Αrt1762 Κυριακή 12 Ιουνίου 2016
Αναπτυξιολογία στο έδαφος της υφεσιακής πραγματικότητας.
Του Γ. ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ
Η αβάσταχτη ελαφρότητα των «τενόρων».
Το νομοσχέδιο για τις ενισχύσεις ιδιωτικών επενδύσεων έδωσε αφορμή για συζητήσεις σχετικά με την ανάπτυξη. Μετά πολλά χρόνια ύφεσης, το τρίτο μνημόνιο επιβάλει συνέχιση της λιτότητας. Οι προβλέψεις για τα επόμενα δύο χρόνια, δεν ευνοούν ψευδαισθήσεις για ανάπτυξη προ των πυλών. Παρά την «αναπτυξιολογία» που αναπτύχθηκε με το βασανιστικό κλείσιμο της αξιολόγησης, διατηρούνται μεγάλες επιφυλάξεις σχετικά με ιην δυνατότητα εξισσορόπησης της υφεσιακής δίνης που θα συνεχίζουν να δημιουργούν τα δημοσιονομικά κενά, που προκύπτουν από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές. Το πρόγραμμα δεν βγαίνει, η ενεργός ζήτηση μειώνεται και η επιμονή σε αισιοδοξία, ανεξάρτητα από τα δεδομένα, δεν συμβάλει στο να κοιτάξουμε κατάματα την αλήθεια.
Το κλείσιμο της αξιολόγησης διαφημίζεται ως «γύρισμα σελίδας». Είναι αλήθεια μόνο σε ότι αφορά την αντικατάσταση του ELA με το waiver και την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση. Και τα δύο όμως θα ενισχύσουν μόνο την θέση των τραπεζών και δεν είναι καθόλου σίγουρο πως θα μεταφέρουν ρευστότητα στην οικονομία. Μάλιστα, η νέα αξιολόγηση που περιλαμβάνει τα εργασιακά, θα έχει επιπτώσεις στις αμοιβές του ιδιωτικού τομέα και στις αποζημιώσεις απολύσεων λόγω εξορθολογισμού επιχειρήσεων. Η αξιωματική αντιπολίτευση με άνεση, προβάλει τον ισχυρισμό ότι η ίδια θα μείωνε τις δαπάνες αντί να επιβάλει φόρους. Είναι όμως προφανές ότι νέα μείωση δαπανών σημαίνει μείωση μισθών στο δημόσιο και περικοπές του κοινωνικού κράτους (υγεία, παιδεία). Ενα διασκεδαστικό στοιχείο είναι η «πρόταση» για ανάπτυξη 4%.
Κατά την κατάθεση του αναπτυξιακού νόμου που θα ψηφισθεί την Τρίτη, με άνεση δηλώθηκε, πως το αναπτυξιακό σχέδιο που δεν έχουμε δει, υπάρχει και έχει παραληφθεί απο το ΚΕΠΕ, στο οποίο όμως ανατέθηκε μόλις τον Μάρτιο. Θα έπρεπε να είχε ενημερωθεί η Βουλή για το σχέδιο αυτό, προκειμένου να εκφέρει γνώμη για την συμβατότητα στόχων (Σχέδιο) και μέσων (Νόμος). Εξάλλου, ενώ γίνεται λόγος για έμφαση στην παραγωγή, δεν υπάρχει διατυπωμένη βιομηχανική στρατηγική, ενώ η συμμετοχή της μεταποίησης στο ΑΕΠ είναι μόλις 8,5%.
Το υπουργείο οικονομίας δηλώνει πως οι κλάδοι της τεχνολογίας πληροφορικής – επικοινωνιών (ICT) και της αγροδιατροφής θα είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι από τον νόμο, καθώς μπορούν να καλλιεργήσουν ένα brand name (ταυτότητα) για την Ελλάδα. Δεν αναφέρει όμως πως θα αντιμετωπισθεί το γεγονός ότι το μνημόνιο μειώνει αποφασιστικά την ανταγωνιστικότητα των ελλήνων παραγωγών γάλακτος και των βιομηχανιών ( η Δελτα εγκατέλειψε) αφού ονομάζεται «φρέσκο» γάλα το γερμανικό, ιρλανδικό και ολλανδικό μακράς διάρκειας. Ουτε ότι το συγκριτικό πλεονέκτημα της φέτας υπονομεύεται από το γεγονός ότι στην ευρωπαική συμφωνία με την Ν. Αφρική, η φέτα δεν προστατεύεται μαζί με άλλα προιόντα ποπ. Ούτε ότι η ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα αποκλείεται από τον νόμο.
Το νομοσχέδιο, σωστά φιλοδοξεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις για την ανάκαμψη των επενδύσεων. Αυτές γνώρισαν δραματική πτώση από το 2008 και μετά. Είναι καθοριστικό πως οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου στην 8ετία 1998-2015 μειώθηκαν κατά 62%. Οι εξαγωγές μειώθηκαν πάλι το πρώτο 3μηνο φέτος κατά 9,3%, χωρίς τα πετρελαιοειδή. Παράλληλα, η ανταγωνιστικότητα των προϊόντων μειώθηκε, παρόλο που η αμοιβή της εργασίας έχει καταρρεύσει. Είναι εντυπωσιακό, πως παρά την δραματική μείωση των μισθών, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξήθηκε το 2015.
Δεν μπορούμε λοιπόν να διαφωνήσουμε με τις δηλώσεις για προτεραιότητα στην παραγωγή, έμφαση στην καινοτομία και ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Οι διατιθέμενοι όμως πόροι είναι ελάχιστοι, καθώς τα 2/3 τους θα καλύψουν τις «ουρές» των δύο προηγούμενων νόμων. Το γεγονός αυτό έχει δύο σοβαρές συνέπειες. Πρώτον, η μεταστροφη της οικονομίας στην παραγωγή και καινοτομία δεν ενισχύεται ουσιαστικά, αποκλείοντας έτσι κάθε ελπίδα για άμεση παραγωγική ανασυγκρότηση. Δεύτερον, η απουσία αξιολόγησης των 6.300 επενδυτικών σχεδίων που «λιμνάζουν», ως προς τους στόχους του αδημοσίευτου αναπτυξιακού Σχεδίου της κυβέρνησης, ακυρώνει τις διακυρήξεις περί αλλαγής που παραγωγικού μοντέλου. Μπορεί να αποδοθεί στην προσδοκία απορρόφησης πόρων, λόγω μεγαλύτερης ωρίμανσης των εκκρεμουσών επενδύσεων. Η επιλογή αυτή, θα μπορούσε να αποδειχθεί ευεργετική για την αντιμετώπιση της ανεργίας, υπο την προυπόθεση ότι οι εκκρεμούσες επενδύσεις είναι εντάσεως εργασίας. Είναι όμως? Στο πεδίο αυτό θα κριθεί η αποτελεσματικότητα του μηχανισμού αξιολόγησης, αλλά και η αξιοπιστία της πολιτικής.
«Στο δίλημμα τι ανάπτυξη θέλουμε απαντήσαμε. Δεν θέλουμε ανάπτυξη με ειδικές οικονομικές ζώνες, τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά βασιζόμενη στην υψηλή προστιθέμενη αξία, με έμφαση στο ανθρώπινο δυναμικό, αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης. Δίκαιη και συμβατή με τα δεδομένα της αναδιανομής, θα εδράζεται στο κοινωνικό κράτος, σταθερότητα και αύξηση των μισθών και μοίρασμα του νέου πλούτου που θα δημιουργηθεί», δηλώνει ο κ. Σταθάκης..
Το παράδοξο είναι, πως οι διατυπώσεις αυτές, με τις οποίες οι πιο πολλοί θα συμφωνήσουν, αναφέρονται κυρίως στις επενδύσεις των προηγούμενων νόμων που απορροφούν τα 2/3 της χρηματοδότησης! Και δεν έχουν σχέση με την ζοφερή μνημονιακή πραγματικότητα, στην οποία ανάπτυξη με υψηλούς μισθούς από τον νέο πλούτο που θα δημιουργηθεί, δεν επιτρέπεται από τον «κόφτη» ο οποίος ρίχνει βαρειά την σκιά του στην αβάσταχτη ελαφρότητα των τενόρων του μνημονιακού «είναι».
www.fotavgeia.blogspot.com
Αναπτυξιολογία στο έδαφος της υφεσιακής πραγματικότητας.
Του Γ. ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ
Η αβάσταχτη ελαφρότητα των «τενόρων».
Το νομοσχέδιο για τις ενισχύσεις ιδιωτικών επενδύσεων έδωσε αφορμή για συζητήσεις σχετικά με την ανάπτυξη. Μετά πολλά χρόνια ύφεσης, το τρίτο μνημόνιο επιβάλει συνέχιση της λιτότητας. Οι προβλέψεις για τα επόμενα δύο χρόνια, δεν ευνοούν ψευδαισθήσεις για ανάπτυξη προ των πυλών. Παρά την «αναπτυξιολογία» που αναπτύχθηκε με το βασανιστικό κλείσιμο της αξιολόγησης, διατηρούνται μεγάλες επιφυλάξεις σχετικά με ιην δυνατότητα εξισσορόπησης της υφεσιακής δίνης που θα συνεχίζουν να δημιουργούν τα δημοσιονομικά κενά, που προκύπτουν από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές. Το πρόγραμμα δεν βγαίνει, η ενεργός ζήτηση μειώνεται και η επιμονή σε αισιοδοξία, ανεξάρτητα από τα δεδομένα, δεν συμβάλει στο να κοιτάξουμε κατάματα την αλήθεια.
Το κλείσιμο της αξιολόγησης διαφημίζεται ως «γύρισμα σελίδας». Είναι αλήθεια μόνο σε ότι αφορά την αντικατάσταση του ELA με το waiver και την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση. Και τα δύο όμως θα ενισχύσουν μόνο την θέση των τραπεζών και δεν είναι καθόλου σίγουρο πως θα μεταφέρουν ρευστότητα στην οικονομία. Μάλιστα, η νέα αξιολόγηση που περιλαμβάνει τα εργασιακά, θα έχει επιπτώσεις στις αμοιβές του ιδιωτικού τομέα και στις αποζημιώσεις απολύσεων λόγω εξορθολογισμού επιχειρήσεων. Η αξιωματική αντιπολίτευση με άνεση, προβάλει τον ισχυρισμό ότι η ίδια θα μείωνε τις δαπάνες αντί να επιβάλει φόρους. Είναι όμως προφανές ότι νέα μείωση δαπανών σημαίνει μείωση μισθών στο δημόσιο και περικοπές του κοινωνικού κράτους (υγεία, παιδεία). Ενα διασκεδαστικό στοιχείο είναι η «πρόταση» για ανάπτυξη 4%.
Κατά την κατάθεση του αναπτυξιακού νόμου που θα ψηφισθεί την Τρίτη, με άνεση δηλώθηκε, πως το αναπτυξιακό σχέδιο που δεν έχουμε δει, υπάρχει και έχει παραληφθεί απο το ΚΕΠΕ, στο οποίο όμως ανατέθηκε μόλις τον Μάρτιο. Θα έπρεπε να είχε ενημερωθεί η Βουλή για το σχέδιο αυτό, προκειμένου να εκφέρει γνώμη για την συμβατότητα στόχων (Σχέδιο) και μέσων (Νόμος). Εξάλλου, ενώ γίνεται λόγος για έμφαση στην παραγωγή, δεν υπάρχει διατυπωμένη βιομηχανική στρατηγική, ενώ η συμμετοχή της μεταποίησης στο ΑΕΠ είναι μόλις 8,5%.
Το υπουργείο οικονομίας δηλώνει πως οι κλάδοι της τεχνολογίας πληροφορικής – επικοινωνιών (ICT) και της αγροδιατροφής θα είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι από τον νόμο, καθώς μπορούν να καλλιεργήσουν ένα brand name (ταυτότητα) για την Ελλάδα. Δεν αναφέρει όμως πως θα αντιμετωπισθεί το γεγονός ότι το μνημόνιο μειώνει αποφασιστικά την ανταγωνιστικότητα των ελλήνων παραγωγών γάλακτος και των βιομηχανιών ( η Δελτα εγκατέλειψε) αφού ονομάζεται «φρέσκο» γάλα το γερμανικό, ιρλανδικό και ολλανδικό μακράς διάρκειας. Ουτε ότι το συγκριτικό πλεονέκτημα της φέτας υπονομεύεται από το γεγονός ότι στην ευρωπαική συμφωνία με την Ν. Αφρική, η φέτα δεν προστατεύεται μαζί με άλλα προιόντα ποπ. Ούτε ότι η ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα αποκλείεται από τον νόμο.
Το νομοσχέδιο, σωστά φιλοδοξεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις για την ανάκαμψη των επενδύσεων. Αυτές γνώρισαν δραματική πτώση από το 2008 και μετά. Είναι καθοριστικό πως οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου στην 8ετία 1998-2015 μειώθηκαν κατά 62%. Οι εξαγωγές μειώθηκαν πάλι το πρώτο 3μηνο φέτος κατά 9,3%, χωρίς τα πετρελαιοειδή. Παράλληλα, η ανταγωνιστικότητα των προϊόντων μειώθηκε, παρόλο που η αμοιβή της εργασίας έχει καταρρεύσει. Είναι εντυπωσιακό, πως παρά την δραματική μείωση των μισθών, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξήθηκε το 2015.
Δεν μπορούμε λοιπόν να διαφωνήσουμε με τις δηλώσεις για προτεραιότητα στην παραγωγή, έμφαση στην καινοτομία και ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Οι διατιθέμενοι όμως πόροι είναι ελάχιστοι, καθώς τα 2/3 τους θα καλύψουν τις «ουρές» των δύο προηγούμενων νόμων. Το γεγονός αυτό έχει δύο σοβαρές συνέπειες. Πρώτον, η μεταστροφη της οικονομίας στην παραγωγή και καινοτομία δεν ενισχύεται ουσιαστικά, αποκλείοντας έτσι κάθε ελπίδα για άμεση παραγωγική ανασυγκρότηση. Δεύτερον, η απουσία αξιολόγησης των 6.300 επενδυτικών σχεδίων που «λιμνάζουν», ως προς τους στόχους του αδημοσίευτου αναπτυξιακού Σχεδίου της κυβέρνησης, ακυρώνει τις διακυρήξεις περί αλλαγής που παραγωγικού μοντέλου. Μπορεί να αποδοθεί στην προσδοκία απορρόφησης πόρων, λόγω μεγαλύτερης ωρίμανσης των εκκρεμουσών επενδύσεων. Η επιλογή αυτή, θα μπορούσε να αποδειχθεί ευεργετική για την αντιμετώπιση της ανεργίας, υπο την προυπόθεση ότι οι εκκρεμούσες επενδύσεις είναι εντάσεως εργασίας. Είναι όμως? Στο πεδίο αυτό θα κριθεί η αποτελεσματικότητα του μηχανισμού αξιολόγησης, αλλά και η αξιοπιστία της πολιτικής.
«Στο δίλημμα τι ανάπτυξη θέλουμε απαντήσαμε. Δεν θέλουμε ανάπτυξη με ειδικές οικονομικές ζώνες, τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά βασιζόμενη στην υψηλή προστιθέμενη αξία, με έμφαση στο ανθρώπινο δυναμικό, αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης. Δίκαιη και συμβατή με τα δεδομένα της αναδιανομής, θα εδράζεται στο κοινωνικό κράτος, σταθερότητα και αύξηση των μισθών και μοίρασμα του νέου πλούτου που θα δημιουργηθεί», δηλώνει ο κ. Σταθάκης..
Το παράδοξο είναι, πως οι διατυπώσεις αυτές, με τις οποίες οι πιο πολλοί θα συμφωνήσουν, αναφέρονται κυρίως στις επενδύσεις των προηγούμενων νόμων που απορροφούν τα 2/3 της χρηματοδότησης! Και δεν έχουν σχέση με την ζοφερή μνημονιακή πραγματικότητα, στην οποία ανάπτυξη με υψηλούς μισθούς από τον νέο πλούτο που θα δημιουργηθεί, δεν επιτρέπεται από τον «κόφτη» ο οποίος ρίχνει βαρειά την σκιά του στην αβάσταχτη ελαφρότητα των τενόρων του μνημονιακού «είναι».
www.fotavgeia.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου