Αrt2318 Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017
Σλάβοϊ Ζίζεκ – Διδάγματα από την αεραποκάλυψη
Για το πρόβλημα της αιθαλομίχλης στην Κίνα και την οικολογική κρίση
μτφρ.: Νικόλας Γκίμπης
Τον Δεκέμβρη του 2016, η αιθαλομίχλη στις μεγάλες κινέζικες πόλεις έγινε τόσοπυκνή που χιλιάδες άνθρωποι δραπέτευσαν στην εξοχή, σε μια προσπάθεια ναφτάσουν σε ένα μέρος όπου θα μπορούσαν ακόμη να δουν τον γαλάζιο ουρανό – αυτή η «αεραποκάλυψη» επηρέασε μισό δισεκατομμύριο ανθρώπους. Γι‘ αυτούςπου έμειναν πίσω, η μετακίνηση άρχισε να μοιάζει με τη ζωή σε μια μετα–αποκαλυψιακή ταινία: άνθρωποι να περιφέρονται με μεγάλες αντιασφυξιογόνεςμάσκες μέσα σε μια αιθαλομίχλη όπου ακόμα και τα τριγύρω δέντρα ήταναόρατα1. Η ταξική διάσταση έπαιξε σημαντικό ρόλο: προτού ακόμα οι Αρχέςαναγκαστούν να κλείσουν τα αεροδρόμια εξαιτίας της κακής ποιότητας τουαέρα, όσοι είχαν τη δυνατότητα για μια ακριβή πτήση, εγκατάλειψαν τιςπληγείσες πόλεις. Και, ακόμα χειρότερα, οι νομοθέτες του Πεκίνου ανέλαβαν νακατατάξουν την αιθαλομίχλη2 στις μετεωρολογικές καταστροφές, μια ενέργειατης φύσης, όχι ένα αποτέλεσμα της βιομηχανικής ρύπανσης, έτσι ώστε νααποτρέψουν τις κατηγορίες προς τις Αρχές για την καταστροφή. Μια νέακατηγορία προσφύγων προστέθηκε στη μακρά λίστα εκείνων που προέρχονταιαπ‘ τον πόλεμο, τις ξηρασίες, τα τσουνάμι, τους σεισμούς, τις οικονομικέςκρίσεις – οι πρόσφυγες της αιθαλομίχλης.
Ίσως το πιο τρομερό πράγμα σχετικά μ‘ αυτή την αεραποκάλυψη είναι ηγρήγορη κανονικοποίησή της: από τη στιγμή που οι Αρχές δεν μπορούν άλλο νααρνούνται το πρόβλημα, θέσπισαν διαδικασίες που θα επέτρεπαν κατά κάποιοτρόπο στους ανθρώπους να συνεχίσουν την καθημερινότητά τους ακολουθώνταςνέες ρουτίνες, σαν η καταστροφική αιθαλομίχλη να ήταν ένα νέο δεδομένο τηςζωής. Σε μέρες που ορίστηκαν, προσπαθεί κανείς να μείνει σπίτι όσο το δυνατόνπερισσότερο και, αν είναι απαραίτητο, να κυκλοφορεί με μάσκα. Τα παιδιάχαίρονται στην είδηση ότι για αρκετές ημέρες τα σχολεία θα παραμείνουνκλειστά – μια ευκαιρία να κάτσουν σπίτι και να παίξουν. Ένα ταξίδι στην εξοχή, όπου ο γαλανός ουρανός είναι ακόμη ορατός, γίνεται η μοναδική ευκαιρία πουψάχνει κάποιος (υπάρχουν ήδη ταξιδιωτικά γραφεία στο Πεκίνο πουειδικεύονται σε τέτοιου τύπου ημερήσιες εκδρομές). Το σημαντικό είναι να μηνπανικοβληθούμε και να διατηρήσουμε την εντύπωση ότι, παρά τους όποιουςμπελάδες, η ζωή συνεχίζεται.
Μια τέτοια αντίδραση είναι κατανοητή αν συνυπολογίσουμε ότι ερχόμαστεαντιμέτωποι με κάτι που βρίσκεται τόσο πολύ εκτός της συλλογικής μαςεμπειρίας, όπου δεν το βλέπουμε καν, ακόμα κι αν οι αποδείξεις είναιεξώφθαλμες. Για μας, αυτό το «κάτι» είναι μια αιφνιδιαστική επίθεση απότεράστιες βιολογικές και φυσικές αλλαγές στο περιβάλλον που μας συντηρεί. Για να τα βγάλουμε πέρα μ‘ αυτή την απειλή, η συλλογική μας ιδεολογίακινητοποιεί μηχανισμούς πλάνης και εξαπάτησης που φτάνουν μέχρι το επίπεδοτης άμεσης βούλησης για αδιαφορία3: «ένα γενικό πλαίσιο συμπεριφοράςμεταξύ των κοινωνιών είναι να τυφλώνονται όλο και περισσότερο, αντί ναεπικεντρώνονται όλο και πιο πολύ στην κρίση, καθώς καταρρέουν».
Ένα πράγμα είναι σίγουρο: μια πρωτοφανής κοινωνική και ψυχολογική αλλαγήλαμβάνει χώρα ακριβώς μπροστά στα μάτια μας – το αδύνατο γίνεται δυνατό. Ένα συμβάν που αρχικά βιώνεται ως αδύνατο αλλά όχι και πραγματικό (ηπροοπτική μιας επερχόμενης καταστροφής η οποία, όσο πιθανή κι ανγνωρίζουμε ότι είναι, δεν πιστεύουμε ότι θα συμβεί πραγματικά και, συνεπώς, την απορρίπτουμε ως αδύνατη) μετατρέπεται σε πραγματικό αλλά εφεξής όχιαδύνατο (από τη στιγμή που η καταστροφή λάβει χώρα, «επανακανονικοποιείται», γίνεται αντιληπτή ως κομμάτι της φυσικής εξέλιξηςτων πραγμάτων, σαν να ήταν από πάντα δυνατή). Το κενό που καθιστά τέτοιαπαράδοξα δυνατά είναι αυτό μεταξύ της γνώσης και της πίστης: γνωρίζουμε ότιη (οικολογική) καταστροφή είναι δυνατή, σχεδόν βέβαιη ίσως, αλλά και πάλι δενπιστεύουμε ότι θα έρθει στ‘ αλήθεια.
Θυμηθείτε τη σύρραξη στο Σεράγεβο στις αρχές του ’90: το γεγονός ότι οιπολίτες μιας «κανονικής» ευρωπαϊκής πόλης μισού εκατομμυρίου κατοίκων θαπερικυκλώνονταν, θα λιμοκτονούσαν, θα βομβαρδίζονταν σε τακτική βάση, θατρομοκρατούνταν από ελεύθερους σκοπευτές κ.λπ., και ότι όλο αυτό θαδιαρκούσε 3 χρόνια, θα θεωρούνταν αδιανόητο πριν το 1992 – θα ήτανεξαιρετικά εύκολο για τις Δυτικές δυνάμεις να καταλύσουν την πολιορκία καινα ανοίξουν ένα μικρό ασφαλές πέρασμα για την πόλη. Όταν ξεκίνησε ηπολιορκία, ακόμη και οι πολίτες του Σεράγεβο θεωρούσαν ότι πρόκειται γιαένα σύντομο γεγονός, προσπαθώντας να στείλουν τα παιδιά τους σε ασφαλήμέρη «για μια ή δυο βδομάδες, μέχρι να σταματήσει ο χαμός». Και τότε, πολύσύντομα, η πολιορκία «κανονικοποιήθηκε». Το ίδιο πέρασμα απ‘ τηναδυνατότητα στην κανονικοποίηση (με ένα σύντομο ενδιάμεσο διάστημαπανικόβλητου μουδιάσματος) γίνεται αντιληπτό και στον τρόπο που τοφιλελεύθερο κατεστημένο αντέδρασε στη νίκη του Τραμπ. Είναι επίσηςεμφανώς σε λειτουργία και στο πώς οι κρατικές εξουσίες και το μεγάλοκεφάλαιο σχετίζονται με τις οικολογικές απειλές όπως το λιώσιμο των πάγωνστους πόλους. Οι ίδιοι πολιτικοί και managers που, μέχρι πρόσφατα, απέρριπταντους φόβους για την υπερθέρμανση του πλανήτη ως αποκαλυψιακήκινδυνολογία κάποιων πρώην κομμουνιστών, ή τουλάχιστον ως πρόωρασυμπεράσματα βασισμένα σε ανεπαρκή στοιχεία, διαβεβαιώνοντάς μας ότι δεσυντρέχει κανένας λόγος πανικοβαλλόμαστε, ότι θα πάντα θα συνεχίσουν ωςέχουν, τώρα όλως ξαφνικώς αντιμετωπίζουν την υπερθέρμανση του πλανήτη ωςένα απλό δεδομένο, ως κομμάτι της αντίληψης ότι «τα πάντα θα συνεχίσουν ωςέχουν».
Τον Ιούλιο του 2008, το CNN προέβαλε κατ‘ επανάληψη την έκθεση “The Greening of Greenland” [«Το πρασίνισμα της Γροιλανδίας»] πανηγυρίζοντας γιατις νέες ευκαιρίες που προσφέρει το λιώσιμο των πάγων στους Γροιλανδούς – μπορούν ήδη να καλλιεργήσουν λαχανικά στη γη, κ.λπ. Η αισχρότητα αυτής τηςέκθεσης δεν είναι μόνο ότι επικεντρώνεται στο ελάχιστο όφελος μιαςπαγκόσμιας καταστροφής· επωφελείται επίσης από το διττό νόημα της λέξης «πράσινος» στον δημόσιο λόγο μας («πράσινος» για τα λαχανικά· «πράσινος» για τις οικολογικές μας ανησυχίες), ώστε το γεγονός ότι η δυνατότητα ναφυτρώσουν περισσότερα λαχανικά στο γροιλανδικό έδαφος εξαιτίας τηςυπερθέρμανσης του πλανήτη σχετίζεται με την άνοδο της οικολογικήςενσυναίσθησης. Δεν είναι άραγε αυτά τα φαινόμενα ακόμα ένα παράδειγμα τουπόσο δίκιο είχε η Ναόμι Κλάιν όταν, στο Δόγμα του σοκ, περιέγραψε τον τρόπομε τον οποίο ο παγκόσμιος καπιταλισμός εκμεταλλεύεται τις καταστροφές (πολέμους, πολιτικές κρίσεις, φυσικές καταστροφές) ώστε να απαλλαχτεί απότις «παλιές» κοινωνικές πιέσεις και να επιβάλλει την ατζέντα του στον πίνακαπου καθαρίστηκε από την καταστροφή; Πιθανότατα, οι επερχόμενες οικολογικέςκαταστροφές, μακράν του να υποδαυλίζουν τον καπιταλισμό, θα εξυπηρετούνστη μεγαλύτερη δυνατή τόνωσή του.
Aυτό που χάνεται σ‘ αυτή την αλλαγή είναι η αίσθηση αυτού που συμβαίνει, μεόλες τις αναπάντεχες παδίγες που κρύβει η καταστροφή. Για παράδειγμα, έναδυσάρεστο παράδοξο του αδιεξόδου μας είναι ότι οι προσπάθειές μας νααντιμετωπίσουμε άλλους οικολογικούς κινδύνους θα μπορούσε να συμβάλλειστην υπερθέρμανση των πόλων: η τρύπα του όζοντος βοηθάει στη θωράκιση τωνενδότερων της Ανταρκτικής από την υπερθέρμανση του πλανήτη, οπότε, ανεπουλωθεί, η Ανταρκτική πολύ γρήγορα θα πιάσει τις θερμοκρασίες τηςυπόλοιπης γης… Ένα πράγμα τουλάχιστον είναι βέβαιο. Τις τελευταίεςδεκαετίες ήταν της μόδας η συζήτηση για τον κυρίαρχο ρόλο της «διανοητικήςεργασίας» στις μεταβιομηχανικές κοινωνίες μας – παρ‘ όλα αυτά, η υλικότηταεπανεπιβεβαιώνεται με μια πολύπλευρη εκδικητικότητα, από την επερχόμενησύγκρουση για σπάνιους πόρους (τροφή, νερό, ενέργεια, μέταλλα) μέχρι τηνπεριβαλλοντική ρύπανση.
Ακόμα κι όταν επαγγελόμαστε την ετοιμότητά μας να αναλάβουμε τις ευθύνεςμας για τις οικολογικές καταστροφές, κάτι τέτοιο μπορεί να είναιπαραπλανητικό τέχνασμα για να αποφύγουμε τις αληθινές διαστάσεις τηςκαταστροφής. Υπάρχει κάτι το παραπλανητικά καθησυχαστικό στην ανάληψητης ενοχής για τους περιβαλλοντικούς κινδύνους: μας αρέσει να είμαστε ένοχοιεφόσον, αν είμαστε ένοχοι, τότε όλα εξαρτώνται από εμάς, τραβάμε τα σχοινιάτης καταστροφής ώστε να μπορέσουμε επίσης να σώσουμε τους εαυτούς μαςαπλώς με το να αλλάξουμε την προσωπική μας ζωή. Αυτό που είναι πραγματικάδύσκολο για μας (ή τουλάχιστον για μας τους Δυτικούς) να αποδεχτούμε είναιότι, ως άτομα, είμαστε περιορισμένοι σε έναν αμιγώς παθητικό ρόλο εκείνωνπου απλώς κάθονται και παρακολουθούν την εξέλιξη της μοίρας τους – για νααποφύγουμε αυτή την κατάσταση, έχουμε την τάση να δεσμευόμαστε σε μιαφρενήρη εμμονική δραστηριότητα, να ανακυκλώνουμε παλιό χαρτί, νααγοράζουμε οργανική τροφή, οτιδήποτε, απλώς για να επιβεβαιώσουμε ότικάνουμε κάτι, ότι συμβάλλουμε κάπως – όπως ο οπαδός μιας ποδοσφαιρικήςομάδας που την υποστηρίζει μπροστά στην τηλεόραση του σπιτιού του, φωνάζοντας και χοροπηδώντας από τη θέση του, με μια προληπτική πίστη ότιόλο αυτό θα επηρεάσει το αποτέλεσμα.
Η αλήθεια είναι ότι η τυπική μορφή της φετιχιστικής αποποίησης της οικολογίαςέιναι: «γνωρίζω πολύ καλά (ότι όλοι μας απειλούμαστε), αλλά δεν το πιστεύωπραγματικά (άρα δεν είμαι έτοιμος να κάνω κάτι πραγματικά σημαντικό όπωςτο να αλλάξω τον τρόπο ζωής μου)». Αλλά υπάρχει και η ακριβώς αντίθετημορφή αποποίησης: «γνωρίζω πολύ καλά ότι δεν μπορώ πραγματικά ναεπηρεάσω τη διαδικασία που θα οδηγήσει στην κατάρρευσή μου (σανηφαιστειακή έκρηξη) αλλά παρ‘ όλα αυτά είναι πολύ τραυματικό να αποδεχτώκάτι τέτοιο, οπότε δεν μπορώ ν‘ αντισταθώ στον πειρασμό να κάνω κάτι ακόμηκι αν γνωρίζω ότι τελικά δεν έχει κανένα απολύτως νόημα». Για τον ίδιο λόγοδεν είναι που αγοράζουμε οργανική τροφή άλλωστε; Ποιος πραγματικάπιστεύει ότι τα μισο–σάπια και ακριβά «οργανικά» μήλα είναι στ‘ αλήθεια πιουγιεινά; Το θέμα είναι πως, ακόμα κι αν είναι στ‘ αλήθεια πιο υγιεινά (καιαρκετά απ‘ αυτά κατά πάσα πιθανότητα είναι), εμείς τα αγοράζουμε επειδή, όταν τα αγοράζουμε, δεν αγοράζουμε και καταναλώνουμε απλώς ένα προϊόν – την ίδια στιγμή κάνουμε κάτι που έχει νόημα, δείχνουμε τo ενδιαφέρον και τιςανησυχίες μας για τον πλανήτη, συμμετέχουμε σε ένα ευρύ συλλογικό σχέδιο.
Πρέπει να ξεμπερδεύουμε μ‘ αυτά τα παιχνίδια. Η αεραποκάλυψη στην Κίναείναι πιο ξεκάθαρη ένδειξη των ορίων του κυρίαρχου περιβαλλοντισμού, αυτούτου περίεργου συνδυασμού καταστροφισμού και ρουτίνας, αισθημάτων ενοχήςκαι αδιαφορίας. Η οικολογία σήμερα είναι ένα απ‘ τα μείζοντα πεδίαιδεολογικής μάχης, μια ολόκληρη σειρά στρατηγικών σύγχυσης των αληθινώνδιαστάσεων των οικολογικών κινδύνων: 1) απλή αδιαφορία: είναι έναπεριθωριακό φαινόμενο, ανάξιο της ενασχόλησής μας, η ζωή (του κεφαλαίου) συνεχίζεται, η φύση θα αναλάβει να φροντίσει τον εαυτό της· 2) η επιστήμη καιη τεχνολογία μπορούν να μας σώσουν· 3) ας αφήσουμε τη λύση στην Αγορά (υψηλότερη φορολογία σ‘ αυτούς που ρυπαίνουν κ.λπ.)· 4) υπερεγωτική [superego] πίεση στην προσωπική υπευθυνότητα αντί για μεγάλης κλίμακαςσυστημικά μέτρα: ο καθένας μας θα πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί – ανακύκλωση, λιγότερη κατανάλωση κ.λπ.· 5) ίσως το χειρότερο απ‘ όλα –το χειρότερο στιςιδεολογικές του συνέπειες– είναι η συνηγορία σε μια επιστροφή στη φυσικήισορροπία, σε μια πιο μετριοπαθή, παραδοσιακή ζωή όπου αποκηρύττουμε τηνανθρώπινη ύβριν και ξαναγινόμαστε τα φρόνιμα παιδιά της Μητέρας Φύσης.
Ο κυρίαρχος οικολογικός λόγος μάς αντιμετωπίζει ως a priori ενόχους, υπόχρεους στη μητέρα φύση, υπό τη διαρκή πίεση της οικολογικήςυπερεγωτικής δύναμης που απευθύνεται στην ατομικότητά μας: «τί έκανεςσήμερα για να ξεπληρώσεις το χρέος σου στη φύση; Έριξες όλες τις εφημερίδεςστον σωστό κάδο ανακύκλωσης; Και όλα τα μπουκάλια μπύρα ή τα κουτάκιακόκα–κόλα; Χρησιμοποίησες το αυτοκίνητό σου ενώ θα μπορούσες ναχρησιμοποιήσεις ποδήλατο ή κάποιο μέσο μαζικής μεταφοράς; Χρησιμοποίησεςτο κλιματιστικό αντί απλώς ν‘ ανοίξεις διάπλατα τα παράθυρα;» Τα ιδεολογικάδιακυβεύματα μιας τέτοιας εξατομίκευσης γίνονται εύκολα διακριτά: αποπροσανατολιζόμαστε μέσα στην ίδια μας την αυτο–εξέταση αντί να θέσουμεπιο συναφή ερωτήματα παγκοσμίου ενδιαφέροντος για το σύνολο τουβιομηχανικού πολιτισμού μας. Συν τοις άλλοις, θα πρέπει να σημειώσουμε τοντρόπο με τον οποίο αυτή η ενοχοποίηση συμπληρώνεται με έναν εύκολο τρόποδιαφυγής: ανακυκλώστε, αγοράστε οργανική τροφή, χρησιμοποιήστεανανεώσιμες πηγές ενέργειας κ.λπ., και στο εξής δεν θα χρειάζεται να νιώθετεένοχοι, θα μπορείτε να απολαύσε τη ζωή ως συνήθως.
Μια ακόμα παγίδα που πρέπει να αποφύγουμε είναι ο ηθικοποιημένος αντι–καπιταλισμός – όλη η κουβέντα για το πως ο καπιταλισμός συντηρείται από τηνεγωιστική λαιμαργία μεμονωμένων καπιταλιστών για περισσότερη εξουσία καιπερισσότερο πλούτο. Στον υπαρκτό καπιταλισμό, η προσωπική απληστίακαθυποτάσσεται στον απρόσωπο αγώνα του κεφαλαίου καθ‘ αυτού νααναπαραχθεί και να επεκταθεί. Ως εκ τούτου, θα μπορούσε σχεδόν να μπεικανείς στον πειρασμό να πει ότι αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε είναιπερισσότερος, και όχι λιγότερος, πεφωτισμένος εγωισμός. Πάρε για παράδειγματην οικολογική καταστροφή: δεν χρειάζεται κανενός είδους ψευτο–ανιμιστικήςαγάπης ως πλαίσιο δράσης, μόνο ένα μακροπρόθεσμο εγωιστικό συμφέρον. Ησύγκρουση μεταξύ καπιταλισμού και οικολογίας θα μπορούσε να ιδωθεί ως μιατυπική σύγκρουση μεταξύ παθολογικών εγωιστικών–ωφελιμιστικώνσυμφερόντων και της καθωσπρέπει ηθικής φροντίδας για το καλό τηςανθρωπότητας. Μόλις όμως ρίξουμε μια πιο κοντινή ματιά, γίνεται αμέσωςξεκάθαρο ότι ισχύει η ακριβώς αντίθετη κατάσταση: είναι οι οικολογικές μαςανησυχίες που θεμελιώνονται στην ωφελιμιστική αίσθηση της επιβίωσης: αντιπροσωπεύουν το πεφωτισμένο εγωιστικό συμφέρον, στην πιο ευγενή τουμορφή, για το συμφέρον των μελλοντικών γενεών και κατά του άμεσουσυμφέροντός μας. H New Age σπιριτουαλιστική ιδέα περί ιερότητας της ζωής ωςτέτοιας, του δικαιώματος του περιβάλλοντος στην προστασία του κ.λπ., δενπαίζει κανέναν αναγκαίο ρόλο στην οικολογική μας συνείδηση. Αν ψάχνουμε τηνηθική διάσταση σ‘ αυτό το ζήτημα, θα την βρούμε στην άνευ όρων δέσμευση τουκαπιταλισμού για τη συνεχώς διευρυνόμενη αναπαραγωγή του: έναςκαπιταλιστής που αφοσιώνεται ανεπιφύλακτα στην καπιταλιστική ορμή τηςαυτο–επέκτασης είναι επαρκώς έτοιμος να θέσει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένης της επιβίωσης της ανθρωπότητας, υπό αμφισβήτηση, όχιεξαιτίας κάποιου «παθολογικού» οφέλους ή στόχου, αλλά για χάρη τηςαναπαραγωγής του συστήματος ως σκοπού καθ‘ αυτού. Fiat profitus pereat mundus (ας κάνουμε κέρδη, ο κόσμος να χαλάσει) είναι αυτό που υποθέτουμε ωςτο σύνθημά του. Αυτό το ηθικό σύνθημα είναι, ασφαλώς, περίεργο, αν όχιπλήρως σατανικό – παρ‘ όλα αυτά, από μια αυστηρώς καντιανή σκοπιά, δεν θαπρέπει να ξεχνάμε πως αυτό που το καθιστά αποκρουστικό σε μας είναι ηαμιγώς «παθολογική» επιβιωτιστική αντίδραση: ένας καπιταλιστής, στον βαθμόπου δρα «σε συμφωνία μ‘ αυτή την ιδέα», είναι κάποιος που πιστά κυνηγά ένανοικουμενικό σκοπό, χωρίς να νοιάζεται για οποιαδήποτε «παθολογικά» εμπόδια.
Οπότε, τι πρέπει να κάνουμε, όπως θα το έθετε ο Λένιν; Στο What Happened in the XXth Century? [Τί συνέβη στον ΧΧ αιώνα;], o Peter Sloterdijk μας παρουσιάζει τοδικό του περίγραμμα γι‘ αυτά που πρέπει να κάνουμε στον ΧΧΙ αιώνα, πουαποδίδεται περιληπτικά με τον καλύτερο τρόπο στους τίτλους των δυο πρώτωνκειμένων του βιβλίου, στο “The Anthropocene” [Το ανθρωπόκαινο]4 και στο “From the Domestication of Man to the Civilizing of Cultures” [Από την εξημέρωση τουανθρώπου στον εκπολιτισμό των κουλτούρων].
Το «ανθρωπόκαινο» σημαδεύει μια νέα εποχή στη ζωή του πλανήτη μας όπουεμείς, ως ανθρώπινα όντα, δεν μπορούμε πλέον να στηριζόμαστε στη Γη ωςρεζερβουάρ έτοιμο να απορροφήσει τις συνέπειες της παραγωγικής μαςδραστηριότητας: δεν έχουμε πλέον τα περιθώρια να αγνοήσουμε τιςπαρενέργειες (παράπλευρες απώλειες) της παραγωγικότητάς μας, δεν μπορούνπλέον να περιοριστούν στο πίσω μέρος της εικόνας της ανθρωπότητας. Πρέπεινα αποδεχτούμε ότι ζούμε στο «Διαστημόπλοιο Γη» (Spaceship Earth), που είναιυπεύθυνο και ευσυνείδητο για την κατάστασή του. Η Γη δεν είναι πλέον ένααδιαπέραστο φόντο της παραγωγικής μας δραστηριότητας, αναδύεται ως ένα (ακόμα) πεπερασμένο αντικείμενο που μπορούμε ακούσια να καταστρέψουμε ήνα το μετατρέψουμε σε ακατάλληλο για κατοίκηση. Αυτό σημαίνει ότι, την ίδιαακριβώς στιγμή που γινόμαστε αρκετά ισχυροί ώστε να επηρεάσουμε τις πιοβασικές συνθήκες της ζωής μας, θα πρέπει να αποδεχτούμε ότι είμαστε ακόμηένα είδος του ζωικού βασιλείου μέσα σε έναν μικρό πλανήτη – εξωθούμαστε σαυτή την αποδοχή από την τεράστια, παγκοσμίας εμβέλειας καταστροφική μαςδύναμη. Ένας νέος τρόπος συσχέτισης με το περιβάλλον μας είναι αναγκαίοςμόλις συνειδητοποιήσουμε το εξής: όχι πλέον ο ηρωικός εργάτης που εκφράζειτις δημιουργικές του δυνατότητες και αντλεί από τους ανεξάντλητους πόρουςτου περιβάλλοντός του, αλλά ένας πολύ πιο μετριοπαθής δρώντας πουσυνεργάζεται με το περιβάλλον, που διαρκώς διαπραγματεύεται ένα ανεκτόεπίπεδο ασφάλειας και σταθερότητας.
Άραγε δεν είναι καπιταλισμός το μοντέλο αδιαφορίας για τις παράπλευρεςαπώλειες; Αυτό που μετράει στην καπιταλιστική αναπαραγωγή είναι ηαυξανόμενη κυκλοφορία που επικεντρώνεται στο κέρδος, και οι παράπλευρεςαπώλειες προς το περιβάλλον, με το να μην συμπεριλαμβάνονται στο κόστοςτης παραγωγής, παραμελούνται από θέση αρχής – ακόμη και οι προσπάθειες νατις λάβουμε υπόψη διαμέσου της φορολογίας (ή με την απευθείας κοστολόγησηενός αντιτίμου σε κάθε φυσικό πόρο που χρησιμοποιούμε, συμπεριλαμβανομένου του αέρα) είναι προορισμένες να αποτύχουν. Οπότε, προκειμένου να εγκαθιδρύσουμε αυτόν τον νέο τρόπο συσχετισμού με τοπεριβάλλον μας, μια ριζική πολιτικο–οικονομική αλλαγή είναι αναγκαία, αυτόπου ο Sloterfijk αποκαλεί «η εξημέρωση του άγριου ζώου εν ονόματιΚουλτούρα». Μέχρι στιγμής, η κάθε κουλτούρα διαπαιδαγωγούσε καιπειθαρχούσε τα μέλη της και εξασφάλιζε τη δημόσια ειρήνη μεταξύ τους με τοπρόσχημα της κρατικής εξουσίας, αλλά η σχέση μεταξύ διαφορετικώνκουλτούρων και κρατών ήταν μονίμως υπό τη σκιά ενδεχόμενων πολέμων, μεκάθε συνθήκη ειρήνης να μην είναι τίποτα παραπάνω από μια προσωρινήανακωχή. Όπως το εννοιολογικοποίησε ο Χέγκελ, ολόκληρη η ηθική του κράτουςμεσουρανεί στην υψηλότερη πράξη ηρωισμού, την ετοιμότητα να θυσιάσουμε τηζωή μας για το έθνος–κράτος, πράγμα που σημαίνει πως οι άγριεςεκβαρβαρισμένες σχέσεις μεταξύ κρατών εξυπηρετούν ως το θεμέλιο της ηθικήςζωής εντός του κράτους. Δεν είναι άλλωστε η Βόρεια Κορέα, με την αδίστακτηαναζήτηση πυρηνικών όπλων και ρουκετών ώστε να χτυπήσουν μ‘ αυτέςαπομακρυσμένους στόχους, η απόλυτη καρικατούρα αυτής της λογικής της άνευόρων κυριαρχίας του έθνους–κράτους;
Τη στιγμή που θα αποδεχτούμε πλήρως το γεγονός ότι ζούμε στοΔιαστημόπλοιο Γη, το καθήκον που τίθεται επιτακτικά είναι ο εκπολιτισμός τωνπολιτισμών καθ‘ αυτών, η επιβολή της οικουμενικής αλληλεγγύης και τηςσυνεργασίας μεταξύ όλων των ανθρώπινων κοινοτήτων, ένα καθήκον πουκαθίσταται όλο και πιο δύσκολο από τη διαρκή άνοδο της σεχταριστικής, θρησκευτικής και εθνοτικής «ηρωικής» βίας και της ετοιμότητας να θυσιάσουμετους εαυτούς μας (και τον κόσμο) για έναν συγκεκριμένο Σκοπό. Το ξεπέρασματου καπιταλιστικού επεκτατισμού, η διευρυμένη συνεργασία και αλληλεγγύη θαπρέπει επίσης να καταφέρουν να μετατραπούν σε εκτελεστική εξουσία η οποίαθα είναι έτοιμη να παραβιάσει την κρατική κυριαρχία. Δεν είναι όλα αυτά ταμέτρα προορισμένα να προστατεύσουν τους φυσικούς και πολιτιστικούςκοινούς μας πόρους; Αν δεν στοχεύουν στον κομμουνισμό, αν δεν συνεπάγονταιέναν κομμουνιστικό ορίζοντα, τότε ο όρος «κομμουνισμός» δεν έχει κανένανόημα.
** Slavoi Zizek, “Lessons from the Airapocalypse: on China’s smog problem and the ecological crisis“, In These Times, 10 Ιανουαρίου 2017.
1https://www.theguardian.com/world/2016/dec/21/smog-refugees-flee-chinese-cities-as-airpocalypse-blights-half-a-billion
2http://www.china.org.cn/china/2016-12/14/content_39913139.htm
3http://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1046/j.1523-1739.2000.00053.x/abstract?systemMessage=WOL+Usage+report+download+page+will+be+unavailable+on+Friday+27th+January+2017+at+23%3A00+GMT%2F+18%3
A00+EST%2F+07%3A00+SGT+%28Saturday+28th+Jan+for+SGT%29++for+up+to+2+hours+due+to+essential+server+maintenance.+
Apologies+for+the+inconvenience.
4Σ.τ.μ.: «Ανθρωπόκαινο» ή «ανθρωπόκαινος εποχή»: πρόκειται για την ονομασία της γεωλογικής περιόδου κατά την οποία οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν σημαντική επίδραση στο περιβάλλον του πλανήτη. Αν και οι επιστήμονες δεν έχουν συμφωνούν στην οριοθέτηση των απαρχών αυτής της περιόδου, ορισμένοι θεωρούν ότι αυτή η γεωλογική περίοδος ξεκινά με την έναρξη της γεωργίας, ενώ άλλες δυο τάσεις την τοποθετούν πολύ πιο πρόσφατα, η μια στη βιομηχανική επανάσταση και η άλλη στην ανακάλυψη και χρήση της ατομικής βόμβας το 1945.
www.fotavgeia.blogspot.com
Σλάβοϊ Ζίζεκ – Διδάγματα από την αεραποκάλυψη
Για το πρόβλημα της αιθαλομίχλης στην Κίνα και την οικολογική κρίση
μτφρ.: Νικόλας Γκίμπης
Τον Δεκέμβρη του 2016, η αιθαλομίχλη στις μεγάλες κινέζικες πόλεις έγινε τόσοπυκνή που χιλιάδες άνθρωποι δραπέτευσαν στην εξοχή, σε μια προσπάθεια ναφτάσουν σε ένα μέρος όπου θα μπορούσαν ακόμη να δουν τον γαλάζιο ουρανό – αυτή η «αεραποκάλυψη» επηρέασε μισό δισεκατομμύριο ανθρώπους. Γι‘ αυτούςπου έμειναν πίσω, η μετακίνηση άρχισε να μοιάζει με τη ζωή σε μια μετα–αποκαλυψιακή ταινία: άνθρωποι να περιφέρονται με μεγάλες αντιασφυξιογόνεςμάσκες μέσα σε μια αιθαλομίχλη όπου ακόμα και τα τριγύρω δέντρα ήταναόρατα1. Η ταξική διάσταση έπαιξε σημαντικό ρόλο: προτού ακόμα οι Αρχέςαναγκαστούν να κλείσουν τα αεροδρόμια εξαιτίας της κακής ποιότητας τουαέρα, όσοι είχαν τη δυνατότητα για μια ακριβή πτήση, εγκατάλειψαν τιςπληγείσες πόλεις. Και, ακόμα χειρότερα, οι νομοθέτες του Πεκίνου ανέλαβαν νακατατάξουν την αιθαλομίχλη2 στις μετεωρολογικές καταστροφές, μια ενέργειατης φύσης, όχι ένα αποτέλεσμα της βιομηχανικής ρύπανσης, έτσι ώστε νααποτρέψουν τις κατηγορίες προς τις Αρχές για την καταστροφή. Μια νέακατηγορία προσφύγων προστέθηκε στη μακρά λίστα εκείνων που προέρχονταιαπ‘ τον πόλεμο, τις ξηρασίες, τα τσουνάμι, τους σεισμούς, τις οικονομικέςκρίσεις – οι πρόσφυγες της αιθαλομίχλης.
Ίσως το πιο τρομερό πράγμα σχετικά μ‘ αυτή την αεραποκάλυψη είναι ηγρήγορη κανονικοποίησή της: από τη στιγμή που οι Αρχές δεν μπορούν άλλο νααρνούνται το πρόβλημα, θέσπισαν διαδικασίες που θα επέτρεπαν κατά κάποιοτρόπο στους ανθρώπους να συνεχίσουν την καθημερινότητά τους ακολουθώνταςνέες ρουτίνες, σαν η καταστροφική αιθαλομίχλη να ήταν ένα νέο δεδομένο τηςζωής. Σε μέρες που ορίστηκαν, προσπαθεί κανείς να μείνει σπίτι όσο το δυνατόνπερισσότερο και, αν είναι απαραίτητο, να κυκλοφορεί με μάσκα. Τα παιδιάχαίρονται στην είδηση ότι για αρκετές ημέρες τα σχολεία θα παραμείνουνκλειστά – μια ευκαιρία να κάτσουν σπίτι και να παίξουν. Ένα ταξίδι στην εξοχή, όπου ο γαλανός ουρανός είναι ακόμη ορατός, γίνεται η μοναδική ευκαιρία πουψάχνει κάποιος (υπάρχουν ήδη ταξιδιωτικά γραφεία στο Πεκίνο πουειδικεύονται σε τέτοιου τύπου ημερήσιες εκδρομές). Το σημαντικό είναι να μηνπανικοβληθούμε και να διατηρήσουμε την εντύπωση ότι, παρά τους όποιουςμπελάδες, η ζωή συνεχίζεται.
Μια τέτοια αντίδραση είναι κατανοητή αν συνυπολογίσουμε ότι ερχόμαστεαντιμέτωποι με κάτι που βρίσκεται τόσο πολύ εκτός της συλλογικής μαςεμπειρίας, όπου δεν το βλέπουμε καν, ακόμα κι αν οι αποδείξεις είναιεξώφθαλμες. Για μας, αυτό το «κάτι» είναι μια αιφνιδιαστική επίθεση απότεράστιες βιολογικές και φυσικές αλλαγές στο περιβάλλον που μας συντηρεί. Για να τα βγάλουμε πέρα μ‘ αυτή την απειλή, η συλλογική μας ιδεολογίακινητοποιεί μηχανισμούς πλάνης και εξαπάτησης που φτάνουν μέχρι το επίπεδοτης άμεσης βούλησης για αδιαφορία3: «ένα γενικό πλαίσιο συμπεριφοράςμεταξύ των κοινωνιών είναι να τυφλώνονται όλο και περισσότερο, αντί ναεπικεντρώνονται όλο και πιο πολύ στην κρίση, καθώς καταρρέουν».
Ένα πράγμα είναι σίγουρο: μια πρωτοφανής κοινωνική και ψυχολογική αλλαγήλαμβάνει χώρα ακριβώς μπροστά στα μάτια μας – το αδύνατο γίνεται δυνατό. Ένα συμβάν που αρχικά βιώνεται ως αδύνατο αλλά όχι και πραγματικό (ηπροοπτική μιας επερχόμενης καταστροφής η οποία, όσο πιθανή κι ανγνωρίζουμε ότι είναι, δεν πιστεύουμε ότι θα συμβεί πραγματικά και, συνεπώς, την απορρίπτουμε ως αδύνατη) μετατρέπεται σε πραγματικό αλλά εφεξής όχιαδύνατο (από τη στιγμή που η καταστροφή λάβει χώρα, «επανακανονικοποιείται», γίνεται αντιληπτή ως κομμάτι της φυσικής εξέλιξηςτων πραγμάτων, σαν να ήταν από πάντα δυνατή). Το κενό που καθιστά τέτοιαπαράδοξα δυνατά είναι αυτό μεταξύ της γνώσης και της πίστης: γνωρίζουμε ότιη (οικολογική) καταστροφή είναι δυνατή, σχεδόν βέβαιη ίσως, αλλά και πάλι δενπιστεύουμε ότι θα έρθει στ‘ αλήθεια.
Θυμηθείτε τη σύρραξη στο Σεράγεβο στις αρχές του ’90: το γεγονός ότι οιπολίτες μιας «κανονικής» ευρωπαϊκής πόλης μισού εκατομμυρίου κατοίκων θαπερικυκλώνονταν, θα λιμοκτονούσαν, θα βομβαρδίζονταν σε τακτική βάση, θατρομοκρατούνταν από ελεύθερους σκοπευτές κ.λπ., και ότι όλο αυτό θαδιαρκούσε 3 χρόνια, θα θεωρούνταν αδιανόητο πριν το 1992 – θα ήτανεξαιρετικά εύκολο για τις Δυτικές δυνάμεις να καταλύσουν την πολιορκία καινα ανοίξουν ένα μικρό ασφαλές πέρασμα για την πόλη. Όταν ξεκίνησε ηπολιορκία, ακόμη και οι πολίτες του Σεράγεβο θεωρούσαν ότι πρόκειται γιαένα σύντομο γεγονός, προσπαθώντας να στείλουν τα παιδιά τους σε ασφαλήμέρη «για μια ή δυο βδομάδες, μέχρι να σταματήσει ο χαμός». Και τότε, πολύσύντομα, η πολιορκία «κανονικοποιήθηκε». Το ίδιο πέρασμα απ‘ τηναδυνατότητα στην κανονικοποίηση (με ένα σύντομο ενδιάμεσο διάστημαπανικόβλητου μουδιάσματος) γίνεται αντιληπτό και στον τρόπο που τοφιλελεύθερο κατεστημένο αντέδρασε στη νίκη του Τραμπ. Είναι επίσηςεμφανώς σε λειτουργία και στο πώς οι κρατικές εξουσίες και το μεγάλοκεφάλαιο σχετίζονται με τις οικολογικές απειλές όπως το λιώσιμο των πάγωνστους πόλους. Οι ίδιοι πολιτικοί και managers που, μέχρι πρόσφατα, απέρριπταντους φόβους για την υπερθέρμανση του πλανήτη ως αποκαλυψιακήκινδυνολογία κάποιων πρώην κομμουνιστών, ή τουλάχιστον ως πρόωρασυμπεράσματα βασισμένα σε ανεπαρκή στοιχεία, διαβεβαιώνοντάς μας ότι δεσυντρέχει κανένας λόγος πανικοβαλλόμαστε, ότι θα πάντα θα συνεχίσουν ωςέχουν, τώρα όλως ξαφνικώς αντιμετωπίζουν την υπερθέρμανση του πλανήτη ωςένα απλό δεδομένο, ως κομμάτι της αντίληψης ότι «τα πάντα θα συνεχίσουν ωςέχουν».
Τον Ιούλιο του 2008, το CNN προέβαλε κατ‘ επανάληψη την έκθεση “The Greening of Greenland” [«Το πρασίνισμα της Γροιλανδίας»] πανηγυρίζοντας γιατις νέες ευκαιρίες που προσφέρει το λιώσιμο των πάγων στους Γροιλανδούς – μπορούν ήδη να καλλιεργήσουν λαχανικά στη γη, κ.λπ. Η αισχρότητα αυτής τηςέκθεσης δεν είναι μόνο ότι επικεντρώνεται στο ελάχιστο όφελος μιαςπαγκόσμιας καταστροφής· επωφελείται επίσης από το διττό νόημα της λέξης «πράσινος» στον δημόσιο λόγο μας («πράσινος» για τα λαχανικά· «πράσινος» για τις οικολογικές μας ανησυχίες), ώστε το γεγονός ότι η δυνατότητα ναφυτρώσουν περισσότερα λαχανικά στο γροιλανδικό έδαφος εξαιτίας τηςυπερθέρμανσης του πλανήτη σχετίζεται με την άνοδο της οικολογικήςενσυναίσθησης. Δεν είναι άραγε αυτά τα φαινόμενα ακόμα ένα παράδειγμα τουπόσο δίκιο είχε η Ναόμι Κλάιν όταν, στο Δόγμα του σοκ, περιέγραψε τον τρόπομε τον οποίο ο παγκόσμιος καπιταλισμός εκμεταλλεύεται τις καταστροφές (πολέμους, πολιτικές κρίσεις, φυσικές καταστροφές) ώστε να απαλλαχτεί απότις «παλιές» κοινωνικές πιέσεις και να επιβάλλει την ατζέντα του στον πίνακαπου καθαρίστηκε από την καταστροφή; Πιθανότατα, οι επερχόμενες οικολογικέςκαταστροφές, μακράν του να υποδαυλίζουν τον καπιταλισμό, θα εξυπηρετούνστη μεγαλύτερη δυνατή τόνωσή του.
Aυτό που χάνεται σ‘ αυτή την αλλαγή είναι η αίσθηση αυτού που συμβαίνει, μεόλες τις αναπάντεχες παδίγες που κρύβει η καταστροφή. Για παράδειγμα, έναδυσάρεστο παράδοξο του αδιεξόδου μας είναι ότι οι προσπάθειές μας νααντιμετωπίσουμε άλλους οικολογικούς κινδύνους θα μπορούσε να συμβάλλειστην υπερθέρμανση των πόλων: η τρύπα του όζοντος βοηθάει στη θωράκιση τωνενδότερων της Ανταρκτικής από την υπερθέρμανση του πλανήτη, οπότε, ανεπουλωθεί, η Ανταρκτική πολύ γρήγορα θα πιάσει τις θερμοκρασίες τηςυπόλοιπης γης… Ένα πράγμα τουλάχιστον είναι βέβαιο. Τις τελευταίεςδεκαετίες ήταν της μόδας η συζήτηση για τον κυρίαρχο ρόλο της «διανοητικήςεργασίας» στις μεταβιομηχανικές κοινωνίες μας – παρ‘ όλα αυτά, η υλικότηταεπανεπιβεβαιώνεται με μια πολύπλευρη εκδικητικότητα, από την επερχόμενησύγκρουση για σπάνιους πόρους (τροφή, νερό, ενέργεια, μέταλλα) μέχρι τηνπεριβαλλοντική ρύπανση.
Ακόμα κι όταν επαγγελόμαστε την ετοιμότητά μας να αναλάβουμε τις ευθύνεςμας για τις οικολογικές καταστροφές, κάτι τέτοιο μπορεί να είναιπαραπλανητικό τέχνασμα για να αποφύγουμε τις αληθινές διαστάσεις τηςκαταστροφής. Υπάρχει κάτι το παραπλανητικά καθησυχαστικό στην ανάληψητης ενοχής για τους περιβαλλοντικούς κινδύνους: μας αρέσει να είμαστε ένοχοιεφόσον, αν είμαστε ένοχοι, τότε όλα εξαρτώνται από εμάς, τραβάμε τα σχοινιάτης καταστροφής ώστε να μπορέσουμε επίσης να σώσουμε τους εαυτούς μαςαπλώς με το να αλλάξουμε την προσωπική μας ζωή. Αυτό που είναι πραγματικάδύσκολο για μας (ή τουλάχιστον για μας τους Δυτικούς) να αποδεχτούμε είναιότι, ως άτομα, είμαστε περιορισμένοι σε έναν αμιγώς παθητικό ρόλο εκείνωνπου απλώς κάθονται και παρακολουθούν την εξέλιξη της μοίρας τους – για νααποφύγουμε αυτή την κατάσταση, έχουμε την τάση να δεσμευόμαστε σε μιαφρενήρη εμμονική δραστηριότητα, να ανακυκλώνουμε παλιό χαρτί, νααγοράζουμε οργανική τροφή, οτιδήποτε, απλώς για να επιβεβαιώσουμε ότικάνουμε κάτι, ότι συμβάλλουμε κάπως – όπως ο οπαδός μιας ποδοσφαιρικήςομάδας που την υποστηρίζει μπροστά στην τηλεόραση του σπιτιού του, φωνάζοντας και χοροπηδώντας από τη θέση του, με μια προληπτική πίστη ότιόλο αυτό θα επηρεάσει το αποτέλεσμα.
Η αλήθεια είναι ότι η τυπική μορφή της φετιχιστικής αποποίησης της οικολογίαςέιναι: «γνωρίζω πολύ καλά (ότι όλοι μας απειλούμαστε), αλλά δεν το πιστεύωπραγματικά (άρα δεν είμαι έτοιμος να κάνω κάτι πραγματικά σημαντικό όπωςτο να αλλάξω τον τρόπο ζωής μου)». Αλλά υπάρχει και η ακριβώς αντίθετημορφή αποποίησης: «γνωρίζω πολύ καλά ότι δεν μπορώ πραγματικά ναεπηρεάσω τη διαδικασία που θα οδηγήσει στην κατάρρευσή μου (σανηφαιστειακή έκρηξη) αλλά παρ‘ όλα αυτά είναι πολύ τραυματικό να αποδεχτώκάτι τέτοιο, οπότε δεν μπορώ ν‘ αντισταθώ στον πειρασμό να κάνω κάτι ακόμηκι αν γνωρίζω ότι τελικά δεν έχει κανένα απολύτως νόημα». Για τον ίδιο λόγοδεν είναι που αγοράζουμε οργανική τροφή άλλωστε; Ποιος πραγματικάπιστεύει ότι τα μισο–σάπια και ακριβά «οργανικά» μήλα είναι στ‘ αλήθεια πιουγιεινά; Το θέμα είναι πως, ακόμα κι αν είναι στ‘ αλήθεια πιο υγιεινά (καιαρκετά απ‘ αυτά κατά πάσα πιθανότητα είναι), εμείς τα αγοράζουμε επειδή, όταν τα αγοράζουμε, δεν αγοράζουμε και καταναλώνουμε απλώς ένα προϊόν – την ίδια στιγμή κάνουμε κάτι που έχει νόημα, δείχνουμε τo ενδιαφέρον και τιςανησυχίες μας για τον πλανήτη, συμμετέχουμε σε ένα ευρύ συλλογικό σχέδιο.
Πρέπει να ξεμπερδεύουμε μ‘ αυτά τα παιχνίδια. Η αεραποκάλυψη στην Κίναείναι πιο ξεκάθαρη ένδειξη των ορίων του κυρίαρχου περιβαλλοντισμού, αυτούτου περίεργου συνδυασμού καταστροφισμού και ρουτίνας, αισθημάτων ενοχήςκαι αδιαφορίας. Η οικολογία σήμερα είναι ένα απ‘ τα μείζοντα πεδίαιδεολογικής μάχης, μια ολόκληρη σειρά στρατηγικών σύγχυσης των αληθινώνδιαστάσεων των οικολογικών κινδύνων: 1) απλή αδιαφορία: είναι έναπεριθωριακό φαινόμενο, ανάξιο της ενασχόλησής μας, η ζωή (του κεφαλαίου) συνεχίζεται, η φύση θα αναλάβει να φροντίσει τον εαυτό της· 2) η επιστήμη καιη τεχνολογία μπορούν να μας σώσουν· 3) ας αφήσουμε τη λύση στην Αγορά (υψηλότερη φορολογία σ‘ αυτούς που ρυπαίνουν κ.λπ.)· 4) υπερεγωτική [superego] πίεση στην προσωπική υπευθυνότητα αντί για μεγάλης κλίμακαςσυστημικά μέτρα: ο καθένας μας θα πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί – ανακύκλωση, λιγότερη κατανάλωση κ.λπ.· 5) ίσως το χειρότερο απ‘ όλα –το χειρότερο στιςιδεολογικές του συνέπειες– είναι η συνηγορία σε μια επιστροφή στη φυσικήισορροπία, σε μια πιο μετριοπαθή, παραδοσιακή ζωή όπου αποκηρύττουμε τηνανθρώπινη ύβριν και ξαναγινόμαστε τα φρόνιμα παιδιά της Μητέρας Φύσης.
Ο κυρίαρχος οικολογικός λόγος μάς αντιμετωπίζει ως a priori ενόχους, υπόχρεους στη μητέρα φύση, υπό τη διαρκή πίεση της οικολογικήςυπερεγωτικής δύναμης που απευθύνεται στην ατομικότητά μας: «τί έκανεςσήμερα για να ξεπληρώσεις το χρέος σου στη φύση; Έριξες όλες τις εφημερίδεςστον σωστό κάδο ανακύκλωσης; Και όλα τα μπουκάλια μπύρα ή τα κουτάκιακόκα–κόλα; Χρησιμοποίησες το αυτοκίνητό σου ενώ θα μπορούσες ναχρησιμοποιήσεις ποδήλατο ή κάποιο μέσο μαζικής μεταφοράς; Χρησιμοποίησεςτο κλιματιστικό αντί απλώς ν‘ ανοίξεις διάπλατα τα παράθυρα;» Τα ιδεολογικάδιακυβεύματα μιας τέτοιας εξατομίκευσης γίνονται εύκολα διακριτά: αποπροσανατολιζόμαστε μέσα στην ίδια μας την αυτο–εξέταση αντί να θέσουμεπιο συναφή ερωτήματα παγκοσμίου ενδιαφέροντος για το σύνολο τουβιομηχανικού πολιτισμού μας. Συν τοις άλλοις, θα πρέπει να σημειώσουμε τοντρόπο με τον οποίο αυτή η ενοχοποίηση συμπληρώνεται με έναν εύκολο τρόποδιαφυγής: ανακυκλώστε, αγοράστε οργανική τροφή, χρησιμοποιήστεανανεώσιμες πηγές ενέργειας κ.λπ., και στο εξής δεν θα χρειάζεται να νιώθετεένοχοι, θα μπορείτε να απολαύσε τη ζωή ως συνήθως.
Μια ακόμα παγίδα που πρέπει να αποφύγουμε είναι ο ηθικοποιημένος αντι–καπιταλισμός – όλη η κουβέντα για το πως ο καπιταλισμός συντηρείται από τηνεγωιστική λαιμαργία μεμονωμένων καπιταλιστών για περισσότερη εξουσία καιπερισσότερο πλούτο. Στον υπαρκτό καπιταλισμό, η προσωπική απληστίακαθυποτάσσεται στον απρόσωπο αγώνα του κεφαλαίου καθ‘ αυτού νααναπαραχθεί και να επεκταθεί. Ως εκ τούτου, θα μπορούσε σχεδόν να μπεικανείς στον πειρασμό να πει ότι αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε είναιπερισσότερος, και όχι λιγότερος, πεφωτισμένος εγωισμός. Πάρε για παράδειγματην οικολογική καταστροφή: δεν χρειάζεται κανενός είδους ψευτο–ανιμιστικήςαγάπης ως πλαίσιο δράσης, μόνο ένα μακροπρόθεσμο εγωιστικό συμφέρον. Ησύγκρουση μεταξύ καπιταλισμού και οικολογίας θα μπορούσε να ιδωθεί ως μιατυπική σύγκρουση μεταξύ παθολογικών εγωιστικών–ωφελιμιστικώνσυμφερόντων και της καθωσπρέπει ηθικής φροντίδας για το καλό τηςανθρωπότητας. Μόλις όμως ρίξουμε μια πιο κοντινή ματιά, γίνεται αμέσωςξεκάθαρο ότι ισχύει η ακριβώς αντίθετη κατάσταση: είναι οι οικολογικές μαςανησυχίες που θεμελιώνονται στην ωφελιμιστική αίσθηση της επιβίωσης: αντιπροσωπεύουν το πεφωτισμένο εγωιστικό συμφέρον, στην πιο ευγενή τουμορφή, για το συμφέρον των μελλοντικών γενεών και κατά του άμεσουσυμφέροντός μας. H New Age σπιριτουαλιστική ιδέα περί ιερότητας της ζωής ωςτέτοιας, του δικαιώματος του περιβάλλοντος στην προστασία του κ.λπ., δενπαίζει κανέναν αναγκαίο ρόλο στην οικολογική μας συνείδηση. Αν ψάχνουμε τηνηθική διάσταση σ‘ αυτό το ζήτημα, θα την βρούμε στην άνευ όρων δέσμευση τουκαπιταλισμού για τη συνεχώς διευρυνόμενη αναπαραγωγή του: έναςκαπιταλιστής που αφοσιώνεται ανεπιφύλακτα στην καπιταλιστική ορμή τηςαυτο–επέκτασης είναι επαρκώς έτοιμος να θέσει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένης της επιβίωσης της ανθρωπότητας, υπό αμφισβήτηση, όχιεξαιτίας κάποιου «παθολογικού» οφέλους ή στόχου, αλλά για χάρη τηςαναπαραγωγής του συστήματος ως σκοπού καθ‘ αυτού. Fiat profitus pereat mundus (ας κάνουμε κέρδη, ο κόσμος να χαλάσει) είναι αυτό που υποθέτουμε ωςτο σύνθημά του. Αυτό το ηθικό σύνθημα είναι, ασφαλώς, περίεργο, αν όχιπλήρως σατανικό – παρ‘ όλα αυτά, από μια αυστηρώς καντιανή σκοπιά, δεν θαπρέπει να ξεχνάμε πως αυτό που το καθιστά αποκρουστικό σε μας είναι ηαμιγώς «παθολογική» επιβιωτιστική αντίδραση: ένας καπιταλιστής, στον βαθμόπου δρα «σε συμφωνία μ‘ αυτή την ιδέα», είναι κάποιος που πιστά κυνηγά ένανοικουμενικό σκοπό, χωρίς να νοιάζεται για οποιαδήποτε «παθολογικά» εμπόδια.
Οπότε, τι πρέπει να κάνουμε, όπως θα το έθετε ο Λένιν; Στο What Happened in the XXth Century? [Τί συνέβη στον ΧΧ αιώνα;], o Peter Sloterdijk μας παρουσιάζει τοδικό του περίγραμμα γι‘ αυτά που πρέπει να κάνουμε στον ΧΧΙ αιώνα, πουαποδίδεται περιληπτικά με τον καλύτερο τρόπο στους τίτλους των δυο πρώτωνκειμένων του βιβλίου, στο “The Anthropocene” [Το ανθρωπόκαινο]4 και στο “From the Domestication of Man to the Civilizing of Cultures” [Από την εξημέρωση τουανθρώπου στον εκπολιτισμό των κουλτούρων].
Το «ανθρωπόκαινο» σημαδεύει μια νέα εποχή στη ζωή του πλανήτη μας όπουεμείς, ως ανθρώπινα όντα, δεν μπορούμε πλέον να στηριζόμαστε στη Γη ωςρεζερβουάρ έτοιμο να απορροφήσει τις συνέπειες της παραγωγικής μαςδραστηριότητας: δεν έχουμε πλέον τα περιθώρια να αγνοήσουμε τιςπαρενέργειες (παράπλευρες απώλειες) της παραγωγικότητάς μας, δεν μπορούνπλέον να περιοριστούν στο πίσω μέρος της εικόνας της ανθρωπότητας. Πρέπεινα αποδεχτούμε ότι ζούμε στο «Διαστημόπλοιο Γη» (Spaceship Earth), που είναιυπεύθυνο και ευσυνείδητο για την κατάστασή του. Η Γη δεν είναι πλέον ένααδιαπέραστο φόντο της παραγωγικής μας δραστηριότητας, αναδύεται ως ένα (ακόμα) πεπερασμένο αντικείμενο που μπορούμε ακούσια να καταστρέψουμε ήνα το μετατρέψουμε σε ακατάλληλο για κατοίκηση. Αυτό σημαίνει ότι, την ίδιαακριβώς στιγμή που γινόμαστε αρκετά ισχυροί ώστε να επηρεάσουμε τις πιοβασικές συνθήκες της ζωής μας, θα πρέπει να αποδεχτούμε ότι είμαστε ακόμηένα είδος του ζωικού βασιλείου μέσα σε έναν μικρό πλανήτη – εξωθούμαστε σαυτή την αποδοχή από την τεράστια, παγκοσμίας εμβέλειας καταστροφική μαςδύναμη. Ένας νέος τρόπος συσχέτισης με το περιβάλλον μας είναι αναγκαίοςμόλις συνειδητοποιήσουμε το εξής: όχι πλέον ο ηρωικός εργάτης που εκφράζειτις δημιουργικές του δυνατότητες και αντλεί από τους ανεξάντλητους πόρουςτου περιβάλλοντός του, αλλά ένας πολύ πιο μετριοπαθής δρώντας πουσυνεργάζεται με το περιβάλλον, που διαρκώς διαπραγματεύεται ένα ανεκτόεπίπεδο ασφάλειας και σταθερότητας.
Άραγε δεν είναι καπιταλισμός το μοντέλο αδιαφορίας για τις παράπλευρεςαπώλειες; Αυτό που μετράει στην καπιταλιστική αναπαραγωγή είναι ηαυξανόμενη κυκλοφορία που επικεντρώνεται στο κέρδος, και οι παράπλευρεςαπώλειες προς το περιβάλλον, με το να μην συμπεριλαμβάνονται στο κόστοςτης παραγωγής, παραμελούνται από θέση αρχής – ακόμη και οι προσπάθειες νατις λάβουμε υπόψη διαμέσου της φορολογίας (ή με την απευθείας κοστολόγησηενός αντιτίμου σε κάθε φυσικό πόρο που χρησιμοποιούμε, συμπεριλαμβανομένου του αέρα) είναι προορισμένες να αποτύχουν. Οπότε, προκειμένου να εγκαθιδρύσουμε αυτόν τον νέο τρόπο συσχετισμού με τοπεριβάλλον μας, μια ριζική πολιτικο–οικονομική αλλαγή είναι αναγκαία, αυτόπου ο Sloterfijk αποκαλεί «η εξημέρωση του άγριου ζώου εν ονόματιΚουλτούρα». Μέχρι στιγμής, η κάθε κουλτούρα διαπαιδαγωγούσε καιπειθαρχούσε τα μέλη της και εξασφάλιζε τη δημόσια ειρήνη μεταξύ τους με τοπρόσχημα της κρατικής εξουσίας, αλλά η σχέση μεταξύ διαφορετικώνκουλτούρων και κρατών ήταν μονίμως υπό τη σκιά ενδεχόμενων πολέμων, μεκάθε συνθήκη ειρήνης να μην είναι τίποτα παραπάνω από μια προσωρινήανακωχή. Όπως το εννοιολογικοποίησε ο Χέγκελ, ολόκληρη η ηθική του κράτουςμεσουρανεί στην υψηλότερη πράξη ηρωισμού, την ετοιμότητα να θυσιάσουμε τηζωή μας για το έθνος–κράτος, πράγμα που σημαίνει πως οι άγριεςεκβαρβαρισμένες σχέσεις μεταξύ κρατών εξυπηρετούν ως το θεμέλιο της ηθικήςζωής εντός του κράτους. Δεν είναι άλλωστε η Βόρεια Κορέα, με την αδίστακτηαναζήτηση πυρηνικών όπλων και ρουκετών ώστε να χτυπήσουν μ‘ αυτέςαπομακρυσμένους στόχους, η απόλυτη καρικατούρα αυτής της λογικής της άνευόρων κυριαρχίας του έθνους–κράτους;
Τη στιγμή που θα αποδεχτούμε πλήρως το γεγονός ότι ζούμε στοΔιαστημόπλοιο Γη, το καθήκον που τίθεται επιτακτικά είναι ο εκπολιτισμός τωνπολιτισμών καθ‘ αυτών, η επιβολή της οικουμενικής αλληλεγγύης και τηςσυνεργασίας μεταξύ όλων των ανθρώπινων κοινοτήτων, ένα καθήκον πουκαθίσταται όλο και πιο δύσκολο από τη διαρκή άνοδο της σεχταριστικής, θρησκευτικής και εθνοτικής «ηρωικής» βίας και της ετοιμότητας να θυσιάσουμετους εαυτούς μας (και τον κόσμο) για έναν συγκεκριμένο Σκοπό. Το ξεπέρασματου καπιταλιστικού επεκτατισμού, η διευρυμένη συνεργασία και αλληλεγγύη θαπρέπει επίσης να καταφέρουν να μετατραπούν σε εκτελεστική εξουσία η οποίαθα είναι έτοιμη να παραβιάσει την κρατική κυριαρχία. Δεν είναι όλα αυτά ταμέτρα προορισμένα να προστατεύσουν τους φυσικούς και πολιτιστικούςκοινούς μας πόρους; Αν δεν στοχεύουν στον κομμουνισμό, αν δεν συνεπάγονταιέναν κομμουνιστικό ορίζοντα, τότε ο όρος «κομμουνισμός» δεν έχει κανένανόημα.
** Slavoi Zizek, “Lessons from the Airapocalypse: on China’s smog problem and the ecological crisis“, In These Times, 10 Ιανουαρίου 2017.
1https://www.theguardian.com/world/2016/dec/21/smog-refugees-flee-chinese-cities-as-airpocalypse-blights-half-a-billion
2http://www.china.org.cn/china/2016-12/14/content_39913139.htm
3http://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1046/j.1523-1739.2000.00053.x/abstract?systemMessage=WOL+Usage+report+download+page+will+be+unavailable+on+Friday+27th+January+2017+at+23%3A00+GMT%2F+18%3
A00+EST%2F+07%3A00+SGT+%28Saturday+28th+Jan+for+SGT%29++for+up+to+2+hours+due+to+essential+server+maintenance.+
Apologies+for+the+inconvenience.
4Σ.τ.μ.: «Ανθρωπόκαινο» ή «ανθρωπόκαινος εποχή»: πρόκειται για την ονομασία της γεωλογικής περιόδου κατά την οποία οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν σημαντική επίδραση στο περιβάλλον του πλανήτη. Αν και οι επιστήμονες δεν έχουν συμφωνούν στην οριοθέτηση των απαρχών αυτής της περιόδου, ορισμένοι θεωρούν ότι αυτή η γεωλογική περίοδος ξεκινά με την έναρξη της γεωργίας, ενώ άλλες δυο τάσεις την τοποθετούν πολύ πιο πρόσφατα, η μια στη βιομηχανική επανάσταση και η άλλη στην ανακάλυψη και χρήση της ατομικής βόμβας το 1945.
www.fotavgeia.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου