυστέρησης αποπληρωμής μέχρι την υπαγωγή του δανειολήπτη στη σχετική ρύθμιση. Η αντικατάσταση παλαιού δανείου με νέο μικρότερου υπολοίπου όπως καταγράφεται
στον Κώδικα Δεοντολογίας εκτός του γεγονότος ότι είναι ιδιαίτερα ασαφής καθώς δεν προβλέπει τίποτα σχετικό, προϋποθέτει ως όρο και την Εθελοντική Παράδοση του Ενυπόθηκου Ακινήτου στο πλαίσιο ευρύτερης ρύθμισης.
Δηλαδή ο δανειολήπτης θα μεταβιβάσει το ακίνητο στη τράπεζα και θα συνεχίζει να οφείλει.
Το ποσό που θα οφείλει θα προκύψει από την αφαίρεση της αξίας του ακινήτου, η οποία προφανώς παρουσιάζει τεράστια μείωση σε σχέση με το χρόνο της αγοράς του. Αυτή τη διαφορά θα την υποστεί ο δανειολήπτης που έχασε επιπλέον και το σπίτι του.
Ο ΦΟΒΟΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΩΝ
Σε ένα απόλυτο εναρμονισμένο δίκτυο φοβικής πραγματικότητας που επιβάλλουν καθημερινά οι εισπρακτικές εταιρείες και το μεντιακό σύστημα της χώρας, έρχεται να προστεθεί ένα νέο όπλο που περιλαμβάνεται στον κώδικα δεοντολογίας που παρουσίασε ο Κος Προβόπουλος. Το όπλο αυτό που αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι η χώρα είναι έρμαιο κερδοσκόπων ονομάζεται «Μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση». Με το εν λόγω εφεύρημα ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στη τράπεζα και υπογράφει μια σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, για ελάχιστη χρονική διάρκεια (συνήθως πέντε (5) έτη.
Φυσικά δεν εξηγείται στον σχετικό κώδικα ποιο θα είναι το μίσθωμα, ποιες θα είναι οι απαιτήσεις στη συνέχεια της τράπεζας, κλπ. Εκ της λειτουργίας των χρηματοδοτικών μισθώσεων γνωρίζουμε ότι μετά το πέρας αποπληρωμής των δόσεων ο μισθωτής που δεν απέκτησε προφανώς ποτέ κυριότητα έχει δικαίωμα να αποκτήσει την κυριότητα καταβάλλοντας ένα πολύ μικρό τίμημα.
Γιατί στον σχετικό κώδικα δεοντολογίας προτείνεται ο ιδιοκτήτης να μετατραπεί σε μισθωτή και στη συνέχεια και υπό ποίους όρους άραγε και πάλι να γίνει ιδιοκτήτης;
Εκτός της παραπάνω διευκόλυνσης προβλέπονται και άλλες «διευκολύνσεις» για το δανειολήπτη. Πώληση και ενοικίαση, με την οποία ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου είτε στη τράπεζα, είτε σε άλλη τράπεζα, ακόμα και σε εταιρεία διαχείρισης ακινήτων, αποπληρώνοντας μέρος ή το σύνολο του δανείου.
Η συμφωνία μπορεί να συνοδεύεται με παραχώρηση του δικαιώματος διαμονής στο ακίνητο για κάποια ελάχιστη χρονική διάρκεια έναντι μισθώματος, συνήθως για μια ελάχιστη περίοδο τριών 3 ετών. Τι θα γίνει μετά τα 3 χρόνια;
Τι θα συνεχίζει να οφείλει ο δανειολήπτης σε περίπτωση που μεταβίβασε το ακίνητο στη τράπεζα; Ποιος εγγυάται την προστασία του μισθωτή (πρώην ιδιοκτήτη) σε περίπτωση που η εκμισθώτρια τράπεζα απαιτεί υπερβολικό μίσθωμα για να προβεί στην κατάρτιση νέας μίσθωσης;
Οι επαγγελματικώς ασχολούμενοι δικηγόροι με τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης γνωρίζουμε ότι η σχετική διαδικασία με την οποία αφαιρείται η ιδιοκτησία ενός ακινήτου από έναν δανειολήπτη – οφειλέτη υποκρύπτει αρκετές δυσκολίες για τον επισπεύδοντα δανειστή. Η πιο συνηθισμένη είναι ότι δύσκολα μπορεί να εκποιηθεί ακίνητο σε δημόσιο πλειστηριασμό καθώς ο υπερθεματιστής υποχρεούται να καταβάλλει όλο το ποσό της πλειοδοσίας.
Ποιος σήμερα θα δώσει μετρητά;
Μια άλλη δυσκολία έχει να κάνει με το γεγονός ότι ένα ακίνητο βγαίνει στον πλειστηριασμό στο 1/3 της αντικειμενικής του αξίας.
Αυτό σημαίνει ότι οι απαιτήσεις των τραπεζών θα ικανοποιηθούν στο ελάχιστο και στις περισσότερες περιπτώσεις θα αποσβεστούν αφού οι δανειολήπτες δεν έχουν άλλα περιουσιακά στοιχεία που θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις τράπεζες. Τα αγροτεμάχια και τα σπίτια στο χωριό ούτε να τα χαρίσεις δε μπορείς πλέον, λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικούς φόρους που θα κληθούμε να πληρώσουμε από φέτος.
Τέλος δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κάθε ματαίωση του πλειστηριασμού λόγω των ως άνω προβλημάτων, βαραίνει τον επισπεύδοντα, δηλαδή την τράπεζα. Τα σχετικά έξοδα μαζί με την σχετική έκδοση του εκτελεστού τίτλου ανέρχονται σε ποσό το λιγότερο πέντε χιλιάδων ευρώ. Βλέπετε πρόθυμες τις τράπεζες να κινήσουν τις σχετικές διαδικασίες υπό το πρίσμα των παραπάνω επισημάνσεων ή είναι προτιμότερο να σας πείσουν να τους παραχωρήσετε οικειοθελώς και «απολύτως δεοντολογικά» το σπίτι σας;
Ο θάνατος του Εμποράκου
Οι έμποροι και αρκετοί επαγγελματίες που τους προσδίδεται εμπορική ιδιότητα με ένα βασιλικό διάταγμα του 1835 που κανείς δεν έχει μπει στο κόπο να το εκσυγχρονίσει, δεν έχουν μέχρι και σήμερα καμία προστασία. Αν και αποδεδειγμένα έχουν υποστεί τεράστια οικονομική καταστροφή εξαιρούνται αδικαιολόγητα από το Ν. 3869/2010, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε τραγική οικονομική κατάσταση.
Η νομοθετική λειτουργία της Βουλής τους έχει αγνοήσει παντελώς και σε ότι αφορά τα τραπεζικά δάνεια και σε ότι αφορά τις οφειλές τους προς τα ασφαλιστικά τους ταμεία. Οι καθημερινώς αγωνιζόμενοι ατομικοί επιχειρηματίες για να επιβιώσουν τόσο αυτοί, όσο και οι εργαζόμενοι τους, για να αποφύγουν το τραπεζικό στίγμα που θα μπλόκαρε τις κινήσεις ρευστότητας και τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς, προτιμούν να εξοφλούν πρώτα τις τράπεζες και μετά τις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους. Εργαζόμενοι, ΙΚΑ, ασφαλιστικά ταμεία, Εφορία, Προμηθευτές, μπαίνουν δε δεύτερη μοίρα.
Πρώτα και πάση θυσία να πληρωθούν οι τράπεζες. Αποτέλεσμα: Μείωση αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων που ισοδυναμεί με περαιτέρω συρρίκνωση της αγοράς, διάλυση των ασφαλιστικών ταμείων, φοροδοτική ανικανότητα που για να φέρει πλεονάσματα επαυξάνει τους φόρους σε άλλες επαγγελματικές κατηγορίες.
Για να μη χάσουν οι τράπεζες, η χώρα καθημερινά βυθίζεται σε όλο και μεγαλύτερη ύφεση.
Το νομοθετικό σύστημα της χώρας θεωρεί ότι πρέπει να εξαιρεθούν οι έμποροι από τη διαδικασία ρύθμισης των οφειλών τους γιατί μπορεί να υπαχθούν στη λεγόμενη πτωχευτική διαδικασία του άρθρου 99. Η εν λόγω διαδικασία εκτός του γεγονότος ότι δεν επιφέρει κανένα θετικό δικαστικό αποτέλεσμα δεδομένου ότι ενώπιον του δικαστηρίου τον πρώτο λόγο τον έχει η πλειοψηφία των πιστωτών, δηλαδή οι τράπεζες, είναι πολυδάπανη και αποτρέπει τους μικροεπιχειρηματίες.
Για όλους τους μικροεπιχειρηματίες ο κώδικας δεοντολογίας που παρουσίασε η ΤτΕ δεν προβλέπει τίποτα ευνοϊκό, παρά αόριστες και γενικόλογες ρυθμίσεις όπως διαχείριση σε εκκαθάριση στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας, ρευστοποίηση εξασφαλίσεων καθώς και συμφωνίες ανταλλαγής χρέους με μετοχικό κεφάλαιο. Η τράπεζα μονομερώς προτείνει, καθορίζει το τίμημα της ρευστοποίησης και γενικά εξαγοράζει την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα χωρίς τη παρέμβαση κανενός ουδέτερου διαμεσολαβητή.
Καμία πρόβλεψη για τους εγγυητές
Αν και οι τράπεζες έχουν εγγράψει τις εμπράγματες εξασφαλίσεις τους (υποθήκες) με έξοδα του δανειολήπτη που περιλήφθηκαν στο χορηγηθέν δάνειο, παρόλα αυτά σε αρκετές περιπτώσεις απαίτησαν και εγγυητή ως επιπλέον όρο χορήγησης του δανείου.
Ο τελευταίος υποχρεώθηκε μάλιστα να παραιτηθεί από την ένσταση διζήσεως στην «πατρόν» δανειακή σύμβαση που υπέγραψε με την τράπεζα.
Δηλαδή ο εγγυητής παραιτήθηκε από το δικαίωμα του να αρνηθεί την καταβολή της οφειλής, ωσότου ο δανειστής επιχειρήσει πρώτα αναγκαστική εκτέλεση κατά του πρωτοφειλέτη, οπότε ο εγγυητής θα ευθύνεται μόνο εφόσον αυτή αποβεί άκαρπη. Ο λόγος για τον οποίον οι Τράπεζες θέτουν αυτόν τον γενικό όρο, είναι εύλογα η πληρέστερη εξασφάλιση της απαίτησής τους, καθώς με την παραίτησή του από τα παραπάνω δικαιώματα, ο εγγυητής υπεισέρχεται ουσιαστικά στην θέση του πρωτοφειλέτη, ευθυνόμενος ακόμα και με την προσωπική του περιουσία.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Τράπεζα εξασφαλίζει την ευχέρεια να στραφεί κατ’ επιλογή, είτε κατά του πρωτοφειλέτη, είτε κατά του εγγυητή, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης χωρίς διάκριση.
Η πάγια θέση της Νομολογίας σήμερα είναι, ότι η παραίτηση του εγγυητή τραπεζικής σύμβασης από την ένσταση της διζήσεως δεν αντίκειται καταρχήν στο νόμο, καθόσον η δυνατότητα αυτή προβλέπεται ρητά στις διατάξεις των άρθρων 851 και 857 αριθμός 1 του ΑΚ. Συνεπώς ο εγγυητής πρέπει να αποδείξει αυτός και όχι η τράπεζα την καταχρηστική διαδικασία σε βάρος του και να προφυλάξει από δημόσιο πλειστηριασμό την ακίνητη περιουσία του.
Ας δούμε τέλος τα φοβερά και τρομερά που παρουσιάζονται στον σχετικό κώδικα δεοντολογίας που παρουσίασε η ΤτΕ, όπως αυτά έχουν ακριβώς καταγραφεί παραθέτοντας κάποια μικρά, αλλά πιστεύω χρήσιμα σχόλια.
1. ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΡΑΠΕΖΙΤΕΣ
Κάθε ίδρυμα (ΤΡΑΠΕΖΑ) που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα, οφείλει να συστήσει Επιτροπή Ενστάσεων από τουλάχιστον τρία ανώτερα στελέχη
(σχόλιο: καμία πρόβλεψη δεν περιλήφθηκε στον σχετικό «κώδικα δεοντολογίας» έτσι ώστε να περιλαμβάνεται στη σχετική επιτροπή τουλάχιστον και ένα μέλος εκτός τράπεζας. Π.Χ. δικαστικός λειτουργός)
2. ΝΟΜΟΘΕΤΗΣΗ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΥ
Πριν το ίδρυμα κατηγοριοποιήσει κάποιον δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμο οφείλει να τον ενημερώσει γραπτώς εκτός από το ότι θα κατηγοριοποιηθεί ως μη συνεργάσιμος και για τις νομικές συνέπειες του χαρακτηρισμού ως μη συνεργάσιμου, και να του ανακοινώσει τα πιθανά μέτρα που θα ακολουθήσουν και αυτά αφορούν πτώχευση, πλειστηριασμό, δέσμευση περιουσίας, κλπ.
(σχόλιο: ο εκφοβισμός του δανειολήπτη νομοθετείται, δεδομένου ότι κατά το χρόνο που η τράπεζα απειλεί τον δανειολήπτη με μέτρα αναγκαστικής κατάσχεσης δεν έχει στα χέρια της οποιαδήποτε δικαστικό έγγραφο βάσει του οποίου να νομιμοποιείται να προβεί σε οποιοδήποτε μέτρο σε βάρος της περιουσίας του.
Παράλληλα με τις εισπρακτικές εταιρείες θα αρχίσει και βομβαρδισμός επιστολών που θα έχουν πλέον και νομικό έρεισμα).
3. ΘΑ ΤΑ ΔΩΣΕΙΣ ΟΛΑ
μετά την ρευστοποίηση το τυχόν υπόλοιπο του δανείου σε καθυστέρηση θα εξακολουθεί να αποτελεί εκτοκιζόμενη απαίτηση του ιδρύματος.
(σχόλιο: δηλαδή ο δανειολήπτης θα χάσει το σπίτι του ή κάποιο άλλο στοιχείο ακίνητης περιουσίας που διαθέτει στην τιμή της ρευστοποίησης που προφανώς με βάση τις σημερινές συνθήκες είναι εξευτελιστική, αλλά παρόλα αυτά θα συνεχίζει να οφείλει και μάλιστα εκτοκιζόμενη απαίτηση).
4. ΑΜΟΙΡΕ ΕΓΓΥΤΗ
Σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία μεταξύ ιδρύματος και δανειολήπτη
Α) ο εγγυητής δεν προστατεύεται από τυχόν εκκίνηση διαδικασίας μεσολάβησης εκ μέρους του Συνηγόρου του Καταναλωτή ή άλλης διαδικασίας εξωδικαστικής επίλυσης ή διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου στην οποία έχει υπαχθεί ο πρωτο – οφειλέτης.
(σχόλιο: δηλαδή ο εγγυητής θα κινδυνεύει να απολέσει περιουσιακό του στοιχείο ακόμα και αν ο πρωτο – οφειλέτης έχει πάρει προστασία με βάση το Ν. 3869/2010 βάσει προσωρινής διαταγής καθώς δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση επί της αιτήσεως του. Εκτός του γεγονότος δηλαδή ότι η σχετική ένσταση διζήσεως πάει περίπατο, ο εγγυητής θα κληθεί να αποπληρώσει το υπόλοιπο τίμημα προσαυξημένο μονομερώς κατά τις εκτιμήσεις της τράπεζας).
Β. Ο δανειολήπτης και τυχόν εγγυητές εξακολουθούν να είναι υπόχρεοι για τυχόν εναπομένον υπόλοιπο μετά την ενδεχόμενη εκποίηση εξασφαλίσεων, καθώς και τον τρόπο και το επιτόκιο που αυτό θα εκτοκίζεται.
(σχόλιο: ο εγγυητής θα συνεχίζει να οφείλει το υπόλοιπο του πρωτοοφειλέτη ακόμα και αν ο τελευταίος πέτυχε δικαστική ρύθμιση των οφειλών του).
Στον υπό διαβούλευση κώδικα δεοντολογίας περιλαμβάνονται τριών ειδών λύσεις:
5. Βραχυπρόθεσμες λύσεις
Στις βραχυπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης που προβλέπει ο σχετικός κώδικας (διάρκεια εξόφλησης μικρότερης των 5 ετών) προβλέπονται τόκοι κατά τη διάρκεια της βραχυπρόθεσμης περιόδου, χωρίς να γίνεται καμία επίκληση του σχετικού επιτοκίου, ενώ η διαφημιζόμενη περίοδος χάριτος δεν χαρίζεται, αλλά πληρώνεται, με κεφαλαιοποίηση καθυστερήσεων.
6. ΜΑΚΡΟπρόθεσμες λύσεις
Στις μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης κατατάσσονται τύποι λύσεων ρύθμισης που υπερβαίνουν τα πέντε (5) έτη. Για αυτά τα δάνεια προβλέπεται μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου, χωρίς να αναφέρεται ποιο θα είναι το νέο επιτόκιο. Προβλέπεται επίσης αλλαγή του τύπου του επιτοκίου (π.χ. από κυμαινόμενο σε σταθερό), κάτι που ήδη γίνεται και σήμερα καθώς και παράταση της διάρκειας αποπληρωμής που φυσικά αυξάνει τους τόκους.
ΣΧΟΛΙΑ: Η ασάφεια καταγραφής των επιτοκίων εκτός του γεγονότος ότι είναι προκλητική λόγω της ανακεφαλοποίησης, καθίσταται και τερατώδης δεδομένου ότι τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας δανείζονται από την ΕΚΤ με επιτόκιο 1% και στην καλύτερη των περιπτώσεων απαιτούν επιτόκια 7%.
Προβλέπεται επίσης διαχωρισμός του ενυπόθηκου δανείου σε ένα βιώσιμο δάνειο με εμπράγματη εξασφάλιση, το οποίο ο δανειολήπτης αποπληρώνει με βάση την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής.
ΣΧΟΛΙΑ: Αυτό σημαίνει ότι το ακίνητο θα μείνει προσημειωμένο με αποτέλεσμα να κληθούν οι κληρονόμοι του δανειολήπτη να πληρώσουν και αυτοί για να αρθεί η προσημείωση. Έξυπνα λοιπόν το χρέος μεταφέρεται στην επόμενη γενιά, ενώ το υπόλοιπο του δανείου δεν αφαιρείται, αλλά απλώς δεν λογίζονται τόκοι έως μια μεταγενέστερη ημερομηνία αποπληρωμής. Κατά την μεταγενέστερη αυτή ημερομηνία ή πριν από αυτήν, διενεργείται επαναξιολόγηση της ικανότητας αποπληρωμής, η οποία προσδιορίζεται είτε από την εκτιμώμενη βελτίωση της δυνατότητας αποπληρωμής του δανειολήπτη, είτε από τα εκτιμώμενα έσοδα ρευστοποίησης εμπράγματης εξασφάλισης ή άλλου περιουσιακού στοιχείου με συντηρητικές παραδοχές. Δηλαδή το υπόλοιπο του δανείου είναι και αυτό απαιτητό, χωρίς να προβλέπεται τίποτα σχετικό στο αν θα προσαυξηθεί με τόκους σε περίπτωση που κατά την επαναξιολόγηση του δανειολήπτη το εισόδημα του τελευταίου έχει βελτιωθεί.
7. ΤΕΛΟΣ ΤΑ ΩΡΑΙΑ
Ως λύση τέλος οριστικής διευθέτησης ορίζεται οποιαδήποτε μεταβολή του είδους της συμβατικής σχέσης μεταξύ ιδρύματος και δανειολήπτη ή ο τερματισμός αυτής, αποσκοπώντας στην οριστική τακτοποίηση της απαίτησης του ιδρύματος έναντι του δανειολήπτη και η οποία μπορεί να διενεργείται μέσω μίας ή περισσοτέρων από τις παρακάτω ενδεικτικά αναφερόμενες λύσεις.
(α) Εθελοντική Παράδοση Ενυπόθηκου Ακινήτου.
ΣΧΟΛΙΑ: Στην περίπτωση αυτή ο δανειολήπτης παραδίδει το ακίνητο του στη τράπεζα και η τελευταία δεν παραιτείται προφανώς από υπόλοιπες διεκδικήσεις. Ο δανειολήπτης χάνει το σπίτι του και συνεχίζει να οφείλει.
(β) Μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση.
Στην περίπτωση αυτή ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στη τράπεζα και υπογράφει μια σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, για ελάχιστη χρονική διάρκεια. Συνήθως πέντε (5) έτη.
ΣΧΟΛΙΑ: Αναφέρεται ότι δανειολήπτης αποκτά τα προβλεπόμενα από το ισχύον δίκαιο περί συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης δικαιώματα, αλλά στην περίπτωση αυτή χάνει κάθε δικαίωμα να υπαχθεί σε ρυθμίσεις που έχουν να κάνουν με στεγαστικά δάνεια και όχι κατά κύριο λόγο εμπορικές δανειοδοτήσεις, όπως είναι οι συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης.
(γ) Πώληση και ενοικίαση.
Ο δανειολήπτης και στην περίπτωση αυτή μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου είτε στη τράπεζα, είτε σε τρίτο (άλλο ίδρυμα, άλλο αγοραστή, κρατική εταιρία διαχείρισης ακινήτων κλπ) αποπληρώνοντας μέρος ή το σύνολο του δανείου. Η συμφωνία μπορεί να συνοδεύεται με παραχώρηση του δικαιώματος διαμονής στο ακίνητο για κάποια ελάχιστη χρονική διάρκεια έναντι μισθώματος (συνήθως για μια ελάχιστη περίοδο τριών (3) ετών.
ΣΧΟΛΙΑ: στην περίπτωση αυτή ο δανειολήπτης χάνει το σπίτι του και γίνεται μισθωτής καταβάλλοντας ενοίκιο. Καμία αναφορά περί της αρχικής συμφωνίας του μισθώματος και φυσικά στο τι θα γίνει μετά τη λήξη της μισθωτικής σχέσης μετά από 3 χρόνια. Προφανώς το υπόλοιπο του δανείου που δεν αποπληρώθηκε με την αξία του σπιτιού του παλαιού ιδιοκτήτη και τώρα μισθωτή, συνεχίζει να είναι απαιτητό από τον τελευταίο.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
Το σχετικό νομικό τερατούργημα που παρουσίασε ο διοικητής της ΤτΕ δυστυχώς συνεχίζει να δείχνει την αντίληψη που συνεχίζει να έχει το τραπεζικό σύστημα της χώρας. Η αντίληψη αυτή εκτός του γεγονότος ότι εξυπηρετεί το αξίωμα να μη χάσουν οι τραπεζίτες ούτε ένα ευρώ, διαμορφώνει και την αρχή του νέου σχεδίου που είναι να προσαρτηθούν στα τραπεζικά κεφάλαια τα ακίνητα χιλιάδων άτυχων δανειοληπτών.
Ακίνητα που θα μοσχοπουληθούν τα επόμενα χρόνια στα κοράκια των ξένων τραπεζών που αγοράζουν τα κόκκινα δάνεια. Εκτός αυτού γίνεται πράξη και το σχέδιο συνέχισης και φυσικά διαιώνισης του ιδιωτικού χρέους με εκβιασμούς εμπράγματων βαρών προς τις μελλοντικές γενιές που θα κληρονομήσουν τα υποθηκευμένα ακίνητα των γονιών τους.
Είναι πράγματι προκλητικό να μην ακούγεται ούτε η παραμικρή λέξη για περιορισμό των τραπεζικών απαιτήσεων έναντι των ιδιωτών, όταν για τις δικές τους οφειλές η λέξη «κούρεμα» δίνει και παίρνει.
Η προεκλογική κυβερνητική υποκρισία της διανομής του πλεονάσματος των 500 δις σε μια κοινωνία που έχει υποστεί μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση, συμπληρώνεται με ένα νέο σχέδιο. Να παραχωρήσουν χιλιάδες δανειολήπτες τα σπίτια τους στις τράπεζες και παρόλα αυτά να συνεχίζουν να οφείλουν, καθώς η υποβάθμιση των ακίνητων αξιών αγγίζει τους πάντες εκτός από τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας.
Πάντως η προσπάθεια του κου Προβόπουλου να μας παρουσιάσει το σχετικό κώδικα δεοντολογίας είχε και ένα ευχάριστο.
Μάθαμε επιτέλους «ποιος κυβερνά αυτό το τόπο».
ΣΤΑΘΗΣ Δ. ΠΑΝΤΑΖΗΣ
www.fotavgeia.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου